Βρισκόμαστε στην καρδιά του χειμώνα και μπορεί
μεν οι ατέλειες του σώματος να καλύπτονται από ρούχα, όμως το πρόσωπο παραμένει
εκτεθειμένο. Σήμερα η ανόρθωση προσώπου και λαιμού μπορεί σε πολλές περιπτώσεις
να επιτευχθεί χωρίς νυστέρι, αναίμακτα, ανώδυνα και χωρίς τομές, με άμεσα
αποτελέσματα.
«Μια συνδυαστική, μη επεμβατική θεραπεία είναι το υγρό λίφτινγκ, που συνδυάζει
τα ενέσιμα υλικά με μηχανήματα, τα οποία αναζωογονούν το πρόσωπο, προσφέροντας
ένα “φρέσκο” και υγιές αποτέλεσμα χωρίς υπερβολές», αναφέρει η δρ Αναστασία
Σεφέρη–Δανιήλ, MD, PhD, Πλαστική Χειρουργός
στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής
και Αισθητικής Χειρουργικής (HESPRAS).
«Με τη μέθοδο αυτή εξαφανίζονται οι ρυτίδες,
αποκαθίσταται ο χαμένος όγκος, βελτιώνεται η υφή και η ελαστικότητα του
δέρματος, το οποίο ενυδατώνει, ενισχύοντας την παραγωγή κολλαγόνου και καθυστερώντας
την εφαρμογή των μόνιμων χειρουργικών μεθόδων», συμπληρώνει.
Ειδικότερα, το υγρό face lift χωρίζεται σε δύο στάδια: την εφαρμογή του και το
follow up.
Το πρώτο στάδιο περιλαμβάνει προσεκτική έγχυση όλων των ενέσιμων εμφυτευμάτων
στο πρόσωπο και έπειτα τη χρήση των μηχανημάτων (λέιζερ/ραδιοσυχνότητες). Η όλη
διαδικασία διαρκεί περίπου 1 ώρα και 30 λεπτά.
Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι η αλλαντική τοξίνη (Botox - Dysport) -για ρυτίδες έκφρασης, μάτια, μέτωπο, μεσόφρυο-, το υαλουρονικό οξύ για λεπτές ρυτίδες και αποκατάσταση όγκου, τα βλαστοκύτταρα καθώς και βιταμίνες και ιχνοστοιχεία (μεσοθεραπεία) για λείανση και ελαστικότητα του δέρματος.
Δύο εβδομάδες μετά την εφαρμογή του υγρού λίφτινγκ, ακολουθεί το δεύτερο στάδιο, δηλαδή μία επίσκεψη ακόμη στον πλαστικό χειρουργό (follow up), προκειμένου να τελειοποιηθεί το αποτέλεσμα του πρώτου σταδίου.
«Η μέθοδος έχει ισχυρά πλεονεκτήματα έναντι της κλασικής, καθώς δεν υπάρχουν τομές και πόνος (εφαρμόζεται αναισθητική κρέμα), υπάρχει άμεση ανάρρωση, έτσι ώστε μετά από μία ώρα να μπορεί κανείς να πάει στη δουλειά του, ενώ το αποτέλεσμα που δίνει είναι απολύτως φυσικό, όχι όμως μόνιμο και αυτό είναι το μοναδικό μειονέκτημα της μεθόδου», επισημαίνει η ειδικός.
Αξίζει να σημειωθεί πως τα αποτελέσματα του υαλουρονικού οξέως και των βλαστοκυττάρων είναι εμφανή από την πρώτη στιγμή. Η μεσοθεραπεία με πολυβιταμίνες, ιχνοστοιχεία κ.λ.π. ξεκινούν να δρουν αμέσως, ενώ τέσσερις ημέρες μετά την πρώτη εφαρμογή αρχίζουν να φαίνονται και τα αποτελέσματα της τοξίνης. Μετά τις δύο εβδομάδες υπάρχει εμφανής αλλαγή, η οποία θα τελειοποιηθεί με τις απαραίτητες μικροπαρεμβάσεις στο follow up. Στις 30-40 ημέρες το αποτέλεσμα είναι απολύτως τελειοποιημένο.
Ανάλογα με το πρόβλημα αλλά και τις απαιτήσεις του θεραπευόμενου, η μέθοδος θα χρειαστεί να επαναληφθεί μετά από περίπου 6 μήνες έως και ενάμισι χρόνο. Επειδή, ωστόσο, κάθε υλικό έχει διαφορετική διάρκεια, συχνά επαναλαμβάνονται «κομμάτια» της και όχι όλες οι θεραπείες μαζί, όπως την πρώτη φορά. Το αποτέλεσμα της έγχυσης βλαστοκυττάρων, μπορεί να διαρκέσει μέχρι και 3 χρόνια.
Σε περίπτωση που δεν επιθυμεί ή δεν μπορεί κάποιος να επαναλάβει τη διαδικασία, δεν χρειάζεται να ανησυχεί, καθώς το αποτέλεσμα θα είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι αν δεν είχε παρέμβει καθόλου στο πρόσωπό του.
«Διευκρινίζουμε πως η μέθοδος ενδείκνυται μόνο για περιστατικά με ήπιου βαθμού χαλάρωση. Όσον αφορά στην ηλικία, εφαρμόζεται ανάλογα με το πότε υπάρχει σχετική ένδειξη και ο συνδυασμός των θεραπειών ενδεχομένως να αλλάζει ανάλογα με την περίπτωση. Όταν τα προβλήματα είναι μεγάλα απαιτείται δραστικότερη παρέμβαση με την κλασική μέθοδο, η οποία βέβαια σήμερα είναι πιο εξελιγμένη από ποτέ, έχοντας συμπεριλάβει στη φαρέτρα της τα λέιζερ, τις ραδιοσυχνότητες και άλλα σύγχρονα εργαλεία», καταλήγει η δρ Σεφέρη-Δανιήλ.