Τρίτη 12 Απριλίου 2016

Ομιλία του Βασίλη Τσίρκα, βουλευτή Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ, στην επιστημονική εκδήλωση με θέμα: «Η ελαιοκομία ως μοχλός ανάπτυξης της γεωργίας της Ηπείρου»

Την Δευτέρα (11/04) ο Βασίλης Τσίρκας, βουλευτής Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ, συμμετείχε ως ομιλητής στην επιστημονική εκδήλωση που διοργάνωσε, στην αίθουσα της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας, το Τ.Ε.Ι. Ηπείρου σε συνεργασία με την Άξιον Εκδοτική, με θέμα: «Η ελαιοκομία ως μοχλός ανάπτυξης της γεωργίας της Ηπείρου», με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Προοπτική ανάπτυξης της ελαιοκομίας της Ηπείρου στο πλαίσιο της ανοικτής αγοράς της Ελλάδας και του κόσμου», των καθηγητών κ. Βασίλη Ζαμπούνη και κ.  Γιώργου Μάνου.
Ο Βασίλης Τσίρκας ήταν ομιλητής στο πρώτο μέρος της ημερίδας μαζί με τους κ. Κωνσταντίνο Τασούλα, βουλευτή Ιωαννίνων της ΝΔ, τον κ. Στέφανο Τζουμάκα, πρ. βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και τον κ. Γιώργο Κασαπίδη, βουλευτή Κοζάνης της ΝΔ. Την εκδήλωση χαιρέτησε ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων κ. Μάρκος Μπόλαρης. 
Ο βουλευτής Άρτας άνοιξε την ομιλία του τονίζοντας: «Είναι τιμή μου σήμερα να βρίσκομαι στην εκδήλωση που οργανώνει το Τ.Ε.Ι. Ηπείρου με την Άξιον Εκδοτική και αφορά στην ελαιοκομία ως μοχλό ανάπτυξης της γεωργίας της Ηπείρου, με αφορμή την έκδοση της μελέτης του κ. Ζαμπούνη και του κ. Μάνου. Αποδεικνύει το βιβλίο αυτό ότι η σύνδεση της γνώσης, της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της έρευνας με την παραγωγή και την τοπική κοινωνία και τις ανάγκες της αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών», ενώ στη συνέχεια αναφέρθηκε ειδικότερα στην ελαιοκομία και στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν ο ελαιοπαραγωγοί.


«Ορισμένα από τα χαρακτηριστικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο σημερινός ελαιοπαραγωγός είναι ο πολυτεμαχισμένος κλήρος, ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός ελαιοτριβείων, το υψηλό κόστος παραγωγής του καρπού και του ελαιόλαδου, καθώς και η κάκιστη χρήση των επιδοτήσεων κατά την προηγούμενη εικοσαετία», είπε χαρακτηριστικά ο Βασίλης Τσίρκας και συμπλήρωσε: «Ωστόσο, το παραγόμενο προϊόν της χώρας μας είναι αποδεδειγμένα και αδιαπραγμάτευτα πολύ υψηλής ποιότητας. Υπερέχει ποιοτικά, αλλά αυτή την υπεροχή δε μπορεί να τη μετατρέψει σε οικονομικό όφελος απέναντι στις δύο άλλες Μεσογειακές χώρες της Ένωσης, την Ιταλία και την Ισπανία».
Επιπλέον, ο βουλευτής Άρτας του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε ιδιαίτερη μνεία στο νομοσχέδιο  που θα ψηφιστεί τις επόμενες μέρες και αφορά τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς: «Οφείλουμε να δουλέψουμε οργανωμένα και συστηματικά σε μια προοπτική ανάδειξης και ενδυνάμωσης του προϊόντος στην παγκόσμια αγορά. Το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί τις επόμενες μέρες και αφορά τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση. Μπαίνει για πρώτη φορά ένα αυστηρό και συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας, το οποίο θα συμβάλλει αποφασιστικά στην επαναλειτουργία των συνεταιρισμών με ορθό τρόπο. Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι το κομβικό σημείο για την επιτυχία του σχεδίου ανασυγκρότησης του πρωτογενούς τομέα, αφού, όπως έχει δείξει και η παγκόσμια πρακτική, μόνο ο σωστά δομημένος συνεταιρισμός μπορεί να στηρίξει την αγροτική παραγωγή. Είναι ξεκάθαρο πια ότι πρέπει ο αγροτικός κόσμος και εν γένει η αγροτική παραγωγή να “απογαλακτιστούν” από την αυτοκαταστροφική λογική του “παράγω μόνο για να επιδοτούμαι”».
