-Ορίστε η άδεια, ορίστε και το δίπλωμα.
-Κύριε, πηγαίνατε με μεγαλύτερη ταχύτητα από ότι προβλέπεται…Είμαι υποχρεωμένος να σας επιδώσω κλήση.
-Μάλιστα να μου την επιδώσετε, αλλά κάντε λιγάκι γρήγορα σας παρακαλώ.
Βλέπει και την κάρτα στο παμπρίζ, δημοσιογραφικό το όχημα και του εξάπτει την περιέργεια…
-Μπα, δημοσιογράφος;;; Πώς και από τα μέρη μας, έγινε κανά έγκλημα;;; (χιουμοράκι το όργανο).
-Όχι κύριε δεν έγινε από όσο γνωρίζω έγκλημα, στα Θεοδώριανα θέλω να πάω.
-Στο πανηγύρι, ααα ωραία θα είμαι και εγώ εκεί !!! Δεν θα σας κόψω κλήση, μα να προσέχετε, ο δρόμος έχει πολλές στροφές…
Θαύμα, θαύμα!!!
Αφήνοντας πίσω μου τον κάμπο και την είσοδο της πόλης της Άρτας, στο παλιό στρατόπεδο, μπαίνω στην Εθνική οδό Άρτας – Τρικάλων, περνάω το χωριό Πέτα, γνωστό από την μεγάλης σημασίας μάχη και ανηφορίζω προς Μελάτες- Κάτω Αθαμάνιο- Βουργαρέλι, Αθαμάνιο. Έχω μπει πια για τα καλά στα ριζοβούνια και όντως ο δρόμος αλλάζει προφίλ.
Αφήνω την Εθνική και πιάνω τον ανήφορο, αριστερά ακολουθώντας την πινακίδα που γράφει: Θεοδώριανα 16 χλμ.
Άσφαλτος φυσικά μα με πολλές στροφές και αρκετές από αυτές »ανάποδες».
Θέλω να φτάσω στη ράχη του Σταυρού, στα 1400μ. υψόμετρο, με σωστό φως για να φωτογραφήσω τον Αχελώο και κάμποσα από τα Τζουμερκοχώρια, μακριά τα Άγραφα, μέχρι χαμηλά ο Αμβρακικός κόλπος , στα πόδια μου. Η θέα μαγευτική.
Η μουσική στο αυτοκίνητο επιβεβλημένη…
Ψηλά στην Κωστηλάτα, στα κρύα τα νερά,
χορεύουν τα κορίτσια, μαζί με τα παιδιά.
Πο πο πο πο τρομάρα σας να μην το μάθει η μάνα σας,
πο πο πο πο τι γιένεται και στο χωριό δεν φαίνεται.
Σκοπός λοιπόν τα Θεοδώριανα, που μέχρι και το 2010 αποτελούσαν ξεχωριστή κοινότητα που καταλάμβανε έκταση 44,39 Km2 και συνόρευε με τον δήμο Αγνάντων, την κοινότητα Μελισσουργών και με το νομό Τρικάλων. Σήμερα, δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Κεντρικών Τζουμέρκων. Η ονομασία του χωριού προέρχεται από την αρχαία Αθαμανική πόλη Θεοδωρία.
Κεφαλοχώρι του νομού Άρτας «λίαν ορεινόν και δυσχείμερον», κουρνιασμένο σε μια πλαγιά των ανατολικών Τζουμέρκων, απάνω στα ηπειροθεσσαλικά σύνορα, ογδόντα χιλιόμετρα απ’ την Αρτα. Τα τετρακόσια περίπου σπίτια, παλιά πέτρινα, μα και σύγχρονα, απλώνονται σε δυο συνεχόμενους συνοικισμούς στην πλαγιά, με κλίση νοτιοανατολική, ανάμεσα σε υψόμετρο από 850 έως 1100 μέτρα. Στο Κέντρο του χωριού, στην πλατεία με τον μεγάλο πλάτανο, το υψόμετρο δείχνει 960 μέτρα. Ανατολικότερα και σε απόσταση 4,5 περίπου χιλιομέτρων, καμιά εικοσπενταριά σπίτια στη δεξιά όχθη του Αχελώου, είναι το Σκαρπάρι, ο δεύτερος οικισμός της Κοινότητας Θεοδωριάνων.
Η γη είναι καρτερική κι άγονη, αραδιασμένη με βράχια, νερά, έλατα, κέδρα, φτελιάδες, πλατάνια, καρυδιές.
Οι κάτοικοι έφυγαν μετανάστες στο εξωτερικό ή μετανάστες στην χώρα τους, όπως συνέβη στο μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επαρχίας.
