Η αρθροπλαστική γόνατος είναι μια
χειρουργική επέμβαση, η οποία πραγματοποιείται για την αντικατάσταση της
φθαρμένης ή κατεστραμμένης άρθρωσης με τεχνητή πρόθεση. Στόχος της επέμβασης
είναι η ανακούφιση από τον πόνο, η αποκατάσταση της λειτουργικότητας του
γόνατος και η βελτίωση της ποιότητας ζωής του ασθενούς.
Γιατί να υποβληθεί κάποιος σε
επέμβαση αρθροπλαστικής γόνατος;
«Ο λόγος για να υποβληθεί κάποιος
ασθενής σε ολική αρθροπλαστική είναι η κάθε μορφή αρθρίτιδας του γόνατος,
δηλαδή η κατάσταση εκείνη στην οποία έχει υποστεί φθορά ο χόνδρος της άρθρωσης»,
αναφέρει ο κ. Δημήτριος Λύρας, Διευθυντής Ορθοπαιδικού Τμήματος Κλινικής
Σπονδυλικής Στήλης και Μεγάλων Αρθρώσεων, Metropolitan General.
«Η φθορά της άρθρωσης μπορεί να
οφείλεται σε διάφορες αιτίες, όπως η οστεοαρθρίτιδα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα,
οι τραυματισμοί ή άλλες παθήσεις που προκαλούν εκφυλισμό του χόνδρου. Κατά τη
διάρκεια της επέμβασης, ο χειρουργός αφαιρεί τις κατεστραμμένες επιφάνειες του
οστού και του χόνδρου από το μηριαίο και την κνήμη και τις αντικαθιστά με
μεταλλικά και πλαστικά υλικά που μιμούνται τη φυσική λειτουργία της άρθρωσης»,
εξηγεί.
Ποια είναι τα συμπτώματα που θα
οδηγήσουν έναν ασθενή σε αρθροπλαστική γόνατος;
Οι κλινικές ενδείξεις για μία
τέτοιου είδους επέμβαση, είναι ο πόνος και η έκπτωση της ποιότητας ζωής. Στα
αρχικά στάδια, η αρθρίτιδα εμφανίζεται με
κρίσεις πόνου, ενώ υπάρχουν εξάρσεις και υφέσεις. Με την πάροδο του χρόνου οι
κρίσεις γίνονται πιο συχνές και τα συμπτώματα πιο κυρίαρχα. Όταν ο ασθενής
φτάσει στο σημείο να πονάει αρκετά συχνά και να δυσκολεύεται στην
καθημερινότητά του, θεωρείται ότι ήρθε η στιγμή να αναζητήσει μία μόνιμη λύση
που δεν είναι άλλη από την ολική αρθροπλαστική.
Ποιοι ασθενείς θεωρούνται
κατάλληλοι για την επέμβαση;
Υπό συνθήκες όλοι οι ασθενείς είναι κατάλληλοι για τη συγκεκριμένη επέμβαση. Παρ’ όλα αυτά, οι επιβαρυμένοι στην υγεία τους ασθενείς με πολλαπλά συνοδά προβλήματα (όπως διαβήτη, καρδιολογικές παθήσεις κ.λπ.), οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς και οι υπέρβαροι, θα πρέπει να είναι ενήμεροι για τον αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών σε σχέση με τους υπόλοιπους.