Τέλος, ο Βασίλης Τσίρκας ανέφερε πως φιλοδοξία της Κυβέρνησης είναι να στρέψει τους νέους που είναι άνεργοι ή και αυτούς που μοχθούν στις αγροτικές εργασίες, χωρίς να εισπράττουν τα ανάλογα κέρδη από τον κόπο τους, σε μία νέα κατεύθυνση που θα είναι προς όφελος των ιδίων αλλά και συνολικά της χώρας, ενώ κλείνοντας την ομιλία του υπογράμμισε πως όλα αυτά μπορούν να γίνουν μόνο με συνεργασία μεταξύ των παραγωγών αλλά και με μια ειλικρινή και αξιόπιστη σχέση με το κράτος.
 ***
Η ελαιοκομία ως μοχλός ανάπτυξης της γεωργίας της Ηπείρου – 11.4.2016
Ομιλία του Βασίλη Τσίρκα, Βουλευτή Άρτας
Είναι τιμή μου σήμερα να βρίσκομαι στην εκδήλωση που οργανώνει το ΤΕΙ Ηπείρου με την Άξιον Εκδοτική και αφορά στην ελαιοκομία ως μοχλό ανάπτυξης της γεωργίας της Ηπείρου, με αφορμή την έκδοση της μελέτης του κ. Ζαμπούνη και του κ. Μάνου. Αποδεικνύει το βιβλίο αυτό ότι η σύνδεση της γνώσης, της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της έρευνας με την παραγωγή και την τοπική κοινωνία και τις ανάγκες της αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών.  Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντική η στήριξη και ενίσχυση της προσπάθειας αυτής του ΤΕΙ Ηπείρου, ώστε να ανοίξει ακόμη πιο δυναμικούς δρόμους στην παραγωγική διαδικασία της ευρύτερης περιοχής.
Τα στοιχεία που παρουσιάζουν στο βιβλίο τους σχετικά με την ελαιοκομία και το ελαιόλαδο στην παγκόσμια οικονομία μπορούν να αποτελέσουν εργαλείο κατανόησης του γενικού πλαισίου. Ταυτόχρονα, οι ευστοχότατες αναφορές με το πλήθος στοιχείων και δεικτών που αναφέρονται στην Ήπειρο, αποτελούν τεκμήριο μιας επιστημονικής εργασίας, η οποία πρέπει να ληφθεί σοβαρότατα υπόψη από την πολιτεία σε κάθε περίπτωση νομοθετήματος που θα αφορά στην ανάπτυξη της γεωργίας και ειδικά της ελαιοκομίας στην εν λόγω περιοχή.
Είναι γνωστό ότι η Ήπειρος αποτελεί μία από τα πιο φτωχές Περιφέρειες όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανεργία ακολουθεί την πορεία του γενικού δείκτη ενώ, ταυτόχρονα, ο νομός Άρτας τον οποίο έχω την τιμή να εκπροσωπώ στο κοινοβούλιο, αποτελεί έναν από τους πιο γερασμένους της χώρας με διαρκώς αυξανόμενες τάσεις.
Πρόκειται για έναν νομό, του οποίου το μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας βασίζεται στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο καλούμαστε να συζητήσουμε για τις προοπτικές ανάπτυξης της περιοχής μας και πιο συγκεκριμένα τις δυνατότητες εκμετάλλευσης ενός αγαθού όπως η ελιά, το οποίο ίσως μπορεί να θέσει μία νέα οπτική στον αγροτικό κόσμο της Ηπείρου. 
Ο σχεδιασμός ενός προγράμματος για την παραγωγική ανασυγκρότηση συμπυκνώνει σήμερα το σύνολο σχεδόν των ζητημάτων που αντιμετωπίζουν η ελληνική οικονομία και κοινωνία στην διαδικασία αναπαραγωγής τους. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Κυβέρνηση διαθέτει στο πρόγραμμά της ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, το οποίο, δεδομένων των συνθηκών και των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η χώρα, μπορεί να βρει εφαρμογή σε βάθος τετραετίας.
Χρειαζόμαστε ένα σχέδιο που να αναφέρεται σε μία προσπάθεια ριζικού αναπροσδιορισμού του μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής αναπαραγωγής που ακολούθησε η χώρα κατά τις τελευταίες δεκαετίες και των μηχανισμών μέσα από τους οποίους διαμορφώθηκε.
