Στους περισσότερους ασθενείς με οξεία
επιπεφυκίτιδα χορηγούνται αντιβιοτικά κολλύρια ή αλοιφές, που όμως δεν
επιταχύνουν την ανάρρωσή τους, ενώ μπορεί να είναι και επιζήμια, σύμφωνα με
ολοένα περισσότερες μελέτες.
Η πιο πρόσφατη από αυτές δημοσιεύθηκε τον
περασμένο μήνα στο ιατρικό περιοδικό JAMA Ophthalmology. Πραγματοποιήθηκε σε
σχεδόν 48.000 παιδιά ηλικίας 1-17 ετών με οξεία επιπεφυκίτιδα από τις ΗΠΑ. Στο
69% των περιπτώσεων τα παιδιά έλαβαν
τοπική αντιβιοτική θεραπεία.
Οι γιατροί είχαν περισσότερες πιθανότητες να
τη χορηγήσουν όταν έβλεπαν τους ασθενείς στα ιατρεία τους (χορήγηση στο 72% των
ασθενών), συγκριτικά με την εξέταση στα επείγοντα περιστατικά των νοσοκομείων (57%) και σε οφθαλμολογικές κλινικές
(34% των ασθενών).
Ανεξάρτητα όμως από τη χρήση ή όχι τοπικής αντιβιοτικής θεραπείας, το ποσοστό των παιδιών που επέστρεψαν για επανέλεγχο στους γιατρούς ήταν πολύ μικρό, 4% των περιστατικών, γεγονός που σημαίνει ότι η μη χορήγηση των φαρμάκων δεν αύξησε τον κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών, ούτε παρέτεινε τη λοίμωξη των ματιών.
«Σχεδόν ένας στους οκτώ ανηλίκους παθαίνει
επιπεφυκίτιδα κάθε χρόνο, ενώ αφορά και το 1% των επισκέψεων μικρών και μεγάλων
σε γιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας ετησίως. Αν και η Αμερικανική Ακαδημία
Οφθαλμολογίας (AAO) από χρόνια έχει ξεκαθαρίσει ότι η αποφυγή της τοπικής
αντιβιοτικής αγωγής είναι ασφαλής και αποτελεσματική για τα περισσότερα
περιστατικά, πολλοί γιατροί εξακολουθούν να την χορηγούν σε όλους τους ασθενείς
τους», αναφέρει ο δρ Αναστάσιος-Ι.
Κανελλόπουλος, MD, Χειρουργός-Οφθαλμίατρος,
ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, Καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.
Τα αντιβιοτικά μπορεί να αποδώσουν (ή όχι) ανάλογα με την αιτία της
επιπεφυκίτιδας. Αυτή μπορεί να είναι λοίμωξη από έναν ιό ή από ένα βακτήριο, ή
αλλεργική αντίδραση. Και στις τρεις περιπτώσεις το κύριο σύμπτωμα είναι
κοκκίνισμα των ματιών. Ανάλογα με την αιτία αναπτύσσονται πρόσθετα συμπτώματα,
όπως δάκρυσμα των ματιών, κνησμός (φαγούρα), αίσθημα καύσου (τσούξιμο), αίσθηση
ξένου σώματος στο μάτι, πυώδη εκκρίματα ή και πρήξιμο (οίδημα) των βλεφάρων.
Μπορεί επίσης να θολώσει παροδικά η όραση ή να εκδηλωθεί και πόνος.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η οξεία επιπεφυκίτιδα οφείλεται σε ιό,
ενώ σε αρκετές άλλες σε αλλεργία, με αποτέλεσμα να μην χρειάζεται αντιβιοτική
θεραπεία, κατά τον κ. Κανελλόπουλο. Συνολικά, λιγότερο από το 30% των
κρουσμάτων οφείλεται σε βακτηριακή λοίμωξη.
Η ιογενής λοίμωξη συνήθως υποχωρεί μόνη της σε 7-14 ημέρες - κάτι που
συνήθως συμβαίνει και στις λιγότερο συχνές περιπτώσεις, που η αιτία είναι
βακτηριακή λοίμωξη. Όσον αφορά την αλλεργική επιπεφυκίτιδα, αυτή προκαλείται
από την έκθεση σε αλλεργιογόνα, όπως η γύρη, τα εκκρίματα εντόμων και ζώων
(π.χ. από τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, τα κατοικίδια), τα καλλυντικά ή και οι
φακοί επαφής. Η αλλεργική επιπεφυκίτιδα υποχωρεί γρήγορα όταν σταματήσει η
έκθεση στο αλλεργιογόνο. Μπορεί επίσης να βελτιωθεί με αντιαλλεργικά κολλύρια
και αντισταμινικά χάπια, αλλά όχι με τα αντιβιοτικά.
