Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

Πόνος στη μέση: Γιατί η κατάκλιση δεν ωφελεί τους ασθενείς;


Δραστήριοι θα πρέπει να παραμένουν οι ασθενείς με οσφυαλγία, καθώς η παρατεταμένη ανάπαυση και η κατάκλιση επιφέρουν τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η σύσταση για προφύλαξη από επιδείνωση των συμπτωμάτων μέσω περιορισμού των κινήσεων είναι αναχρονιστική, διότι δεδομένα νεότερων μελετών έχουν αποδείξει την υπεροχή του ενεργού τρόπου ζωής. Οι κατευθυντήριες οδηγίες των μεγαλύτερων επιστημονικών εταιριών παγκοσμίως προτρέπουν πια τους ασθενείς να παραμένουν δραστήριοι και να ενδυναμώνουν τους μυς της μέσης, εκτελώντας αερόβιες ασκήσεις χαμηλής έντασης.
«Ο πόνος, η ένταση των μυών και η δυσκαμψία που εντοπίζεται από την περιοχή της μέσης μέχρι την μηρογλουτιαία πτυχή, επηρεάζει μεγάλο μέρος του πληθυσμού σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες. Το ποσοστό των ανθρώπων που, σε κάποιο σημείο της ζωής του, θα εμφανίσει οσφυαλγία κυμαίνεται από 49% έως 70%, ενώ κάθε μέρα, στις δυτικές χώρες, ένα ποσοστό από 12% έως 30% υποφέρει από οσφυαλγία. Δηλαδή, οι περισσότεροι ενήλικες θα βιώσουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο οσφυαλγίας κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Η αρχική σωστή θεραπευτική προσέγγιση του περιστατικού είναι πολλές φορές καταλυτική για την οριστική αντιμετώπιση του πόνου», μας εξηγεί ο  χειρουργός σπονδυλικής στήλης, Διευθυντής Χειρουργός Σπονδυλικής Στήλης στην Ευρωκλινική Αθηνών και επιστημονικός Διευθυντής του τμήματος σπονδυλικής της Osteon Orthopedic & Spine Clinic, Δρ. Κωνσταντίνος Σταραντζής.
Ο πόνος στη μέση όταν έρχεται ξαφνικά και δεν διαρκεί περισσότερο από έξι εβδομάδες χαρακτηρίζεται ως οξεία οσφυαλγία, ενώ εκείνος που διαρκεί περισσότερο από έξι μήνες, χρόνιος. Άλλοτε δεν ανευρίσκεται κάποια δομική αιτία (μη ειδική) και άλλοτε προκαλείται από υφιστάμενη πάθηση (ειδική).
Για την οσφυαλγία ενοχοποιούνται η κληρονομικότητα, το φύλο, η προχωρημένη ηλικία, η παχυσαρκία και η γενική κατάσταση της υγείας. Όμως, η καταπόνηση μυών και συνδέσμων είναι από τις συχνότερες αιτίες πόνου. Οι οδυνηροί μυϊκοί σπασμοί μπορεί να προκύψουν από επανειλημμένη άρση βάρους, απότομη κίνηση ή λανθασμένη στάση του σώματος.
Όταν ο πόνος στη μέση οφείλεται σε πάθηση, η προβολή ή η ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου είναι οι συνηθέστερες αιτίες.  Ωστόσο, η σχέση αυτή δεν είναι απόλυτη. Ενδεχομένως, η ήπια μετατόπιση του πηκτοειδούς πυρήνα του δίσκου που προκαλεί προβολή του δια μέσω του ινώδους δακτυλίου, ή η μεγαλύτερη μετατόπιση που προκαλέσει τη ρήξη του, μπορεί να μην προκαλέσουν πόνο.
Οσφυαλγία μπορεί, επίσης, να προκληθεί από οστεοαρθρίτιδα, δεδομένου ότι η πάθηση δύναται να οδηγήσει σε σπονδυλική στένωση, δηλαδή σε μείωση του χώρου γύρω από τον νωτιαίο μυελό και τα νεύρα. Άλλες αιτίες πόνου είναι η αρθρική κύστη, η σκολίωση, η σπονδυλόλυση, η σπονδυλολίσθηση αλλά και η οστεοπόρωση.
Ο ειδικός πόνος σχετίζεται με συμπτώματα που προκαλούνται από έναν συγκεκριμένο παθοφυσιολογικό μηχανισμό και αποτυπώνεται  ως μια δομική/ανατομική ανωμαλία με τις διάφορες απεικονιστικές μεθόδους που διαθέτουμε. Μια μελέτη στις Ηνωμένες Πολιτείες διαπίστωσε ότι από όλους τους ασθενείς με οσφυαλγία στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, το 4% έχει κάταγμα συμπίεσης, το 3% σπονδυλολίσθηση, το 0.7% όγκο ή μετάσταση, το 0.3% αγκυλοποιητική σπονδυλίτιδα και το 0.01% λοίμωξη. Η θεραπεία αυτών εξαρτάται από την πάθηση και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων.
