Σάββατο 4 Μαΐου 2019

Απάντηση σε αντιΤριαδίτη για την Ανάσταση και την Θεότητα του Χριστού


Του Βασιλείου Π. Κερμενιώτη

1. ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ-ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΝΤΙΤΡΙΑΔΙΤΗ. ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ.

Το κείμενο που θα ακολουθήσει ήταν η απάντηση που είχα δώσει, παλαιότερα, σε κάποιον ηλικιωμένο συνάδελφό μου εκπαιδευτικό που ανήκε σε μία θρησκευτική ομάδα που δεν αποδέχεται ότι ο Χριστός είναι Θεός. Γενικά, όσοι απιστούν στο δόγμα της Αγίας Τριάδος λέγονται «αντιτριαδίτες».  Οι πρώτες δύο Οικουμενικές Σύνοδοι συνήλθαν ακριβώς για να καταδικάσουν αντιτριαδικές αιρέσεις. Η 1η Οικουμενική Σύνοδος (325 μ.Χ.) καταδίκασε τον Αρειανισμό, που κήρυττε ότι ο Χριστός είναι κτίσμα του Θεού και όχι αληθινός Θεός, και η 2η Οικουμενική (381 μ.Χ.) καταδίκασε τους Πνευματομάχους που αμφισβητούσαν την Θεότητα του Αγίου Πνεύματος.
Με τον εν λόγω συνάδελφο είχαμε συχνές θεολογικές αντιπαραθέσεις, οι οποίες μού προκαλούσαν στενοχώρια γιατί ενίοτε γίνονταν ενώπιον και άλλων προσώπων. Παρά την αμαρτωλότητά μου ένιωθα ότι εκείνη την ώρα υπερασπιζόμουν την Ορθοδοξία και ήμουν γεμάτος άγχος. Φοβόμουν μήπως με παγιδεύσει και εκτεθεί όχι ο εαυτός μου, αλλά η Πίστη μας.
Θυμάμαι ότι κάποια μέρα ήρθε στο γραφείο των καθηγητών και άφησε πάνω στο τραπέζι μου ένα χαρτί στο οποίο ανέγραφε δέκα (10) εδάφια της Καινής Διαθήκης που τόνιζαν ότι ο Θεός ανέστησε τον Χριστό (Πράξ. γ΄ 15,  Πράξ. ιγ΄ 30, Εφ. α΄ 20, Εβρ. ιγ΄ 20, Ρωμ. στ΄4, Ρωμ. ι΄ 9, Γαλ.  α΄ 1, Κολ. β΄ 12, Α΄ Θεσ. α΄ 10, Α΄ Πέτρ. α΄ 21).  Ο στόχος του ήταν προφανής: Ήθελε να πλήξει την Θεότητα του Κυρίου. Κατ’ αυτόν, ο Χριστός δεν ήταν ικανός να αναστήσει το σώμα Του, διότι …δεν ήταν Θεός! Εγώ τού αντέτεινα το λόγο του Χριστού στο Ιωάννη β΄ 19: «Λύσατε τὸν ναὸν τοῦτον, καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις ἐγερῶ αὐτόν». Όπως βεβαιώνει ο Ευαγγελιστής, δύο στίχους μετά, ως «ναό» ο Χριστός εννοούσε το σώμα Του. Συνεπώς, ουσιαστικά τούς έλεγε: «Θανατώστε το σώμα μου και σε τρεις ημέρες θα το αναστήσω».