Με αυτή την έννοια η προσπάθεια ανασυγκρότησης δεν απαντάει μόνο στην ανάγκη για αντιστροφή της πορείας κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία έξι χρόνια, αλλά σε διαχρονικά ζητήματα που αφορούν τα αίτια της κρίσης του νεοφιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης στην Ελλάδα.
Το ζήτημα λοιπόν δεν αφορά μόνο το πως απεγκλωβίζεται η κοινωνία και η οικονομίας της χώρας από μια κατάσταση παρατεταμένης ύφεσης, πως αντιμετωπίζεται η ανθρωπιστική κρίση και το σύνθετο πρόβλημα της ανεργίας, αλλά ποιο είναι το νέο υπόδειγμα παραγωγής που θα συγκρουστεί με τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και πως τα παραγωγικά υποκείμενα θα συμμετάσχουν στη διαμόρφωσή του με νέους όρους.
Πρέπει να δράσουμε με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες, που οι πολιτικές των προηγούμενων ετών είχαν εκχωρήσει στους αυτοματισμούς της αγοράς.
Πρέπει να απαντήσουμε στα ερωτήματα «τι παράγεται, πώς παράγεται, για ποιόν παράγεται».
Πρέπει να ενθαρρύνουμε την οργανωμένη συμμετοχή των κοινωνικών και παραγωγικών υποκειμένων στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των δημόσιων πολιτικών αφενός, και την ενθάρρυνση της αυτο-οργάνωσης της δραστηριότητάς τους αφετέρου.
Τα τελευταία χρόνια συντελέστηκε στην Ελλάδα μια ιστορικών διαστάσεων οικονομική καταστροφή τόσο σε όρους παραγωγής και δυνητικής παραγωγής, όσο και σε όρους απώλειας υλικού και ανθρώπινου δυναμικού και συσσωρευμένων δεξιοτήτων και γνώσης.
Με δεδομένη, λοιπόν, την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας η παραγωγική ανασυγκρότηση και ο δρόμος προς έναν νέο τύπο παραγωγικής λειτουργίας και κοινωνικής ανάπτυξης αναμένεται να είναι μακρύς και συγκρουσιακός.
Οι βασικοί άξονες της πρότασης, προκύπτουν από την κριτική που διαχρονικά έχει ασκηθεί από την πλευρά μας στο είδος της νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, που παγίωσε δομές, θεσμούς, τυπικούς και άτυπους κανόνες και αντιλήψεις, η ρήξη με τους οποίους αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ουσιαστική έξοδο από την κρίση προς όφελος των δυνάμεων της εργασίας.
Χρειάζεται μια σταδιακή αποκατάσταση της αναντιστοιχίας μεταξύ βασικών αναγκών του πληθυσμού και προσανατολισμού της παραγωγικής δραστηριότητας προς την κάλυψή τους.
Χρειαζόμαστε αναπτυξιακούς θεσμούς που θα συμβάλλουν αποφασιστικά προς την κατεύθυνση της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας.
Στον σχεδιασμό μιας νέας οικονομίας είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος των ενώσεων των εργαζομένων, των οργανώσεων των εργοδοτών, των εμπορικών και βιοτεχνικών επιμελητηρίων, των επαγγελματικών επιμελητηρίων, των ρυθμιστικών αρχών και, σε τοπικό επίπεδο, ο ρόλος των Δήμων και Περιφερειών.
Σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης, όπως αναμορφώθηκε και εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το πρόγραμμα αυτό, σε συνάρτηση με όσα προανέφερα, μπορεί να αποτελέσει αιχμή για την υλοποίηση μιας σειράς μέτρων με στόχο την αντιμετώπιση χρόνιων παθογενειών της αγροτικής μας οικονομίας.
Οι συνολικοί πόροι του προγράμματος, μαζί με την εθνική και ιδιωτική συμμετοχή, θα αγγίξουν τα 7 δις ευρώ μέχρι το 2020, χρήματα τα οποία θα κατευθυνθούν για να υπηρετήσουν τη στρατηγική για την αγροτική ανάπτυξη, την επανεκίνηση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας.
 Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο έρχομαι στην ανάπτυξη της γεωργίας της Ηπείρου με βάση την ελαιοκομία, επιχειρώντας να θέσω από την πλευρά μου κάποιες σκέψεις που ίσως συμβάλουν στον διάλογο που έχει ανοίξει.
