Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

12 Mύθοι για την οστεοαρθρίτιδα, που δεν πρέπει να πιστεύουμε


Έχει από καιρό αποδειχτεί ότι ένας από τους πλέον αποφασιστικούς παράγοντες για τη θεραπεία κάποιου ζητήματος υγείας είναι το ίδιο το πάσχον άτομο και η αντίδρασή του. 
Το πόσο γρήγορα θα αντιληφθεί το πρόβλημα, το πόσο γρήγορα θα πάει στον γιατρό, το αν ο γιατρός θα είναι ο κατάλληλος για την περίσταση, όλα παίζουν τον ρόλο τους για την τελική έκβαση και πιο πολύ το αν θα ακούσει τις συμβουλές του γιατρού με «ευήκοα ώτα», αφήνοντας κατά μέρος τις όποιες δοξασίες τις σχετικές με το πρόβλημά του. 
Μια σειρά από τέτοιες δοξασίες, μύθους αν προτιμάτε, για την οστεοαρθρίτιδα έρχεται να διαλύσει το άρθρο που ακολουθεί, για αυτόν ακριβώς το λόγο που πρέπει να διαλύεται κάθε μύθος σχετικός με νόσο. Για καλύτερη υγεία.
Η οστεοαρθρίτιδα σε αριθμούς
Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πάσχουν από οστεοαρθρίτιδα, την πιο συχνή μορφή αρθρίτιδας και μία από τις κύριες αιτίες αναπηρίας στη μέση και τρίτη ηλικία.
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, το 2016 έπασχε από οστεοαρθρίτιδα στο γόνατο το 3,8% του πληθυσμού (265 εκατομμύρια άνθρωποι), ενώ σχεδόν το 1% είχε οστεοαρθρίτιδα στο ισχίο (πάνω από 68 εκατομμύρια άνθρωποι). Από τους ασθενείς αυτούς, περισσότεροι από ένας στους έξι έχουν μέτρια έως σοβαρή αναπηρία εξαιτίας της νόσου.
Παρότι όμως η οστεοαρθρίτιδα είναι πολύ συνηθισμένη, πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να πιστεύουν διάφορες δοξασίες γι' αυτήν. Μερικές από τις πλέον διαδεδομένες είναι οι παρακάτω, αναφέρει ο Δρ. Φώτης Τσούκας, Διευθυντής Ορθοπαιδικής Κλινικής Metropolitan Hospital, Πιστοποιημένος Χειρουργός Ρομποτικής Ορθοπαιδικής γόνατος και ισχίου με εξειδίκευση σε: Ρομποτική Χειρουργική Γόνατος – Ισχίου ΜΑΚΟPlasty, Ολική Αρθροπλαστική Γόνατος με πλοήγηση μέσω υπολογιστή CAS (Computer Assisted Surgery), Ελάχιστα Επεμβατική Χειρουργική.
«Η οστεοαρθρίτιδα αποτελεί φυσιολογική συνέπεια του γήρατος»
Η αλήθεια: οι πιθανότητες εκδήλωσης οστεοαρθρίτιδας αυξάνονται καθώς μεγαλώνουμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως η νόσος είναι αναπόφευκτη, ούτε ότι την εκδηλώνουν μόνο οι ηλικιωμένοι. Στην πραγματικότητα, οι τραυματισμοί, η παχυσαρκία, το οικογενειακό ιστορικό και οι αδύναμοι μύες παίζουν ρόλο στην ανάπτυξή της, ακόμα και σε νεότερες ηλικίες απ' ό,τι θα περίμενε κανείς (και σε νέους ανθρώπους 20 ή 30 ετών). Αντιθέτως, η συστηματική άσκηση και το υγιές σωματικό βάρος μπορεί να μειώσουν τις πιθανότητες εκδήλωσής της.
«Η οστεοαρθρίτιδα δεν είναι σοβαρό πρόβλημα»
Η αλήθεια: είναι γεγονός πως η οστεοαρθρίτιδα από μόνη της δεν είναι θανατηφόρος ασθένεια. Ωστόσο αν ο ασθενής αφεθεί χωρίς θεραπεία, η ζωή με τους πόνους που προκαλεί η αρθρίτιδα μπορεί τελικά να τον οδηγήσει στην ακινησία, στην απομόνωση στο σπίτι ή/και στην βαριά κατάθλιψη και κάθε μία από αυτές τις καταστάσεις μπορεί να έχει επιπτώσεις στην ποιότητα και στη διάρκεια της ζωής. Επομένως, όποιος έχει επίμονα συμπτώματα στις αρθρώσεις, πρέπει να συμβουλεύεται έναν γιατρό για να κάνει την απαιτούμενη θεραπεία.