Ωστόσο, αυτός είχε ήδη δημιουργήσει ένα κλίμα θριαμβολογίας υπέρ των θέσεών του. Μπροστά στην «ισχύ πυρός» των 10 εδαφίων που προσκόμισε, φαινόταν πολύ λίγο το ένα και μόνο εδάφιο που παρουσίασα εγώ (και το οποίο μιλούσε έμμεσα και όχι άμεσα). Του ζήτησα προθεσμία πέντε ημερών για να ετοιμάσω την …«απολογία» μου και γύρισα σπίτι προβληματισμένος· ένιωθα ότι βρίσκομαι σε δύσκολη θέση. Πήρα την ευλογία του πνευματικού, έκανα την προσευχή μου και «έπεσα με τα μούτρα» στη μελέτη.
Την επόμενη κιόλας μέρα δοκίμασα μία ευχάριστη έκπληξη: Διαπίστωσα ότι κάποια από τα εδάφια που μου έδωσε ήταν …εναντίον του! Για πέντε μέρες προετοιμαζόμουν προσεκτικά και εντατικά. Φυσικά, η επιχειρηματολογία που μεταχειρίστηκα δεν ήταν δική μου· τη δανείστηκα κυρίως από το σπουδαίο βιβλίο «Ιησούς Γιαχβέ» του μακαριστού θεολόγου Νίκου Σωτηρόπουλου. Λίγες μέρες αργότερα τού έδωσα την απάντησή μου, γραπτώς. Την επομένη ήρθε στο σχολείο σκυθρωπός και λιγομίλητος. Τον ρώτησα για το επίμαχο ζήτημα και άρχισε να λέει κάτι γελοίες και άσχετες δικαιολογίες. Επί της ουσίας δεν έδωσε καμμία, απολύτως, απάντηση. Δεν επέμεινα γιατί δεν ήθελα να τον προσβάλω. Ωστόσο, έκτοτε, χωρίς ντροπή, εξακολουθούσε να προκαλεί, λέγοντας διάφορες κακοδοξίες. Θεώρησα εμπαιγμό την όλη συμπεριφορά του, γι’ αυτό και του έδωσα να καταλάβει ότι δεν επιθυμούσα πλέον να ξανασυζητήσουμε θεολογικά ζητήματα.

Έτσι, λοιπόν, με την ευκαιρία της μεγάλης εορτής της Ανάστασης του Κυρίου, νιώθω την ανάγκη να δημοσιεύσω την απάντηση εκείνη χωρίς φυσικά να αναφέρω το όνομα του πρώην συναδέλφου για τρεις λόγους:

1ον  Για να θαυμάσουμε τον πλούτο, το βάθος και το μεγαλείο της Αγίας Γραφής και να δοξάσουμε τον Θεό.

2ον  Για να εμπλουτίσουμε, εμείς οι Χριστιανοί, την αντιαιρετική μας «φαρέτρα», ειδικά όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε τους γνωστούς αντιτριαδίτες αιρετικούς που περιδιαβαίνουν από σπίτι σε σπίτι προκειμένου να προσηλυτίσουν και να πλανήσουν ψυχές, και

3ον  Για να αποτίσουμε φόρο τιμής στη μνήμη του μεγάλου αντιαιρετικού θεολόγου Νίκου Σωτηρόπουλου, που σύμφωνα με την εκτίμηση πολλών επαϊόντων, ήταν χαρισματικός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής. Κατά πολλούς, εκπόνησε την πιο πιστή μετάφραση της Καινής Διαθήκης στην ιστορία της Εκκλησίας! Απέδωσε με εκπληκτικό τρόπο δυσνόητα εδάφια της Καινής διαθήκης που, λόγω των άστοχων ερμηνειών που είχαν επιδεχθεί στο παρελθόν, δυσχεραίναν πολύ την κατανόηση του Ιερού Κειμένου. Μάλιστα, για να τεκμηριώσει τις δικές του ερμηνευτικές προτάσεις εξέδωσε τέσσερις ογκώδεις τόμους υπό τον τίτλο: «Ερμηνεία δύσκολων χωρίων της γραφής» (τόμοι Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄).

(Υπ’ όψιν ότι ο χωρισμός της επιστολής σε κεφάλαια έγινε τώρα)

«Ἀναστήτω ὁ Θεός, καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί Αὐτοῦ!» (Ψαλμ. ξζ΄2)
Πτολεμαΐδα, 28/4/2019
Κυριακή του Πάσχα.
Βασίλης Κερμενιώτης
Kermeniotis_b@yahoo.gr
( kermeniotis.blogspot.com (χωρίς www μπροστά))

2. ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ. ΤΟ ΕΔΑΦΙΟ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΟ ΑΠΟ ΜΟΝΟ ΤΟΥ.

