Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

Οι ιερόσυλοι αλωνίζουν το Πωγώνι!

Ανήσυχοι και προβληματισμένοι οι κάτοικοι των ακριτικών χωριών μας

Δρουν οργανωμένα, βάζοντας στο στόχαστρο και τα εναπομείναντα θρησκευτικά κειμήλια
Επανέρχεται η αναγκαιότητα δημιουργίας «Μουσείου Εκκλησιαστικών Εκθεμάτων» αλλά και  ανασχεδιασμού  των αστυνομικών υπηρεσιών

Οι αλλεπάλληλες κλοπές και διαρρήξεις σε ναούς και μοναστήρια του ακριτικού Πωγωνίου προκαλεί ολοένα πιο έντονη ανησυχία και προβληματισμό.
Νέα κρούσματα έρχονται «στο φως» και είναι καθολική η εκτίμηση ότι πρόκειται για ιερόσυλους που δρουν ασταμάτητα και απροκάλυπτα στην ελληνοαλβανική μεθόριο, εκμεταλλευόμενοι τόσο την έλλειψη μόνιμων κατοίκων, όσο και την αδυναμία επαρκούς αστυνόμευσης.
Η Αστυνομική Διεύθυνση Ιωαννίνων,  εντείνει τις έρευνες μετά τις πρόσφατες κλοπές, έχει συγκεντρώσει αρκετά στοιχεία που αυτή τη φορά ελπίζεται ότι θα οδηγήσουν στα ίχνη των δραστών, ωστόσο το πρόβλημα  βρίσκεται στην πρόληψη και στην άμεση επέμβαση, όταν γίνουν αντιληπτές οι διαρρήξεις. Κάτι τέτοιο με την αποδυνάμωση των αστυνομικών τμημάτων και την κατάργηση των αστυνομικών σταθμών, είναι φύσει αδύνατο να γίνει και όπως χαρακτηριστικά έλεγαν κάτοικοι παραμεθορίων περιοχών, ακόμη και αν χτυπήσει συναγερμός σε αστικά- ημιαστικά κέντρα όπου λειτουργεί ακόμη αστυνομικό τμήμα, όπως π.χ. το Δελβινάκι, πάλι είναι αδύνατη η άμεση επέμβαση της Αστυνομίας, καθώς το δυναμικό του είναι ελάχιστο για να ανταποκριθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά.