«Η οστεοαρθρίτιδα προκαλεί δυσκαμψία που διαρκεί όλη μέρα»
Η αλήθεια: η δυσκαμψία που διαρκεί επί ώρες ή όλη την ημέρα συνήθως είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, που είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα. Στην οστεοαρθρίτιδα ο ασθενής μπορεί να ξυπνήσει με πόνους και δυσκαμψία, που όμως υποχωρούν μέσα στο πρώτο ημίωρο, καθώς χαλαρώνουν οι αρθρώσεις με την κίνηση. Στην πορεία της ημέρας ο πόνος μπορεί να επιστρέψει. Εξαίρεση σε αυτό αποτελεί η οστεοαρθρίτιδα στο χέρι, στα πρώτα στάδια της οποίας η δυσκαμψία μπορεί να επιμείνει όλη την ημέρα.
«Οι ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα πρέπει να αποφεύγουν τη γυμναστική»
Η αλήθεια: ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Οι ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα πρέπει να γυμνάζονται διότι η άσκηση αυξάνει τη ροή του αίματος και έτσι αρθρώσεις και μύες αιματώνονται καλύτερα. Έχει όμως σημασία το είδος της ασκήσεως. Αν κάποιο άτομο πάσχει από οξεία οστεοαρθρίτιδα, καλό είναι να προτιμήσει κολύμβηση, περπάτημα, ποδηλασία, ασκήσεις στο νερό, ασκήσεις με βάρη και γενικώς χαμηλής πρόσκρουσης ασκήσεις. Ειδάλλως, μπορεί να επιλέξει ό,τι του αρέσει, ακόμα και ελαφρύ τζόκινγκ (αρκεί να είναι μη ανταγωνιστικό).
«Η οστεοαρθρίτιδα αντιμετωπίζεται με παυσίπονα φάρμακα»
Η αλήθεια: η θεραπεία δεν αρχίζει ούτε τελειώνει με τα φάρμακα. Η πρώτης γραμμής θεραπεία για την οστεοαρθρίτιδα μπορεί να συμπεριλαμβάνει ανάπαυση, απώλεια βάρους, ασκήσεις, ψυχρά ή θερμά επιθέματα, χρήση ορθωτικών (είναι συσκευές που ευθυγραμμίζουν τις αρθρώσεις) ή/και φάρμακα. Η θεραπεία καθορίζεται από τον γιατρό για κάθε ασθενή ξεχωριστά εξηγεί ο Δρ. Τσούκας.
«Για να μειωθεί ο πόνος, ο ασθενής πρέπει να χάσει πολλά κιλά»
Η αλήθεια: δεν χρειάζεται να είναι ακραία η απώλεια βάρους για να παρατηρήσει ο ασθενής διαφορά στα συμπτώματά του. Αν το υπέρβαρο άτομο χάσει το 10% του αρχικού βάρους του, ο πόνος της οστεοαρθρίτιδας μπορεί να μειωθεί κατά 50%. Μελέτες έχουν δείξει πως για κάθε 0,5 κιλό που χάνει κάποιος, οι πιέσεις στα γόνατά του μειώνονται κατά 2 κιλά.
«Η οστεοαρθρίτιδα αντιμετωπίζεται με ενέσεις στις αρθρώσεις»
Η αλήθεια: υπάρχουν δύο ειδών ενδαρθρικές ενέσεις, η μία με γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη) και η άλλη με υαλουρονικό οξύ, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε επιλεγμένους ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα γόνατος. Ωστόσο, οι ενδαρθρικές ενέσεις κορτικοειδών τείνουν να εγκαταλειφθούν, επειδή νεότερα επιστημονικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι μπορεί να επιδεινώνουν την εξέλιξη της οστεοαρθρίτιδας.