Μα η καρδιά τους δοσμένη πάντα, έστω και από Αύγουστο σε Αύγουστο, εκεί στον γενέθλιο τόπο. Στην Κωστηλάτα, στο χιλιοτραγουδισμένο οροπέδιο.
Και όπως λέει και το τραγούδι ύμνος της περιοχής:
»Ψηλά στην Κωστηλάτα»
Ψηλά στην Κωστηλάτα, στα κρύα τα νερά,
χορεύουν τα κορίτσια, μαζί με τα παιδιά.
Πο πο πο πο τρομάρα σας να μην το μάθει η μανα σας,
πο πο πο πο τι γιένεται και στο χωριό δεν φαίνεται.
Ψηλά στην Κωστηλάτα, στα κρύα τα νερά,
χορεύουν τα κορίτσια με τ’ απροζώναρα.
Πο πο πο πο τρομάρα σας να μην το μάθει η μανα σας,
πο πο πο πο τι γιένεται και στο χωριό δεν φαίνεται.
Ψηλό μου κυπαρίσσι γέρνει η κορφάδα σου,
και ποιος θα την γλεντήσει την ομορφάδα σου.
Πο πο πο πο τρομάρα σας να μην το μάθει η μανα σας,
πο πο πο πο τι γιένεται και στο χωριό δεν φαίνεται.
Από την παραμονή της Παναγιάς, όλα είναι έτοιμα, το βλέπεις παντού πως εδώ θα γίνει γιορτή μεγάλη. Έτσι κι έγινε. Αφού τακτοποιήθηκα στο κατάλυμα, βγήκα βόλτα στην πλατεία. Το φως είχε πέσει μα τα πάντα ήταν φωταγωγημένα και ζωντανά. Μελίσσια τα παιδιά στην πλατεία, να »λυσσάνε » με τις φωνές και τα γέλια τους και εκείνα να μπερδεύονται με τα ηχεία των 2-3 καφενείων που απόψε έχουν την τιμητική τους, μια που αυτά θα φιλοξενήσουν τους οργανοπαίχτες και εκεί ο κόσμος θα ανταμωθεί, θα χορέψει θα γλεντήσει.
Εντάξει εγώ δεν είμαι γι αυτά και μετά από 2-3 τσιπουράκια κατηφόρισα για ύπνο, γιατί η αυριανή θα έχει πολύ »κουπί» και ας είμαστε ορεινά…
Από τα αξημέρωτα στο πόδι. Να φτάσω στο ξωκλήσι που από εκεί θα ξεκινήσουν όλα. Κόντεψα να φτάσω πριν από τον παπά, αλλά χαλάλι.
Ο κόσμος άρχισε να μαζεύεται από νωρίς, όλοι με τα καλά τους όπως αρμόζει (καλά θα τα πούμε στο κατέβασμα), οι κυρίες με τις γόβες τους και τα ωραιότατα φορέματα τους, καταλάβαινες αμέσως ότι είναι επισκέπτες ή φιλοξενούμενοι. Οι ντόπιες, είχαν καβάτζα παπουτσάκι για την περίσταση…
Τελειώνει η λειτουργία και ο παπάς παραδίδει την εικόνα προσκύνημα στα χέρια του δικαιούχου. Δικαιούχος είναι αυτός που θα καταβάλει την μεγαλύτερη χορηγία και θα κρατήσει υπό την προστασία του την εικόνα για όλη την χρονιά. Το αντίτιμο φαντάζομαι ικανό για να χαρίσει υγεία, ευημερία, στο σπιτικό.
Μπροστά στην κόντρα του ήλιου, τα παπαδοπαίδια με τα εξαπτέρυγα και τα συμπαραμαρτούντα, ακολουθεί ένα κοριτσάκι με μία εικόνα μάλλον μικρότερης σημασίας και πίσω ο παπάς και η κυρία με την Μεγάλη εικόνα. Στην σειρά οι πιστοί.
Κατηφοριές, ανηφοριές, πουρνάρια, πέτρες, αγκωνάρια, μέχρι να φτάσουμε στο χωριό το τελετουργικό δεν άλλαξε. Ακόμα και τα πιτσιρίκια που ζουζούνιζαν, μπροστά από την εικόνα δεν πέρασαν ποτέ.
Η γιορτή είχε ξεκινήσει…
Το χωριό σημαιοστολισμένο, όπως αρμόζει στην περίσταση. Η εικόνα με τους πιστούς φτάνει στην είσοδο και με την συνοδεία φιλαρμονικής πια, κατευθύνεται για να πάρει την θέση της. Γίνεται η απαραίτητη δεύτερη λειτουργία στην εκκλησία της πλατείας και σιγά σιγά, μεσημέρι πια το γλέντι ξεκινά.
Εδώ θα δεις το πως ξεκινάει, αναπτύσσετε και κορυφώνεται το «Διπλοκάγκελο» !!!