Αγαπητέ κ. …… , μετά τη μελέτη των εδαφίων τα οποία είχες την καλοσύνη να μου παραθέσεις, έχω να παρατηρήσω τα εξής:
Κατ’ αρχάς, συμφωνούμε ότι σε όλα τα εδάφια επαναλαμβάνεται η αλήθεια ότι ο Θεός ανέστησε τον Χριστό. Σε κανένα όμως απ’ αυτά δεν λέει ρητά ότι «Θεό» εννοεί μόνο τον Πατέρα. Άλλωστε υπάρχει πληθώρα εδαφίων που αποδεικνύουν ότι Θεός-Γιαχβέ είναι και ο Χριστός.* Επίσης άλλα εδάφια τεκμηριώνουν ότι Θεός-Γιαχβέ είναι και το Άγιο Πνεύμα** [σ.σ. Στην Παλαιά Διαθήκη, οι  Εβραίοι, στη γλώσσα τους, ονόμαζαν τον Θεό «Γιαχβέ» που στα ελληνικά μεταφράζεται: «ὁ Ὤν», δηλαδή «ο Υπάρχων». Και Τον αποκαλούσαν έτσι,  γιατί αυτό το όνομα έδωσε ο Θεός στον Μωυσή, για να δείξει στους Ισραηλίτες ότι είναι ο μόνος αληθινός Θεός κι ότι οι «θεοί» των άλλων λαών είναι ανύπαρκτοι (Εξόδ. γ΄  13-14)].
Ας δεχθούμε όμως, κ. …… , ότι και στα δέκα εδάφια που παραθέτεις, ως «Θεό» η Καινή Διαθήκη εννοεί, αναντίρρητα, τον Πατέρα. Ισχύει λοιπόν ότι ο Πατήρ ανέστησε το Χριστό, και έχουμε μόλις ένα εδάφιο σύμφωνα με το οποίο ο Χριστός αναστήθηκε αφ’ εαυτού (Ιω. β΄ 19). Τι σημαίνει αυτό;  Ότι έχουμε ―εν είδει αθλητικού αγώνα! «σκορ» 10-1 και επομένως υπερισχύει η πρώτη αλήθεια συντρίβοντας και εξαφανίζοντας τη δεύτερη;  Γνωρίζεις πολύ καλά, κ. …… ,  ότι η Αγία Γραφή είναι θεόπνευστη όχι μόνο στο σύνολό της, αλλά και έως το τελευταίο κόμμα (,) και τελεία (.) που περιέχει. Επομένως όση ισχύ έχουν τα 10 ή τα 100 ή και τα 1000 εδάφια που επαναλαμβάνουν την πρώτη αλήθεια, άλλη τόση ισχύ και βαρύτητα έχει και το ένα και μόνο εδάφιο που υποστηρίζει ότι o Χριστός, ως Θεός, ανέστησε τον εαυτό Του (το ανθρώπινο σώμα Του).
Επομένως έχουμε δύο τινά:  Ή  η Αγία Γραφή ψεύδεται, φάσκοντας και αντιφάσκοντας, και συνεπώς δεν είναι θεόπνευστη (άπαγε της βλασφημίας), ή αληθεύουν και τα δύο, γιατί Χριστός και Θεός-Πατήρ είναι ο ίδιος Θεός, όλη η Θεία ουσία.

 3. ΤΟΣΟ Ο ΠΑΤΗΡ ΟΣΟ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΙΔΙΑ Η ΖΩΗ ΚΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. ΑΡΑ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ!