«Οι περισσότεροι ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα χρειάζονται τελικά εγχείρηση»
Η αλήθεια: η εγχείρηση δεν είναι η τυπική έκβαση για τους περισσότερους ασθενείς. Το αν θα χρειαστεί να χειρουργηθούν ή όχι εξαρτάται από το αν υιοθετούν τα απαιτούμενα μέτρα στον τρόπο ζωής (π.χ. να χάσουν τα περιττά τους κιλά, να γυμνάζονται) και από το αν ανταποκρίνονται στις συντηρητικές (δηλαδή τις μη χειρουργικές) θεραπείες.
«Για να χειρουργηθεί ο ασθενής, πρέπει να περιμένει μέχρι να μην μπορεί να περπατήσει»
Η αλήθεια: η οστεοαρθρίτιδα είναι μια εκφυλιστική νόσος. Όταν είναι ήπια έως μέτρια, τα συμπτώματά της κατά κανόνα καταπραΰνονται με τις συντηρητικές θεραπείες. Αν όμως ο ασθενής αρχίσει να μην βλέπει βελτίωση, να κλείνεται στο σπίτι επειδή πονάει, να πονάει ακόμα και όταν είναι ακίνητος ή ξαπλωμένος ή/και να μην κοιμάται από τον πόνο το βράδυ, πρέπει να εξετάσει σοβαρά το ενδεχόμενο της εγχείρησης. Το ίδιο και αν αρχίσει να παραμορφώνεται η προσβεβλημένη άρθρωση.
«Η εγχείρηση πρέπει να καθυστερεί όσο το δυνατόν περισσότερο, γιατί τα εμφυτεύματα έχουν μικρή διάρκεια ζωής»
Η αλήθεια: με τις σύγχρονες, προηγμένες μεθόδους όπως η ρομποτικά υποβοηθούμενη αρθροπλαστική και τα καινοτόμα βιοϋλικά, η διάρκεια ζωής των νέων αρθρώσεων έχει αυξηθεί σημαντικά, εφόσον βέβαια ο ασθενής τηρεί τις μετεγχειρητικές οδηγίες του γιατρού. Αναλόγως με το υλικό και τον τρόπο ζωής του ασθενούς, ένα εμφύτευμα μπορεί πλέον να αντέξει ακόμα και 20-25 χρόνια.
«Από μια ηλικία και μετά, δεν επιτρέπεται να γίνει εγχείρηση»
Η αλήθεια: κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από το σωματικό βάρος και την ηλικία του, μπορεί να είναι υποψήφιος για κλασική ή ρομποτική ολική αρθροπλαστική, διότι το κριτήριο είναι ο πόνος και η αναπηρία του και όχι τα κιλά ή τα χρόνια του. Ειδικά η ρομποτική εγχείρηση ενδείκνυται και για ειδικές ομάδες ασθενών, όπως τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, με ενδεχόμενη μυϊκή αδυναμία και παχυσαρκία. Ωστόσο μπορεί να είναι λιγότερο κατάλληλη για όσους έχουν ήδη υποβληθεί σε άλλες χειρουργικές επεμβάσεις στις ίδιες αρθρώσεις (δεν θα μπορεί να γίνει σωστή χαρτογράφησή τους) και για όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας που μπορεί να επιβραδύνουν την επούλωση της χειρουργικής τομής.
«Η ανάρρωση από την αρθροπλαστική διαρκεί πολλούς μήνες»
Η αλήθεια: εξαρτάται από το είδος της αρθροπλαστικής που θα κάνει ο ασθενής, την εξειδίκευση του γιατρού και το κατά πόσο θα τηρήσει ο ασθενής τις μετεγχειρητικές οδηγίες (συμπεριλαμβάνουν φυσικοθεραπεία, ασκήσεις, διατροφή κ.λπ.). Με τις σύγχρονες, ελάχιστα επεμβατικές αρθροπλαστικές όπως η ρομποτική, οι ασθενείς συνήθως βρίσκονται σε θέση να επαναλάβουν τις περισσότερες καθημερινές δραστηριότητές τους μέσα σε 3-6 εβδομάδες. Μέσα σε 6-8 εβδομάδες μπορούν και να οδηγούν, ενώ η ενασχόληση με τα σπορ μπορεί να καθυστερήσει περισσότερο (μπορεί να χρειαστούν έως και 12 εβδομάδες, αναλόγως με το είδος του αθλήματος), καταλήγει ο Δρ. Τσούκας.