Δρουν στοχευμένα
Όλες σχεδόν οι διαρρήξεις που έχουν γίνει τον τελευταίο καιρό στο Πωγώνι, έχουν κοινό στοιχείο, το γεγονός ότι οι ιερόσυλοι δρουν στοχευμένα: Αναζητούν κειμήλια με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, για τα οποία είναι προφανές ότι έχουν συγκεντρώσει τα απαραίτητα στοιχεία και πληροφορίες. Συνήθως κλέβουν εικόνες, σκεύη, επίχρυσα ευαγγέλια, αλλά και άμφια, προηγούμενων αιώνων, όπως στην περίπτωση της κλοπής στολής του Πατριάρχου Αθηναγόρα από το Βασιλικό Πωγωνίου. Και παραβιάζουν όχι μόνο απόκεντρους ναούς, αλλά και μέσα σε κατοικημένες περιοχές, όπως στην τελευταία περίπτωση στο Δολό.
 Κι άλλες απόπειρες
Πριν όμως την προ πενθημέρου «επιδρομή» στην εκκλησία του Δολού, είχε προηγηθεί λίγες εβδομάδες νωρίτερα ανάλογη στον Κακόλακκο Πωγωνίου, που έχει την «ατυχία» να μη κατοικείται το χειμώνα. Όμως υπήρξαν και άλλες απόπειρες που δεν στέφθηκαν με «επιτυχία» και τις οποίες αποκαλύπτει σήμερα ο «Πρωινός Λόγος». Πρόκειται για τη δεύτερη κατά σειρά απόπειρα στον ίδιο χώρο,  στην τρίκλιτη βασιλική του αγίου Νικολάου στη Βήσσανη Πωγωνίου.  Ο τρόπος δράσης τους είναι συγκεκριμένος και αυτόν εφάρμοσαν και στη Βήσσανη. 
Αφού αχρηστεύσουν, όπου υπάρχουν, τους συναγερμούς, ρίχνοντάς τους αφρό (πρόκειται για χημική ουσία) επιχειρούν να κάνουν τη διάρρηξη, σπάζοντας την πόρτα ή παράθυρα. Αν έχουν τοποθετηθεί σιδεριές, προσπαθούν να τις κόψουν με πριόνια, που λειτουργούν με μπαταρίες. Με αυτή τη μέθοδο αποπειράθηκαν να κλέψουν δύο φορές το ναό του Αγίου Αθανασίου στο Κρυονέρι Πωγωνίου και άλλες τόσες τον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στη Λίμνη Πωγωνίου. Στην πρώτη περίπτωση δεν κατάφεραν να σπάσουν τις σιδεριές των παραθύρων και στη δεύτερη  περίπτωση  έγιναν αντιληπτοί και απομακρύνθηκαν εσπευσμένα.  
Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές τα χτυπήματα δεν είναι «τυφλά», αλλά προηγείται έρευνα στους ναούς, χωρίς, βέβαια να κινηθεί η υποψία των κατοίκων. Αλλά και μετά τις κλοπές, ακολουθείται παραπλανητική τακτική.  
Όπως και χθες έγραψε ο «Πρωινός Λόγος», την ίδια χρονική περίοδο που γίνονται επιδρομές σε μοναστήρια και ναούς, σε γειτονικές περιοχές γίνονται μικροκλοπές και διαρρήξεις σε σπίτια, κάτι που εκτιμάται ότι με τον τρόπο αυτό οι ιερόσυλοι  επιδιώκουν  να «θολώσουν  τα «νερά» και να στρέψουν προς άλλη κατεύθυνση τις έρευνες.
Συγκέντρωση σε μουσείο
Η Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης μετά τα αλλεπάλληλα περιστατικά, έχει προτείνει στους ιερείς να καταγράψουν τα κειμήλια και να τα αποτυπώσουν φωτογραφικά, ώστε αν κλαπούν, να μπορούν να εντοπιστούν και να επιστραφούν. 
Η  καλύτερη λύση θα ήταν η υλοποίηση της πρότασης της Μητροπόλεως για φύλαξη των ιερών κειμηλίων σε μουσείο, όπως αυτό της Μόλιστας. 
Κάτι τέτοιο όμως προσκρούει στις αντιδράσεις των Εκκλησιαστικών Συμβουλίων, που, εσφαλμένα, θεωρούν ότι αποτελούν ιδιοκτησία τους και εν τέλει μένουν απροστάτευτα.
Έμεινε στα σχέδια
Μάλιστα το θέμα αυτό, ήταν ένα από εκείνα που είχαν απασχολήσει το κλιμάκιο του Υπουργείου Πολιτισμού, που με επικεφαλής τον Γιαννιώτη, τότε, Υπουργό Πολιτισμού Κώστα Τασούλα, πριν από 13 μήνες (αρχές Οκτωβρίου) είχαν επισκεφθεί την Κόνιτσα και είχαν συναντήσεις με Δήμαρχο και Μητροπολίτη. Όπως είχε δηλώσει τότε ο κ. Τασούλας, υπήρξε συμφωνία να προχωρήσουν στη δημιουργία ενός σκευοφυλακίου – μουσείου στο οποίο θα φυλάσσονται και θα εκτίθενται όλα τα σπουδαία εκκλησιαστικά κειμήλια της ιστορικής περιοχής. Έκτοτε μεσολάβησαν οι εκλογές, άλλαξε και η ηγεσία του Υπουργείου και η ιδέα δεν προχώρησε ούτε καν σε επίπεδο σχεδιασμού.
Κίνδυνος «αποψίλωσης»
Μετά τις τελευταίες κλοπές  είναι ορατός ο κίνδυνος να «αποψιλωθούν» οι εκκλησίες από όσα κειμήλια δεν λεηλατήθηκαν ακόμη. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα τελευταία χρόνια από τους ναούς και τα μοναστήρια της Ηπείρου και κυρίως του Πωγωνίου και της Κόνιτσας έχουν λεηλατηθεί τουλάχιστον 300 θρησκευτικοί θησαυροί, κάποιοι από τους οποίους εντοπίστηκαν στο εξωτερικό και επιστράφηκαν.  Οι περισσότεροι όμως έχουν «εξαφανιστεί» και πολύ δύσκολα θα εντοπιστούν. Μοιραία, η πρόταση για τη μεταφορά και φύλαξή τους σε ένα Μουσείο, επανέρχεται  στο «τραπέζι» και θα πρέπει να την εξετάσουν σοβαρά οι τοπικές- μικρές ας μη το ξεχνάμε κοινωνίες- που δεν μπορούν να προστατέψουν από μόνες τους, ούτε τους ναούς, ούτε ακόμη και τα σπίτια τους.
Αστυνόμευση άλλου τύπου
Εκείνο που για άλλη μια φορά πρέπει να επισημάνουμε, είναι ότι οι Αστυνομικές αρχές προσπαθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο να ανταποκριθούν στις ανάγκες που υπάρχουν και στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας.
Ωστόσο η Ηγεσία τους πρέπει να δε εκ νέου τον τρόπο αστυνόμευσης των παραμεθορίων περιοχών, που δεν είναι ποσοτικό ζήτημα (πόσοι δηλαδή κάτοικοι έμειναν στα χωριά), αλλά πάνω από όλα εθνικό και μετά έπονται όλα τα άλλα: Απαιτείται ενίσχυση των αστυνομικών τμημάτων, επανίδρυση αστυνομικών σταθμών, με προσωπικό που μπορεί να διασφαλιστεί από την επιστροφή σε μάχιμες υπηρεσίες, όσων σήμερα «λιμνάζουν» σε υπηρεσίες γραφείου ή και απασχολούνται σε αλλότρια καθήκοντα. Κι αυτό είναι το αίτημα των κατοίκων της υπαίθρου και ειδικότερα της ακριτικής Ηπείρου προς την Ηγεσία της ΕΛΑΣ ενόψει μάλιστα της παρουσίασης της πρότασης αναδιοργάνωσης των αστυνομικών υπηρεσιών.