            Μάλιστα, ορισμένα από τα εδάφια που υπέδειξες συνηγορούν ευθέως υπέρ της Θεότητος του Χριστού! Συγκεκριμένα:
   Στο Πράξεων γ΄ 15 μιλάει ο Πέτρος στους Ιουδαίους και τους λέει, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «…τὸν δὲ ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς ἀπεκτείνατε, ὃν ὁ Θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, οὗ ἡμεῖς μάρτυρές ἐσμεν».  ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: «…ενώ τον αρχηγό της ζωής τον σκοτώσατε! Ο Θεός όμως τον ανέστησε εκ νεκρών και του γεγονότος αυτού εμείς [οι Απόστολοί του] είμαστε [αυτόπτες] μάρτυρες».
Εδώ βλέπουμε ότι ο Πέτρος χαρακτηρίζει τον Χριστό ως «ἀρχηγὸν τῆς ζωῆς». Ας διερευνήσουμε λοιπόν γιατί ο Απόστολος Τον αποκαλεί έτσι: Κατά το προοίμιο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, μέσα στο Θεό Λόγο «ζωὴ ἦν» (Ιω. α΄ 4). Κατά την αρχή της Α΄ Καθολικής Επιστολής του Ιωάννη, στον Υιό δεν υπήρχε απλώς ζωή, αλλά ο Υιός ήταν η ίδια η ζωή, η εξ αρχής ζωή, «ἡ ζωὴ ἡ αἰώνιος, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν» (Α΄ Ιω. α΄ 2). Στο ε΄ 12 της ίδιας Επιστολής ο Ιω­άννης τονίζει ότι «ὁ ἔχων τὸν υἱὸν ἔχει τὴν ζωήν». Στο  Κολ. γ΄ 4  ο Παύλος λέει ότι ο Χριστός είναι «ἡ ζωὴ ἡμῶν»!
     Ο ίδιος ο Χριστός υπό την εικόνα του άρτου που κατέβηκε από τον Ουρανό παρουσιάζει τον εαυτό Του ως τον χορηγό και συντηρητή της ζωής και μάλιστα ως την  ίδια τη ζωή, εφ’ όσον είναι όχι μόνο «ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς» (Ιω. στ΄ 35, 48), αλλά και «ὁ ἄρτος ὁ ζῶν» (στο στ΄ 51). Ρητά επίσης και με έμφαση διακηρύσσει, ότι Αυτός είναι «ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (στο ια΄ 25). Αλλού, πάλι, ο Χριστός βεβαιώνει ότι Αυτός είναι «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή» (στο ιδ΄ 6). Δεν λέει απλά ότι δίνει ζωή ή ότι έχει ζωή, αλλά ότι είναι η ίδια η Ζωή!

Αλλά όπως κατά την Καινή Διαθήκη ο Χριστός είναι η αυτοζωή και το πλήρωμα της ζωής, έτσι και στην Παλαιά Διαθήκη και μάλιστα λιγότερο έντονα ο Θεός-Γιαχβέ είναι εκείνος που παρουσιάζεται ως το πλήρωμα της ζωής και ονομάζεται «ὁ ζῶν»! Συγκεκριμένα, στο Εξόδ. γ΄ 14 ο Θεός φέρει το όνομα «ὁ Ὤν». Στο Αριθμ. ιδ΄ 21 λέει: «ζῶ ἐγὼ καὶ ζῶν τὸ ὄνομά μου», «ζῶ ἐγὼ»  (Δευτ. λβ΄ 40 / Ιεζ. ε΄ 11) «ζῇ Κύριος» ή «ζῇ ὁ Θεός» (Α΄ Βασ. ιδ΄ 39 / Ιώβ κζ΄ 2). Επίσης έχουμε τον χα­ρακτηρισμό του Γιαχβέ ως «ζῶντος» ή «τοῦ ζῶντος» (Δ΄ Βασ. ιθ΄ 4 / Ψαλμ. μα΄ 3 / Δαν. στ΄ 26). Δεν είναι σοβαρό να υποστηρίξουμε ότι γράφοντας «ζῶν» και «ζῶντος» η Γραφή εννοεί απλά και μόνο ότι «είναι ζωντανός». Τούτο είναι αυτονόητο για τους ανθρώπους, πολύ δε περισσότερο για τον Υιό του Θεού και τον ίδιο το Θεό! Το νόημα είναι ότι σημαίνει την ίδια τη Ζωή, την αυτοζωή.
Στην Αποκαλύψη (α΄ 17-18) ο Ιησούς διακηρύσσει: «Ἐγώ εἰμι ὁ πρῶτος καὶ ὁ ἔσχατος καὶ ὁ ζῶν, καὶ ἐγενόμην νεκρός, καὶ ἰδοὺ ζῶν εἰμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Κατά την διακήρυξη αυ­τή ο Ιησούς είναι και ονομάζεται «ὁ ζῶν», απολύτως, όπως ο Γιαχβέ στην Παλαιά Διαθήκη. Η τελευταία φράση, «καὶ ἰδοὺ ζῶν εἰμι εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων», δεν ση­μαίνει, «αφού αναστήθηκα από τους νεκρούς θα ζω πλέον αιώνια», αλλ’ εκφράζει το εξής παράδοξο: «Έγινα νεκρός, και όμως είμαι ζών πάντοτε· ούτε μια στιγμή δεν πέθανα!». Ο Χριστός πέθανε ως άνθρωπος, αλλά ως Θεός δεν πέθανε ποτέ. Ο Ιησούς μιλούσε έτσι, διότι είχε την συνείδηση ότι είναι Θε­ός, ο ίδιος ο Γιαχβέ· ὁ Ὤν και ὁ Ζῶν.
Με το όνομα «ὁ ζῶν» διακηρύχθηκε ο Ιησούς και από τους δύο μηνυτές της Ανάστασης αγγέλους, οι οποίοι είπαν προς τις μυ­ροφόρες: «Τί ζητεῖτε τὸν ζῶντα μετὰ τῶν νεκρῶν;» (Λουκ. κδ΄ 5). Και ο λόγος αυτός περιέχει το στοιχείο του παράδοξου. Δεν σημαίνει: «Γιατί ζητάτε ανάμεσα στους νεκρούς εκείνον που ήδη αναστήθηκε και ζεί;», αλλά σημαίνει: «Γιατί ζητάτε ανάμεσα στους νεκρούς εκείνον που είναι και ονομάζεται “ὁ ζῶν;».  Όπως τονίζει ο Ιωάννης στον προτελευταίο στίχο της Α΄ Καθολικής Επιστολής του, ο Ιησούς Χριστός «οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος» (Α΄ Ιω. ε΄ 20), δηλαδή Αυτός ο ίδιος είναι ο αληθινός Θεός και η αιώνια Ζωή!
Συμπέρασμα: Ο Ιησούς είναι το πλήρωμα της Θεότητος και της Ζωής.

