Ο συνδετικός «κρίκος» που ένωσε τις δύο αυτές κωμοπόλεις υπήρξε ο πολέμαρχος Χατζημιχάλης Νταλιάνης, που γεννήθηκε στο Δελβινάκι (της Πρεμετής) το 1775.
Το όνομά του ήταν Μιχαήλ Χρήστου και το παρεπίθετο Νταλιάνης του το έδωσαν από είδος όπλου της εποχής, το «νταλιάνι», το δε «χατζή» το πήρε επειδή ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους και βαφτίστηκε στον Ιορδάνη ποταμό και από Μιχάλης ονομάστηκε έκτοτε Χατζημιχάλης. Σπούδασε στην Ιταλία και ασχολήθηκε με την καπνοβιομηχανία στην Τεργέστη όπου απέκτησε μεγάλη περιουσία.
Ο αγώνας της παλιγγενεσίας τον βρήκε φιλικό και έμπορο στην Τεργέστη και με προσωπικές του δαπάνες συγκρότησε ίλη ιππικού και πήρε μέρος σε πολλές μάχες στη νότια Ελλάδα, όπου διακρίθηκε για την ορμητικότητα και τον παροιμιώδη πατριωτισμό του. Συμμετείχε σε επιδρομές κατά του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και αργότερα στη Στερεά Ελλάδα και στο πλευρό του Καραϊσκάκη στη μάχη του Φαλήρου. Γράφει ο Χριστόφορος Περραιβός στην ιστορία για τη μάχη στο Κερατσίνι «ο ίππαρχος Χατζημιχάλης παρευρισκόμενος εις το δεξιόν πλάγιον του Καραϊσκάκη και πλησίον του οχυρώματος του Βάσου Μαυροβουνιώτη, ιδών τον Κιουταχήν πλησιάσαντα με το ιππικόν. εφώναξε προς τους εξήκοντα τέσσαρες συντρόφους του τα εξής: «Κατόπιν μου Έλληνες. Κατόπιν δια να σώσωμεν τους αδελφούς μας.».
Ταύτα ειπών όρμησε εις την αριστεράν πτέρυγα. ως αρειμανής εν μέσω των εχθρών και εμπλακείς επολιορκήθη πανταχόθεν. Πάσαν ελπίδα την έχασαν πλέον οι Έλληνες. αλλά μετά μισής ώρας ριψοκινδυνώδη συμπλοκήν, έμελε πάλιν να ιδή τον ίππαρχο Χατζή Μιχάλην συσσωματωμένον με τους εξήκοντα τέσσερας συναγωνιστάς του και τους μόνους τρεις εξ αυτών τραυματισθέντας. διασχίσαντες με τα ξίφη εις τας χείρας τόσον πλήθος ιππικού ως η ναυς τα άγρια κύματα... Τούτο ιδόντεςοι Έλληνες ήρξαντο ποιείν το σημείον του σταυρού κραυγάζοντες «θαύματος όντος θείου και ουκ ανθρωπίνης ανδρείας ην το φαινόμενον». Τέτοια ήταν η ανδρεία του Νταλιάνη. Θεϊκή».
Να πώς περιγράφει τη δράση του Χατζημιχάλη ο Μακρυγιάννης: «Κι αρχίσαμεν τον πόλεμον και πήραμεν την πλάτην των τούρκων και βγήκαν οι αθάνατοι Έλληνες από το Μετόχι του αντρείου Χατζημιχάλη με τη καβαλαρίαν του και δίνουν ένα χαλασμό των τούρκων κi έναν σκοτωμό τρομερό...».
Θα γράψει για τον Χατζημιχάλη ο ιστορικός Διον. Κόκκινος: «Ως κένταυρος εμάχετο ο Ηπειρώτης Αίας, αιμάσων, με την σπάθην του υψωμένην».
Εκστρατεία στην Κρήτη.
Στο τέλος του 1827 ο Νταλιάνης δέχεται πρόκληση από εκπρόσωπο Κρητών να αναλάβει την ηγεσία της επανάστασης εκεί και να οδηγήσει τους επαναστάτες σε νικηφόρα αναμέτρηση με τον εχθρό, διότι είχαν συμβεί έριδες και διάφορα «ατυχή γεγονότα» στην επαναστατημένη μεγαλόνησο.
