Μετά την σαρωτική νίκη της Νέας
Δημοκρατίας, το διάστημα
με τις διερευνητικές εντολές αναμένεται
να κυλήσει νωρίτερα από
τον αρχικό σχεδιασμό και
οι δεύτερες κάλπες να στηθούν πιθανότατα στις 25 Ιουνίου.
Τα 40,79% που έλαβε η ΝΔ στην
εκλογική αναμέτρηση της 21ης Μαΐου και οι δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται να βάζουν τέλος σε
κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας, επισπεύδοντας τη διαδικασία και φέροντας πιο κοντά
την δεύτερη εκλογική αναμέτρηση, η οποία θα πραγματοποιηθεί με το σύστημα της ενισχυμένης
αναλογικής.
Στις 12:00 το μεσημέρι σήμερα,
Δευτέρα, η υπηρεσιακή Υπουργός Εσωτερικών, καθηγήτρια κα Καλλιόπη Σπανού θα
διαβιβάσει στο γραφείο του προέδρου της Βουλής Κωνσταντίνου Τασούλα τα τελικά
αποτελέσματα της εκλογικής αναμέτρησης.
Ο κ. Τασούλας, στη συνέχεια θα μεταβεί στην Ηρώδου Αττικού όπου θα τα επιδώσει στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Σύμφωνα με το άρθρο 37 του
Συντάγματος, «η Πρόεδρος της Δημοκρατίας αφού εκ των τελικών αποτελεσμάτων
διαπιστώσει ότι ο αρχηγός του πρώτου κόμματος δεν διαθέτει την απόλυτη
πλειοψηφία (151) των εδρών στην νέας Βουλή» θα εκκινήσει τη διαδικασία των διερευνητικών
εντολών.
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα
καλέσει τον αρχηγό του πρώτου κόμματος σε κοινοβουλευτική δύναμη, που διαθέτει
τη σχετική πλειοψηφία, για να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης
που να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη της Bουλής.
Εάν αυτή η προσπάθεια αποδειχθεί
άκαρπη, η κα Σακελλαροπούλου θα παρέχει την διερευνητική εντολή στον αρχηγό του
δεύτερου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος και εάν δεν τελεσφορήσει και αυτή,
η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα δώσει την διερευνητική εντολή στον αρχηγό του
τρίτου σε κοινοβουλευτική δύναμη κόμματος.
Κάθε πολιτικός αρχηγός των τριών
πρώτων κομμάτων, έχει την δυνατότητα έως τρεις ημέρες να κρατήσει την
διερευνητική εντολή προκειμένου να ολοκληρώσει τις σχετικές διαβουλεύσεις με τα
υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας.
Η εξάντληση του τριημέρου,
βεβαίως, δεν είναι υποχρεωτική. Εάν ένας εκ των τριών πολιτικών αρχηγών, θέλει,
μπορεί να αρνηθεί την δυνατότητα άσκησης των διερευνητικών εντολών και να την
παραδώσει αμέσως με την επίδοσή της από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή σε
οποιαδήποτε στιγμή εντός του τριημέρου.
Να σημειώσουμε ότι το
συνταγματικό όριο για τον σχηματισμό κυβέρνησης, βάσει του άρθρου 84 του
Συντάγματος, είναι η δυνατότητα να λάβει ψήφο εμπιστοσύνη από την Βουλή των
Ελλήνων, δηλαδή είτε 151 θετικές ψήφους είτε από την απόλυτη πλειοψηφία των
παρόντων βουλευτών που δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα 2/5 του
συνολικού αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 120 ψήφων, αρκεί βέβαια να είναι
περισσότεροι εκείνων που θα την καταψηφίσουν.
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με
πληροφορίες, πρόθεση του πρωθυπουργού εκτιμάται ότι είναι η διεκδίκηση εκ νέου
της ψήφου και της εμπιστοσύνη των πολιτών, προκειμένου να πετύχει μία
αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Αντίστοιχα, διαμορφώνονται οι
σχεδιασμοί των υπολοίπων κομμάτων που θα έπαιρναν την εντολή, καθώς το κλίμα
στα υπόλοιπα κόμματα, μετά την σαρωτική νίκη της ΝΔ, υποδεικνύει ότι δεν
υπάρχει βάση για κάποια συζήτηση στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών για
ενδεχόμενη συνεργασία.
Στην περίπτωση όμως που οι
διερευνητικές εντολές δεν τελεσφορήσουν και δεν διαφαίνεται ότι μπορεί να
προκύψει κυβέρνηση, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα καλέσει στο Προεδρικό Μέγαρο
τους αρχηγούς όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων που έχουν προκύψει από τις
εκλογές, για τη διερεύνηση του σχηματισμού Κυβέρνησης που να έχει την
εμπιστοσύνη της Bουλής.
Εάν και αυτή η προσπάθεια
αποδειχθεί άκαρπη, τότε η κα Σακελλαροπούλου θα επιδιώξει το σχηματισμό
υπηρεσιακής Κυβέρνησης ευρύτερης αποδοχής από όλα τα κόμματα της Bουλής για τη
διενέργεια νέων εκλογών.
Τα καθήκοντα του Πρωθυπουργού θα
ανατεθούν στον Πρόεδρο του Eλεγκτικού Συνεδρίου Ιωάννη Σαρμά, ο οποίος είναι ο
αρχαιότερος εκ των τριών προέδρων των τριών Ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας.
Οι επόμενες εθνικές εκλογές, θα
διεξαχθούν με το εκλογικό σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής (όπου το πρώτο
κόμμα λαμβάνει «μπόνους» 40 εδρών) και οι βουλευτές θα προκύψουν όχι με σταυρό
προτίμησης από τους ψηφοφόρους, αλλά με βάση την λίστα των υποψηφίων που θα
έχουν καταρτίσει τα κόμματα.
Η νέα προεκλογική περίοδος, μπορεί
να είναι από 22 ημέρες έως ένα μήνα.
Τα κόμματα και οι συνδυασμοί
κομμάτων θα πρέπει να παρακαταθέσουν στον Άρειο Πάγο την σχετική αίτηση
συμμετοχής στις εθνικές εκλογές.