4. ΤΟΣΟ Ο ΠΑΤΗΡ ΟΣΟ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΥΡΙΟΙ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ. ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ!

   Άλλο ένα εδάφιο απ’ αυτά που επικαλέσθηκες, κ. …….., και που αναδεικνύει τη Θεότητα του Χριστού, είναι το Εβραίους ιγ΄ 20: «Ὁ δὲ Θεὸς τῆς εἰρήνης, ὁ ἀναγαγὼν ἐκ νεκρῶν τὸν ποιμένα τῶν προβάτων τὸν μέγαν ἐν αἵματι διαθήκης αἰωνίου, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν». ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: «Ο Θεός της ειρήνης που ανέστησε από τους νεκρούς και ανέβασε στους Ουρανούς, στα δεξιά Του, τον μέγα ποιμένα των [λογικών] προβάτων, τον Κύριο ημών Ιησού [Χριστό], ο οποίος προσέφερε [επί του Σταυρού ως λυτρωτική θυσία] το αίμα Του, [για να συνάψει και επικυρώσει] την αιώνια Διαθήκη».
Κατά πρώτον,  εδώ ο Απόστολος Παύλος αποκαλεί το Χριστό «Κύριον ἡμῶν» (με κεφαλαίο κάπα!). Όμως, έτσι αποκαλείται ο Γιαχβέ στην Παλαιά Διαθήκη (Ψαλμ. η΄ 2), καθώς και στην Αποκάλυψη! (Αποκ. ια΄ 15).  Άλλωστε, είναι πασιφανές και αυτονόητο ότι ο μοναδικός που δικαιούται να κληθεί «Κύριός μας»= Κύριος και εξουσιαστής όλων των ανθρώπων, είναι ο Θεός-Γιαχβέ! 
Σε άλλη επιστολή  του Αποστόλου Παύλου ο Ιησούς καλείται «Κύριος πάντων» (Ρωμ. ι΄ 12), έκφραση συνώνυμη και ισοδύναμη με το “Παντοκράτωρ”. «Παντοκράτωρ» ονομάζεται, ρητά, ο Χριστός στην Αποκάλυψη (Αποκ. α΄ 8). Αλλά ο χαρακτηρισμός αυτός είναι ―ας μου επιτραπεί η έκφραση― «το σήμα-κατατεθέν» του Γιαχβέ! (Μαλαχ. γ΄ 1 / Ωσ. Ιβ΄ 6 (5) / Αμως δ΄ 13 και ε΄ 14,15,16  / Β΄ Βασιλ. ζ΄ 26,27 / Αγγαίου α΄ 14  /  Ζαχαρ. ιβ΄ 5)
    Αλλού πάλι ο Χριστός καλείται: «Κύριος κυρίων» (Αποκ. ιζ΄ 14). Έτσι όμως αποκαλείται ο Γιαχβέ! (Δευτερ. ι΄ 17 / Ψαλμ. ρλε΄ [ρλστ΄] 3 / Α΄ Τιμοθ. στ΄ 15).
Συμπέρασμα: Ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος του σύμπαντος και του ανθρώπινου γένους, διότι είναι Θεός!