Είναι γνωστό ότι η λεγόμενη «Μεσογειακή διατροφή», αποτελεί διατροφικό πρότυπο και κερδίζει σημαντικό έδαφος σε χώρες πέραν της Μεσογείου. Το ελαιόλαδο, αποτελεί βασικό συστατικό της Μεσογειακής διατροφής.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μεγάλη αύξηση της ζήτησης από μη ελαιοπαραγωγικές χώρες, όπως οι Η.Π.Α., γεγονός που μπορεί να δώσει μια νέα προοπτική στο προϊόν, καθώς αυτό έχει εισαχθεί στην παγκόσμια αγορά. Από την άλλη πλευρά βέβαια διαπιστώνεται και μια φρενήρης αύξηση της παραγωγής, κυρίως από την πλευρά της Ισπανίας. Οι δείκτες της παγκόσμιας τάσης παραγωγής – κατανάλωσης ελαιολάδου αυτή τη στιγμή δείχνουν μία οριακή και εύθραυστη ισορροπία.
Στην ελληνική πραγματικότητα ορισμένα από τα χαρακτηριστικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο σημερινός ελαιοπαραγωγός είναι ο πολυτεμαχισμένος κλήρος, ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός ελαιοτριβείων, το υψηλό κόστος παραγωγής του καρπού και του ελαιόλαδου, καθώς και η κάκιστη χρήση των επιδοτήσεων κατά την προηγούμενη εικοσαετία.
Ωστόσο, το παραγόμενο προϊόν της χώρας μας είναι αποδεδειγμένα και αδιαπραγμάτευτα πολύ υψηλής ποιότητας. Υπερέχει ποιοτικά, αλλά αυτή την υπεροχή δε μπορεί να τη μετατρέψει σε οικονομικό όφελος απέναντι στις δύο άλλες Μεσογειακές χώρες της Ένωσης, την Ιταλία και την Ισπανία.
Ένας κύριος λόγος που αιτιολογεί αυτή την κατάσταση είναι η λύση της «χύμα» πώλησης, κυρίως προς την Ιταλία. Επίσης, η έλλειψη συντονισμού των  παραγωγών αλλά και της πολιτείας, η μη αξιοποίηση του προϊόντος μέσω του τουρισμού, αποτελούν ακόμη ορισμένους παράγοντες για τους οποίους, παρά την ποιοτική υπεροχή, το προϊόν δεν μας δίνει τα αντίστοιχα οικονομικά οφέλη.
Οφείλουμε να δουλέψουμε οργανωμένα και συστηματικά σε μια προοπτική ανάδειξης και ενδυνάμωσης του προϊόντος στην παγκόσμια αγορά.
Το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί τις επόμενες μέρες και αφορά στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς συμβάλλει προς αυτή την κατεύθυνση. Μπαίνει για πρώτη φορά ένα αυστηρό και συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας, το οποίο θα συμβάλλει αποφασιστικά στην επαναλειτουργία των συνεταιρισμών με ορθό τρόπο. Για να κατανοήσουμε το μέγεθος του προβλήματος της σημερινής κατάστασης, αρκεί να σας αναφέρω ότι έχουμε 6.500 καταγεγραμμένους, από τους οποίους λειτουργούν οι 1042.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί είναι το κομβικό σημείο για την επιτυχία του σχεδίου ανασυγκρότησης του πρωτογενούς τομέα, αφού, όπως έχει δείξει και η παγκόσμια πρακτική, μόνο ο σωστά δομημένος συνεταιρισμός μπορεί να στηρίξει την αγροτική παραγωγή.
Για να μπορέσουν να λειτουργήσουν στο δύσκολο περιβάλλον που δημιουργεί ο ακραίος διεθνής ανταγωνισμός πρέπει να υπάρχει σαφές πλαίσιο υγιούς λειτουργίας και όροι διαφάνειας στη συγκρότησή τους.
Είναι ξεκάθαρο πια ότι πρέπει ο αγροτικός κόσμος και εν γένει η αγροτική παραγωγή να «απογαλακτιστούν» από την αυτοκαταστροφική λογική του «παράγω μόνο για να επιδοτούμαι». 
Φιλοδοξία μας είναι να στρέψουμε τους νέους που είναι άνεργοι ή και αυτούς που μοχθούν στις αγροτικές εργασίες, χωρίς να εισπράττουν τα ανάλογα κέρδη από τον κόπο τους, σε μία νέα κατεύθυνση που θα είναι προς όφελος των ιδίων αλλά και συνολικά της χώρας.

Όλα αυτά μπορούν να γίνουν μόνο με συνεργασία. Συνεργασία μεταξύ των παραγωγών αλλά και με μια ειλικρινή και αξιόπιστη σχέση με το κράτος.