Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2017

Το Πανωπροίκι. (Το Κυριακάτικο λαογραφικό σημείωμα του Χρήστου Τούμπουρου)

Γράφει ο Χρήστος Τούμπουρος

Ως προίκα ορίζεται η υπό της γυναικός ή άλλου χάριν αυτής παροχή προς τον άνδρα χρημάτων ή άλλων ωφελημάτων προκειμένου να απαλλαγεί αυτός από τα βάρη του γάμου. Και τι βάρη …. Ασήκωτα! Με λίγα λόγια η γυναίκα λογιζόταν ως εμπόρευμα και επί του εμπορεύματος αυτού ο άνδρας, ο αφέντης, ο πρώτος, ο κεχαγιάς, ο πουτσαράς…, αποκτούσε εμπράγματο δικαίωμα…
Αργότερα η λέξη προίκα άρχισε να έχει σχέση και με την πολιτική. «Δεν θα κατέλθω πλέον ως υποψήφιος. Θα πολιτευθεί ο υιός μου.» Λόγια βουλευτού που αποδεικνύουν την αντίληψη περί προίκας που επικρατεί και στην πολιτική πραγματικότητα. «Ο βουλευτής έφυγε από το κόμμα παίρνοντας μαζί και την προίκα του, τους προσωπικούς του ψηφοφόρους», που με την Τζουμερκιώτικη λαλιά θα λέγαμε «παίρνοντας μαζί τα ζωντανά του.»
Ποιος δεν θυμάται εκείνα τα βιβλιάρια υπέρ των απόρων κορασίδων, που συνιστούσαν την προίκα κάθε φτωχής κοπελιάς, ποιος δεν θυμάται εκείνη την προίκα της Σοφίας, της πριγκίπισσάς μας, της θυγατέρας της Φρειδερίκης, που πραγματοποιήθηκε από το υστέρημα των πενόμενων Ελλήνων, όταν παντρεύτηκε τον Χουαν Καρλος; Πέραν του γεγονότος πως «για να στολιστούν οι δύο εκκλησίες χρησιμοποιήθηκαν 80.000 τριαντάφυλλα και γαρίφαλα…»
Το πρόβλημα όμως για κάθε γονιό ήταν το πανωπροίκι, το συμπλήρωμα δηλαδή της κανονικής προίκας. Κι αυτό γινόταν συνέβαινε όταν  η γυνή να «είχε τη σαμπρέλα τρύπια», «να είχε καλαφατιστεί προ γάμου», γενικά άμα ο γαμπρός την έβρισκε «χαλασμένη.» Ε, τότε έμπαινε στη μέση και το πανωπροίκι. Ήταν κάτι ας πούμε ένα «μπάλωμα» για το χάλασμα, μια «φόλα» για την τρύπα στο τσαρούχι. Το πανωπροίκι λεγόταν και απανωπροίκι, εξώπροικα και παράφερνα. (Φερνή σημαίνει προίκα). Μεταφορικά η λέξη πανωπροίκι, μετά την κατάργηση της προίκας σημαίνει επιπλέον προμήθεια. Είναι τα περίφημα μπόνους, ελληνιστί πανωπροίκια. Όρος που χρησιμοποιείται πολλαπλώς στον πολιτικό λόγο. «Η σύμβαση περιέχει και τόσα πανωπροίκια!»


Ο θυμόσοφος λαός το είπε χαρακτηριστικά: «Η γριά παντρειά δεν ήλπιζε, πανωπροίκι γύρευε.» Όταν επρόκειτο για υπερβολικές απαιτήσεις. Το λέει και το δημοτικό τραγούδι: «Άιντε τρείς χρόνους γράφουν τα προικιά,/και τρείς τα πανωπροίκια, Κωνσταντάκη μου,/και τρείς τα πανωπροίκια, λεβεντάκη μου.»Ήταν μεγάλη η πομπή η γυναίκα να τη βρει ο άντρας «μαγαρισμένη», με επιστημονικούς όρους «διακορευμένη». (Μη με ρωτήσει κανείς τι γινόταν σε παρόμοια περίπτωση σαν της βασίλισσάς μας της Αμαλίας που «έπασχεν» από δυσπλασία της μήτρας και ήταν αδύνατη η τοιαύτη διακόρευσις, αλλά μόνο θα επιτυγχάνονταν με χειρουργικό νυστέρι! Τα έριχναν στην «αστησία» του Όθωνα και πάει λέγοντας.)
Εδώ τα πράγματα αλλάζουν. «Ξενοκαλαφατισμέν’ εμείς δεν θέλουμε. Να τ’ν έχετε και να τ’ν λουζόσαστε. Δευτεράτζες δεν μπαίνουν στο σπίτι μας. Αχ, έμπλεξε αυτό το ζ’λάπ το δ’κό μας. Στραβοβδομάδα την εμάζωξε.» Έλεγε κι άλλα κι άλλα η πεθερά, όταν έδινε οδηγίες στον εκπρόσωπο της οικογένειας που θα μεταβίβαζε τα χαμπέρια στον πατέρα της νύφης. Φουρλάτιαζε για τα καλά.
Αξιόλογο είναι και το περιστατικό.
«Δε χασομέρ’σι, φώναξε ανάμερα τον γαμπρό της, τάχα να του δείξει σε ποιο κριάρι είχαν το κουδούν’ που είχαν –τάχα- ξεχάσει τότε, με τα προικιά που χώρισαν τα ζώα. Αμίλητος εκείνος και σοβαρός, έκαμε λίγο παρέκεια απ’ τους άλλους, να μη δείξει και στόχο και παρά τη θέλησή του, χώθηκε μέσα στο μαντρί, αποκοντά απ’ αυτήν.
-Κάτσε να το ξεβ’λώσω και ακούρμα τι βρόντο κάνει…, είπε κι έβγαλε τα ριντζοπάνια… Κράτα τη χούφτα σου, είπε και έκαμε πως τάχα κουνάει να βροντήξει το παλιοκούδουνο, ενώ ξαπήδαγαν… πρρρρ… καμιά δεκαπενταριά- εικοσαριά ολοστρόγγυλες λιρούλες(…)
-Βλέπ’ς, γαμπρούλη μ’, τι καλά βροντάν; Βλέπ’ς τι καλόν σ’ ‘εχου ιγώ; Κοίτα κακομοίρη μ’, μη μάθ’ κανένας τίπουτα. Κάηκες φουκαρά μ’! Ιγώ κι ισύ… Σαούρα!» Δημήτρης Παππάς, Τζουμερκιώτικα Λαογραφικά, Τόμος Γ΄
Και για όποιον αμφισβητήσει τα λεγόμενα ή τα χαρακτηρίσει υπερβολικά παραθέτω απόσπασμα από απόφαση Συλλόγου Καθηγητών, σε κάποιο Γυμνάσιο, εκεί στα Τζουμέρκα, το σωτήριο έτος 1959. Θαυμάστε Παιδαγωγική συμπεριφορά και ήθος. « Η διακόρευσις της νεάνιδος (…) εγένετο την τρίτην (3ην) μ. μεσονύκτιον ώραν, εντός του δωματίου του μαθητού, εις το οποίο μετέβη η νεάνις, ήτις κατά τα συμπεράσματα πάντων προεκάλεσεν τούτον εις συνουσίαν, και δυνάμεθα να είπωμεν, δυστυχώς, μετά πλήρους πεποιθήσεως, ότι αύτη απεστάλη σκοπίμως εις το δωμάτιον του μαθητού…»

Όχι, δεν χρειάστηκε πανωπροίκι. Παντρεύτηκαν και έκαναν μια άριστη οικογένεια!