5. ΤΟΣΟ Ο ΠΑΤΗΡ ΟΣΟ ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΜΕΝΕΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΜΕ ΑΠΟΛΥΤΗ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ. ΑΡΑ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ!

   Σε άλλο σημείο του ίδιου εδαφίου (Εβραίους ιγ΄ 20) o Παύλος ονομάζει τον Ιησού «μέγα ποιμένα τῶν προβάτων», δηλαδή ποιμένα με την ύψιστη έννοια. Ο ίδιος ο Χριστός μιλάει περί «ἰδίων προβάτων» (Ιω. ι΄ 3, 4, 12)· λέει «τὰ πρόβατα τὰ ἐμὰ» (στίχ. ι΄: 27), δηλαδή μιλάει για «δικά Του» πρόβατα. Όμως, στην Παλαιά Διαθήκη ο Γιαχβέ είναι αυτός που λέει: «τά πρόβατά μου» (Ιερ. κγ΄ 2 / Ιεζ. λδ΄ 6, 8, 10, 11 κ.ά.).
Επίσης ο Ιησούς λέει: «Καὶ ἄλλα πρόβατα ἔχω ἃ οὐκ ἔστιν ἐκ τῆς αὐλῆς ταύτης» (Ιω. ι΄ 16). Στους στίχους 11 καί 14 διακηρύσ­σει: «᾽Εγώ εἰμι ὁ ποιμὴν ὁ καλός». Δεν λέει: «᾽Εγώ εἰμι ποιμὴν καλός» ούτε «᾽Εγώ εἰμι ὁ καλός ποιμὴν», αλλά κάτι ακόμη ισχυρότερο: «᾽Εγώ εἰμι ποιμὴν καλός»! Επομένως, ο Χριστός καθίσταται μοναδικός Ποιμένας! Στην Καινή Διαθήκη, λοιπόν, ο Ιησούς εμφανίζεται ως ο Ποιμήν με απόλυτη και αποκλειστική έννοια, ενώ η εικόνα του Θεού-Πατρός ως ποιμένα ή δεν εμφανίζεται καθόλου ή φαίνεται έμμεσα.

             Σε πολλά σημεία  της Παλαιάς Διαθήκης ο Γιαχβέ εμφανίζεται ως ο μοναδικός και αποκλειστικός Ποι­μένας του λαού: Έτσι κατά το Ψαλμ. οθ΄ (π΄): 1,2 ο Γιαχβέ είναι «Ὁ ποιμαίνων τὸν Ἰσραήλ, ὁ ὁδηγῶν ὡσεὶ πρόβατα τὸν Ἰωσήφ». Στον Εκκλησιαστή ιβ΄ 11 γίνεται λόγος περί «ποιμένος ἑνός», προφανώς του Θεού, ο οποίος, σε αντίθεση προς τους πολλούς και με σχετική έννοια ποιμένες, είναι ο ένας και με απόλυτη έννοια Ποιμήν. Στο Ωσηέ ιγ΄ 5 ο Γιαχβέ λέει προς τον Ισραήλ: «Ἐγὼ ἐποίμανόν σε ἐν τῇ ἐρήμῳ», δηλαδή «Εγώ σε ποίμανα στην έρημο».

 

Ως ποιμένα παρουσιάζει ο Χριστός τον εαυτό Του και στην ομιλία Του για την τελική Κρίση: «Καὶ συναχθήσονται ἔμπροσθεν αὐτοῦ [τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου] πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφορίσει αὐτοὺς ἀπ᾽ ἀλλήλων, ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων» (Ματθ. κε΄ 32-33). Αυτόν τον διαχωρισμό των «προβάτων» από τα «ερίφια», που εδώ ο Χριστός ισχυρίζεται ότι θα τον κάνει ο ίδιος, ο προφήτης Ιεζεκιήλ βεβαιώνει ότι θα τον κάνει ο ίδιος ο Γιαχβέ: «Τάδε λέγει Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ διακρινῶ ἀναμέσον προβάτου καὶ προβάτου, κριῶν καὶ τράγων» (Ιεζ. λδ΄ 17)!

