Επιστήμονες στις ΗΠΑ μπορεί να βρήκαν τρόπο να αποκαθιστούν έως ένα βαθμό
την απώλεια της όρασης που προκαλούν σοβαρές παθήσεις του αμφιβληστροειδούς
χιτώνα του ματιού.
Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσαν, χρησιμοποίησαν με επιτυχία σε σχεδόν τυφλά
ποντίκια ένα φάρμακο που κανονικά χορηγείται για την αντιμετώπιση της εξάρτησης
από το αλκοόλ. Αυτό το φάρμακο λέγεται δισουλφιράμη και είναι ένα από τα
παλαιότερα που υπάρχουν. Η σύνθεσή της άρχισε στα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ για
χρήση στους ανθρώπους εγκρίθηκε για πρώτη φορά (στις ΗΠΑ) το 1951.
Τα ποντίκια στα οποία χορηγήθηκε το φάρμακο είχαν χάσει σχεδόν πλήρως την
όρασή τους λόγω καταστροφής των φωτοευαίσθητων κυττάρων του αμφιβληστροειδή
τους. Τέτοιου είδους καταστροφή προκαλούν παθήσεις όπως η ηλικιακή εκφύλιση της
ωχράς κηλίδας και η μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια (είναι μία κληρονομούμενη
οφθαλμοπάθεια).
Μετά τη χορήγηση της δισουλφιράμης, τα ζώα μπορούσαν να διακρίνουν με πολύ
μεγαλύτερη ευκρίνεια εικόνες που εναλλάσσονταν μπροστά τους και οι ερευνητές
ήδη ετοιμάζουν μελέτες σε ανθρώπους για να επαληθεύσουν τα ευρήματά τους.
Τι σχέση όμως μπορεί να έχει ένα φάρμακο για τον αλκοολισμό με την τύφλωση; «Το κλειδί κρύβεται στο μοριακό μηχανισμό που μπλοκάρει το φάρμακο για να θεραπεύσει τον αλκοολισμό. Ο μηχανισμός αυτός είναι παρόμοιος με εκείνον που ενεργοποιείται όταν σταδιακά εκφυλίζονται και πεθαίνουν τα ραβδία και τα κωνία, δηλαδή τα φωτοευαίσθητα κύτταρα στον αμφιβληστροειδή χιτώνα», απαντά ο Χειρουργός - Οφθαλμίατρος δρ Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision και καθηγητής Οφθαλμολογίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης (NYU Medical School).
Όπως εξηγεί, η ίδια ερευνητική ομάδα είχε ανακαλύψει σε προγενέστερη έρευνά
της πως όταν πεθαίνουν τα ραβδία και τα κωνία εκλύεται μία χημική ουσία (το ρετινοϊκό
οξύ). Η ουσία αυτή προκαλεί υπερδραστηριότητα στα κύτταρα του αμφιβληστροειδή
(γαγγλιακά κύτταρα) τα οποία φυσιολογικά στέλνουν τις οπτικές πληροφορίες στον
εγκέφαλο για να μετατραπούν σε εικόνες. Η υπερδραστηριότητα των κυττάρων αυτών
επεμβαίνει στην κωδικοποίηση και στη μεταφορά των πληροφοριών, θολώνοντας την
όραση.
«Τη διαδικασία αυτή μπορεί να αναχαιτίσει η δισουλφιράμη, λόγω του τρόπου
δράσης της», επισημαίνει ο καθηγητής. «Στην περίπτωση του αλκοολισμού, προκαλεί
οξεία ευαισθησία στην αιθανόλη (αλκοόλ) καταστέλλοντας ένα ένζυμο απαραίτητο
για τη διάσπασή της. Έτσι, μόλις ο πάσχων πιεί έστω και μικρή ποσότητα αλκοόλ,
αναπτύσσει αμέσως παρεπόμενα της μέθης».
Εκτός από αυτό το ένζυμο, όμως, η δισουλφιράμη καταστέλλει και ορισμένα
άλλα, τα οποία εμπλέκονται στην παραγωγή του ρετινοϊκού οξέος. Στόχος της νέας
έρευνας ήταν να εξακριβωθεί «αν η δράση αυτή μπορεί να μειώσει την
υπερδραστηριότητα των γαγγλιακών κυττάρων και το θόλωμα της όρασης», συνεχίζει.
Όπως διαπιστώθηκε, το φάρμακο είχε όντως αυτή τη δράση, με αποτέλεσμα
να βελτιωθεί αισθητά η όραση των σχεδόν
τυφλών ζώων, αφού αποκαταστάθηκε η μετάδοση των οπτικών πληροφοριών από τα
ραβδία και τα κωνία που είχαν απομείνει στους αμφιβληστροειδείς τους.
Μάλιστα η βελτίωση ήταν μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, γράφουν οι
ερευνητές στο ιατρικό περιοδικό Science Advances. Επιπλέον, παρατήρησαν βελτίωση της όρασης, ακόμα και σε
ζώα που την είχαν χάσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Τα ευρήματα αυτά δίνουν ελπίδες στους πάσχοντες από σοβαρές οφθαλμοπάθειες
που οφείλονται στην καταστροφή των φωτοευαίσθητων κυττάρων των ματιών», τονίζει
ο κ. Κανελλόπουλος. «Αν μπορούσε να βελτιωθεί έστω και λίγο η όραση ασθενών με προχωρημένη
ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς ή μελαγχρωστική αμφιβληστροειδοπάθεια, ο αντίκτυπος
στην ποιότητα ζωής τους θα ήταν σημαντικός. Σε κάθε περίπτωση, η επιτυχία στις
κλινικές μελέτες που τώρα σχεδιάζονται, ίσως ανοίξει νέους δρόμους στην
ανάπτυξη φαρμάκων, παρέχοντας μία εντελώς νέα στρατηγική για τη βελτίωση της
όρασης σε αυτούς τους ασθενείς».
Η δισουλφιράμη, πάντως, μπορεί να μην είναι κατάλληλη για όλους τους
ασθενείς. Όταν συνδυάζεται με την κατανάλωση έστω και μικρής ποσότητας αλκοόλ,
μπορεί να έχει σοβαρές παρενέργειες, όπως ανυπόφορο πονοκέφαλο, ναυτία, μυϊκές
κράμπες, ακόμα και δυσκολίες στην αναπνοή και «φτερουγίσματα» της καρδιάς.
Στις ακραίες περιπτώσεις μπορεί να παρατηρηθεί αναπνευστική δυσφορία,
καρδιαγγειακή κατάρρευση, ακόμα και ανακοπή καρδιάς. Γι' αυτό και χρησιμοποιείται
πλέον σε επιλεγμένα περιστατικά αλκοολισμού. Αν, λοιπόν, επρόκειτο να χορηγηθεί
σε ασθενείς με οφθαλμικά προβλήματα, αυτοί θα έπρεπε να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί
ώστε να μην ξεχαστούν και πιούν αλκοόλ, ενόσω θα έκαναν θεραπεία με αυτήν.
«Αν όμως επιβεβαιωθεί πως η δισουλφιράμη μπορεί όντως να βελτιώσει την
όρασή τους, μπορεί να αναπτυχθούν πιο στοχευμένες θεραπείες, οι οποίες δεν θα
επεμβαίνουν στη διάσπαση του αλκοόλ ή σε άλλες μεταβολικές λειτουργίες», καταλήγει
ο κ. Κανελλόπουλος.