Παραδοσιακός χορός, κατά την γνώμη μου από τους σπουδαιότερους. Όχι μόνο για την χορευτική επάρκεια που πρέπει να έχουν οι χορευτές, μα κυρίως για την κοινωνική δομή του.
Τα Καγκέλια, είναι οι φιδογυριστές στροφές του χορού, που σαν στολίσματα, σαν ποταμίσιοι μαίανδροι καταλαμβάνουν τον χώρο δίνοντας σε όσους επιθυμούν την δυνατότητα να σύρουν τον χορό και που την σειρά τους υποδεικνύει εντεταλμένος τοποτηρητής
Το τραγούδι της Κωστηλάτας (τραγουδιέται στον διπλοκάγκελο) και αναφέρεται στον ξεσηκωμό των κατοίκων ενάντια στους τσιφλικάδες, στο λιβάδι της Κωστηλάτας!!!
Η γιορτή κρατάει με τους ίδιους ρυθμούς έως το βράδυ και μετά πάλι μεταφέρεται στα καφενεία της πλατείας. Οι καιροί και τα ήθη δυστυχώς αλλάζουν…
Την άλλη μέρα τα πράγματα είναι ακόμα καλύτερα. Δεν υπάρχει πια το »πρωτόκολλο».
Οι έφηβοι θα κολυμπήσουν στον Γκούρα ή στο «Μουζάκι» από νωρίς, οι μεγαλύτεροι και οι επισκέπτες θα πάνε σίγουρα την καθιερωμένη βόλτα στους καταρράκτες Σούδα του ποταμού Άσπρη Γκούρα , οι πιο τολμηροί θα έχουν ξεκινήσει από πολύ πρωί διαλέγοντας ένα από 7-8 οριοθετημένα μονοπάτια, μα όλοι μαζί θα ανταμώσουν το μεσημέρι κάτω από τα πλατάνια δίπλα στο ποτάμι για να συνεχιστεί το γλέντι πολύ πιο αυθεντικό τούτη την φορά.
Τη μεγαλύτερη ακμή της η Αθαμανία γνωρίζει επί βασιλείας Αμύνανδρου (220-184 π.Χ.), που επεκτείνει το κράτος του ως τους Γόμφους της Θεσσαλίας. Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος, διασώζει τα ονόματα δώδεκα πόλεων της Αθαμανίας μεταξύ αυτών και της Θεοδωρίας στο κέντρο της Αθαμανίας.
H Θεοδωρία καταστρέφεται το 167 π.Χ., μαζί με τις άλλες πόλεις των Αθαμάνων, από τους Ρωμαίους, επειδή οι Αθαμάνες πήραν το μέρος των Μακεδόνων κατά τον πόλεμο Ρωμαίων – Μακεδόνων (171-168 π.Χ.). ΗΑθαμανία γίνεται πλέον ρωμαϊκή επαρχία. Σε όλα τα κατοπινά βυζαντινορωμαϊκά χρόνια η Θεοδωρία και γενικότερα η Αθαμανία μένει στην αφάνεια.
Η Θεοδωρία στη Θέση Σελιό των Θεοδωριάνων
Οι ιστορικοί που έζησαν κοντά στα χρόνια ύπαρξης της Θεοδωρίας, που πιθανώς να οφείλει το όνομά της στο βασιλιά της Αθαμανίας Θεόδωρο, περιορίζονται μόνο στην αναφορά του ονόματος της πόλης, χωρίς να προσδιορίζουν και την ακριβή της θέση, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τις περισσότερες πόλεις της Αθαμανίας. Απ’ τους νεότερους συγγραφείς, οι περισσότεροι ερευνητές και ιστορικοί τοποθετούν τη Θεοδωρία στη Θέση Σελιό (σλάβικη λέξη που σημαίνει χωριό) των Θεοδωριάνων.
Τα ποτάμια
Τα δυο ποτάμια μας το Μουζάκι και η Άσπρη Γκούρα, πηγάζουν σε υψόμετρο περίπου 1400 μέτρων. Διανύουν το καθένα ανεξάρτητη πορεία, το πρώτο περίπου 2 χιλιομέτρων και το δεύτερο τριών, αγκαλιάζοντας το χωριό. Σμίγουν στη θέση Σμίξη κάτω από τον Άφκο και συνεχίζουν για άλλα περίπου 3 χιλιόμετρα μέχρι τον Αχελώο.
Μπορεί κάποιος να τα περπατήσει, να ξεκουραστεί στα πλατάνια τους, να νιώσει μοναδική εμπειρία κολυμπώντας στα παγωμένα νερά και στους αμέτρητους καταρράχτες τους, να ξεδιψάσει, να νανουριστεί απ’ το βουητό τους.