Επειδή, λοιπόν, οι αιτίες της επιπεφυκίτιδας είναι πολλές, απαιτείται
προσεκτικός έλεγχος των ματιών με σχισμοειδή λυχνία για να εξακριβωθεί που
οφείλεται. Η σχισμοειδής λυχνία είναι το βασικό εργαλείο του οφθαλμιάτρου - ένα
ισχυρό μικροσκόπιο με το οποίο ελέγχει τα μάτια. Όλοι οι ασθενείς ελέγχονται σε
αυτήν (είναι η συσκευή που φέρει τη θέση για να ακουμπά το πιγούνι και την
οριζόντια πλαστική λωρίδα στην οποία στηρίζεται το μέτωπο).
«Προγενέστερη μελέτη, όμως, που δημοσιεύτηκε το 2017 στο περιοδικό Ophthalmology είχε δείξει ότι οι
περισσότεροι ασθενείς δεν απευθύνονται σε οφθαλμιάτρους για την επιπεφυκίτιδά
τους, αλλά σε γιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Μάλιστα σε πολλές
περιπτώσεις (σε μία στις πέντε) η αντιβιοτική αγωγή που τους χορηγείται
συνδυάζεται με κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη) τα οποία αντενδείκνυται στην ιογενή
επιπεφυκίτιδα», τονίζει
ο καθηγητής.
Μολονότι εξάλλου ένας κύκλος τοπικής αντιβιοτικής αγωγής δεν μοιάζει
σοβαρός, η αχρείαστη θεραπεία μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ανθεκτικών
μικροβίων. «Η μικροβιακή αντοχή μπορεί να δυσκολέψει την αντιμετώπιση της
βακτηριακής επιπεφυκίτιδας, εάν και όταν αυτή αναπτυχθεί», προειδοποιεί.
Αυτός δεν είναι ο μοναδικός πιθανός κίνδυνος. Τα αντιβιοτικά κολλύρια
περιέχουν συντηρητικά τα οποία μπορεί να προκαλέσουν κερατοπάθεια, δηλαδή προβλήματα στον κερατοειδή χιτώνα των ματιών. Η
κερατοπάθεια είναι πιο συχνή στους ενήλικες, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί και σε
παιδιά.
Πότε είναι λοιπόν απολύτως απαραίτητη η τοπική αντιβιοτική θεραπεία για
την οξεία επιπεφυκίτιδα; Όταν δεν βελτιώνεται μετά από 2-3 εβδομάδες, απαντά ο κ.
Κανελλόπουλος. Το ίδιο και
όταν ο ασθενής είναι μωρό, ειδικά αν έχει ηλικία κάτω του μηνός. Είναι επίσης
πιθανό να χρειαστεί τοπική αντιβιοτική θεραπεία σε ασθενείς με εξασθενημένο
ανοσοποιητικό ή/και πολύ σοβαρά συμπτώματα.
«Για να την αντιμετωπίσετε χωρίς τοπικά αντιβιοτικά κολλύρια ή αλοιφές,
να χρησιμοποιείτε τεχνητά δάκρυα, να καθαρίζετε τα βλέφαρά σας με βρεγμένο,
καθαρό πανί και να εφαρμόζετε αρκετές φορές την ημέρα ψυχρές ή θερμές
κομπρέσες. Όλες αυτές οι θεραπείες πρέπει να εφαρμόζονται αφού πρώτα
σαπουνίσετε καλά και απολυμάνετε τα χέρια σας.
Εάν φοράτε φακούς επαφής ή/και χρησιμοποιείτε καλλυντικά στην περιοχή
των ματιών, πρέπει να διακόψετε τη χρήση τους έως ότου αναρρώσετε. Να
αντικαταστήσετε επίσης τα καλλυντικά που είχατε πριν εκδηλώσετε την
επιπεφυκίτιδα και να απολυμάνετε τους φακούς επαφής. Εάν τέλος έχετε ιογενή
επιπεφυκίτιδα λόγω μόλυνσης με τον ιό του απλού έρπη, μπορεί να χρειασθείτε αντιϊική
θεραπεία», καταλήγει ο κ. Κανελλόπουλος.