Ο άγνωστης προέλευσης πόνος αφορά το 90% περίπου των ασθενών και η διάγνωση τίθεται με τον αποκλεισμό  συγκεκριμένης παθολογίας.
Όπως μας εξηγεί ο Δρ. Σταραντζής, οι υποκείμενες αιτίες της οσφυαλγίας μπορεί να είναι σύνθετες και δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτες. Οι τρεις κύριοι παράγοντες για τον προσδιορισμό τους είναι ο τύπος του πόνου (οξύς ή χρόνιος) τα χαρακτηριστικά του (παράγοντες που τον επιδεινώνουν ή τον ανακουφίζουν, ένταση και διάρκεια κλπ) και ο εντοπισμός του, εάν δηλαδή περιορίζεται στη μέση ή αν αντανακλά και στο πόδι (ισχιαλγία). Η διαγνωστική διαδικασία επικεντρώνεται κυρίως στη διάκριση των ασθενών με ειδική ή μη ειδική οσφυαλγία, με τον ακριβή προσδιορισμό να τίθεται κατόπιν κλινικής εξέτασης και διενέργειας απεικονιστικών εξετάσεων.
Για τη θεραπεία των πασχόντων από οξεία οσφυαλγία μη ειδικής αιτιολογίας, οι κατευθυντήριες οδηγίες περιλαμβάνουν συμβουλές για επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες, αποφυγή της κατάκλισης, τη χρήση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (ΜΣΑΦ) και ήπιων οπιοειδών για σύντομες περιόδους. Για τη θεραπεία ασθενών με χρόνιο πόνο στη οσφυϊκή χώρα, συστήνεται επίσης η χρήση ΜΣΑΦ, η κινησιοθεραπεία και ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις. Σε περίπτωση υποψίας ειδικών παθολογιών ή αν δεν υπάρξει βελτίωση μετά από 4 εβδομάδες ο ασθενής παραπέμπεται σε ειδικό.
Όσον αφορά τη σύσταση για αποφυγή της κατάκλισης και της πολύωρης ακινησίας έχουν διεξαχθεί πολλές μελέτες που επιβεβαιώνουν την επιλογή. Εξ αυτών, μια ανασκόπηση 10 μελετών, που συνέκρινε τη δραστηριότητα έναντι της ανάπαυσης σε ασθενείς με οσφυαλγία, βρήκε ότι υπάρχει μείωση του πόνου σε όσους παρέμειναν δραστήριοι. Μια άλλη μελέτη σε Ιάπωνες εργαζόμενους με οξεία οσφυαλγία διαπίστωσε ότι αυτοί που εντάχθηκαν στην ομάδα ανάπαυσης ήταν πιθανότερο να βιώσουν επαναλαμβανόμενα περιστατικά ή χρόνιο πόνο στη μέση, σε σύγκριση με τα άτομα που περιλαμβάνονταν στην ομάδα που απέφυγε την αδράνεια.
«Η καλή φυσική κατάσταση επιτυγχάνεται με την κίνηση και την εκγύμναση των μυών. Η έλλειψη δραστηριότητας μπορεί να καταστήσει τους μυς αδύναμους και δύσκαμπτους και να βλάψει τους μεσοσπονδύλιους δίσκους. Η πολύωρη ακινησία είναι επίσης επιβλαβής για τους συνδέσμους και τους τένοντες, καθώς χάνουν την ευελιξία τους και καθίστανται πιο επιρρεπείς σε τραυματισμούς. Χωρίς (χαμηλής έντασης) άσκηση, ο πόνος στη μέση μπορεί να παραταθεί ή ακόμη και να αυξηθεί, γεγονός που αποθαρρύνει περαιτέρω τα επίπεδα δραστηριότητας», εξηγεί ο Δρ. Κωνσταντίνος Σταραντζής.
Η αεροβική άσκηση που δεν καταπονεί τη σπονδυλική στήλη είναι καλή αρχική επιλογή. Ιδανική άσκηση αποτελεί το κολύμπι, αλλά το ίδιο αποτελεσματικά και ασφαλή μπορεί να είναι το pilates και η yoga. Σταδιακά ο ασθενής μπορεί να βοηθηθεί από το ενδεδειγμένο για την περίπτωσή του φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα μυϊκής ενδυνάμωσης.
Ο ορθοπαιδικός, σε συνεργασία με τον φυσικοθεραπευτή, αποφασίζουν για το θεραπευτικό πλάνο, δίνοντας τις εξειδικευμένες και εξατομικευμένες οδηγίες στον ασθενή, προκειμένου να αποφύγει, κατά το δυνατόν, μελλοντικές υποτροπές ή επιδείνωση της οσφυαλγίας.