Επίσης, στο ίδιο κεφάλαιο του Ιεζεκιήλ (λδ΄) λέει ο Γιαχβέ: «τὸ ἀπολωλὸς ζητήσω καὶ τὸ πλανώμενον ἐπιστρέψω» (στιχ. 16) και «καί σώσω τά πρόβατά μου» (στιχ. 22).  Στο Λουκ. ιθ΄ 10, όμως, ο Ιησούς είναι αυτός που δηλώνει για τον εαυτό Του: «Ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός».
 Ο Γιαχβέ, ο οποίος μιλάει δια μέσου του προφήτη Ιεζεκιήλ, παρουσιάζεται δυσαρεστημένος από τους κακούς ποιμέ­νες και λέει με έμφαση: «Τάδε λέγει Κύριος Κύριος· ἰδοὺ ἐγὼ ἐκζητήσω τὰ πρόβατά μου καὶ ἐπισκέψομαι αὐτά» (Ιεζ. λδ΄, 11), «Ἐγὼ βοσκήσω τὰ πρόβατά μου καὶ ἐγὼ ἀναπαύσω αὐτά» (Ιεζ. λδ΄, 15). Η έννοια είναι: «Εγώ, όχι άλλος· εγώ προσωπικά». 
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε πόσο «πονοκέφαλο» θα προκαλούσε στους Ιουδαίους Ραββίνους το προτελευταίο εδάφιο. Θα αναρωτιόντουσαν: «Μα αφού ο Γιαχβέ είναι πανταχού παρών, ήδη βρίσκεται ανάμεσα στα “πρόβατά του” (δηλαδή στο λαό του). Με ποιόν ιδιαίτερο τρόπο θα “τα επισκεφθεί”;». Ο Γιαχβέ, λοιπόν, πραγματοποίησε αυτή την υπόσχεσή Του γενόμενος άνθρωπος.
 (Το ίδιο αινιγματικά είναι τα λόγια του Γιαχβέ στο Ζαχαρ. ιβ΄ 10 [στο εβραϊκό κείμενο] . Μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο ο Γιαχβέ λέει: «Καί θά ἐπιβλέψουν πρός ἐμέ, τόν ὁποῖο ἐξεκέντησαν [=λόγχισαν]». Ακόμη απορούν οι Ραββίνοι: «Ο Γιαχβέ είναι πνεύμα, πώς είναι δυνατόν να λογχισθεί;». Την απάντηση δίνει το Αποκ. α΄ 7 (σε συνάφεια με το Ματθ. κδ΄ 30): Αυτός τον οποίο «εξεκέντησαν» είναι ο Θεάνθρωπος Χριστός. Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε όταν ένας από τους στρατιώτες με τη λόγχη του κέντησε το πλευρό του Ιησού. Συμβολικά, τη στιγμή εκείνη όλοι οι αμαρτωλοί άνθρωποι «εξεκέντησαν» το Χριστό).
Στο Ιω. ι΄ 16 ο Χριστός λέει για τον Εαυτό Του: «Καὶ τῆς φωνῆς μου ἀκούσουσιν, καὶ γενήσονται μία ποίμνη, εἷς ποιμήν», δηλαδή «ένας ποιμένας», έννοια η οποία, εκτός από τον ίδιο, συμπεριλαμβάνει και τον Πατέρα, όπως φανερώνει ο λόγος του Χριστού στους στίχους 28-30. Θέλει να πει ότι τόσο ο Υιός όσο και ο Πα­τήρ είναι Ποιμένες με απόλυτη έννοια, εφ’ όσον τα πρόβατα βρίσκον­ται τόσο στο χέρι του Χριστού (στίχ. 28) όσον και στο χέρι του Πατρός (στίχ. 29).
Αλλά ο λόγος στους στίχ. 28-29 περιέχει τρία παράδοξα:

Πρώτο, ότι τα πρόβατα βρίσκονται στο χέρι του Πατρός, παρ’ όλο που ο Πατήρ «δέδωκε» αυτά στο Χριστό,

Δεύτερο, ότι συγχρόνως βρίσκονται στο χέρι δύο διακεκριμένων μεταξύ τους προσώπων, και

Τρίτο· το «χέρι» του Χριστού συγχέεται με το «χέρι» του Πατρός («οὐχ ἁρπάσει τις αὐτὰ ἐκ τῆς χειρός μου», διότι «οὐδεὶς δύναται ἁρπάζειν ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ Πατρός»).

 Απάντηση στα παράδοξα αυτά δίνει ο λόγος του Χριστού στο στίχο 30: «Ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν». (= «Εγώ και ο Πατέρας είμαστε ένα»).  Ο Υιός και ο Πατήρ ως πρόσωπα είναι δύο, αλλά ως ουσία είναι ένα, ένας Θεός ή Γιαχβέ, και έχουν κοινή «χείρα», δηλα­δή μία δύναμη. 
Συναφώς, επίσης, ο Χριστός στο στίχ. 38 λέει: «Ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν τῷ πατρί». Ο Πατήρ είναι μέσα στην ου­σία του Υιού και ο Υιός μέσα στην ουσία του Πατρός, αφού έχουν κοινή ουσία ως πρόσωπα της Θεότητος.
 Συμπέρασμα: Ο Χριστός είναι ο ένας και μοναδικός Ποιμήν, ως Θεός.

 6. ΕΠΙΛΟΓΟΣ. ΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ, ΓΚΡΕΜΙΖΟΝΤΑΙ  ΣΥΘΕΜΕΛΑ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ!

      «Οὗτός [ὁ Χριστός] ἐστιν ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος»· «Ἐν ἐμοὶ ὁ Πατὴρ»· «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν»· «Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή»: Ποιός άνθρωπος ή Άγγελος θα τολμούσε ποτέ να εκστομίσει τέτοια λόγια; Αν το έκανε, θα ήταν ο χειρότερος βλάσφημος!
 Αν λοιπόν, κ. ………, ο Χριστός δεν είναι Θεός-Γιαχβέ, τότε αυτός και οι μαθητές του υπήρξαν οι μεγαλύτεροι ψεύτες, απατεώνες, βλάσφημοι και θεομάχοι που πάτησαν ποτέ το πόδι τους στη Γη (Άπαγε της βλασφημίας! Συγχώρησέ με Κύριε).

23  Φεβρουαρίου 2003

Με εκτίμηση
Βασίλης  Κερμενιώτης


*  Φιλιπ. β΄ 6–7 / Ιω. ιστ΄ 15 και ιζ΄ 10 / Αποκ. ιζ΄ 14 / Ιούδα 4 / Ιω. α΄ 1 / Ησαϊα θ΄ 6 / Ψαλμ. μδ΄ 7 [με΄ 6] σε συνδυασμό με το Εβρ. α΄ 6 / Β΄ Πέτρ. α΄ 1 / Ρωμ. θ΄ 4-5  / Τιτ. β΄ 13-14  / Α΄ Ιω. ε΄ 20 /  Ιω. κ΄ 28 / Ρωμ. ι΄ 12/ Αριθμ. κα΄ 4-6 σε συνδυασμό με το Α΄ Κορ. ι΄ 9 / Β΄ Θεσ. α΄ 12 /  Ησαϊα στ΄ 8-10  σε συνδυασμό με το Ιω. ιβ΄ 40-41  κ.α.

**  Εξόδ. ιζ΄ 2 σε συνδυασμό με το Εβρ. γ΄ 7-9 / Γέν. α΄ 26-27 σε συνδυασμό με το Ιώβ λγ΄ 4. Είναι πρόσωπο: Πράξ. κ΄ 28 και ι΄ 19-20 / Εφεσ. δ΄ 30. Επίσης δεν είναι αποκλειστικά και μόνο «η δύναμις του Θεού» γιατί σαφώς διακρίνεται και διαχωρίζεται απ’ αυτήν:  Πράξ. ι΄ 38 / Α΄ Κορ. β΄ 4 / Α΄ Θεσ. α΄ 5.