Την πρόταση αυτή στον Ηπειρώτη ίππαρχο, αρχηγό του άτακτου ιππικού, την έκανε ο εκπρόσωπος των Κρητών στην Αίγινα Εμ. Αντωνιάδης, την δέχτηκε ο Νταλιάνης και με εκστρατευτικό σώμα 140 ιππέων και 600 πεζών μεταβαίνει στο νησί στις αρχές Γενάρη του 1828 και αποβιβάζεται στη Γραμβούσα, όπου έγινε δεκτός με ακράτητο ενθουσιασμό. Τελικά ο στρατός του Νταλιάνη εγκαταστάθηκε στα Σφακιά και κυρίευσε το παλαιό ενετικό φρούριο Φραγκοκάστελο όπου και οχυρώθηκε.
Η άφιξη του Χατζημιχάλη στα Σφακιά έφερε ενθουσιασμό στους Σφακιανούς. Στις 8 Μαΐου έγινε η πρώτη συμπλοκή Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων. Μικρό ελληνικό τμήμα από πεζούς και ιππικό με τον Χατζημιχάλη και τον Δελιγιαννάκη συγκρούστηκαν και οι Τούρκοι έπαθαν πανωλεθρία.
Την εποχή εκείνη ο Αλβανός Πασάς της Κυδωνίας Μουσταφά στέλνει επιστολή στον «πατριώτη» του Νταλιάνη «να εγκαταλείψει το νησί της Κρήτης εντός 10 ημερών»! Και ο Νταλιάνης του απαντάει: «Μουσταφά, ήρθα στην Κρήτη να πολεμήσω Τούρκους με τα παλληκάρια μου και όπου θέλει ο Θεός ας δώσει τη νίκη». Τις ώρες εκείνες ο Νταλιάνης είχε αποφασίσει μια κατά μέτωπο επίθεση, όμως οι Σφακιανοί είχαν άλλη άποψη και διαφώνησαν μαζί του.
Στις 13 Μαΐου ο Μουσταφάς κατευθύνεται με 8.000 πεζικό και το ιππικό με 300 ιππείς προς το Φραγκοκάστελο και στις 15 Μαΐου επιτίθεται προς το δυτικό προμαχώνα του κάστρου, στον οποίο ήταν οχυρωμένος με 123 άνδρες του ο υπασπιστής του Νταλιάνη, Κυριακούλης Αργυροκαστρίτης. Οι ήρωες αυτοί του Αργυροκαστρίτη, εθελοντές πολεμιστές Βορειοηπειρώτες από τις περιοχές Πρεμετής και Αργυροκάστρου, έπεσαν όλοι μαζί με τον αρχηγό τους. Στη συνέχεια οι Τούρκοι περιέζωσαν το φρούριο και ανέκοψαν τους δύο άλλους προμαχώνες, έξω από τους οποίους βρισκόταν και ο Νταλιάνης, ενώ μέσα στο φρούριο ήταν ο Δελιγιαννάκης με 60 συντρόφους.
Ο Νταλιάννης δίνει εντολή στα παλληκάρια του να εισέλθουν στο φρούριο και αυτός ακολούθησε τελευταίος και εξ αιτίας των σορών νεκρών δεν κατόρθωσε να μπει μέσα, ενώ το άλογό του σκοτώθηκε.
Ο ατρόμητος αυτός πολέμαρχος τότε τράβηξε το σπαθί του και όρμησε στο σωρό των Τουρκαλβανών. Οι εχθροί ήθελαν να τον συλλάβουν ζωντανό, αλλά ο πολέμαρχος Νταλιάνης «εφόνευσε ιδίοις χερσίν» αρκετούς. Έτσι ηρωικά άφησε στο Φραγκοκάστελο τη λεβεντιά του αβοήθητος, δυστυχώς, από τους Σφακιανούς, την κρίσιμη εκείνη στιγμή. Φυσικά στις 24 Μαΐου οι Κρήτες χτύπησαν τον Μουσταφά στην επιστροφή του και εκδικήθηκαν την απώλεια τόσων ανδρών του εκστρατευτικού σώματος του ίππαρχου Χατζημιχάλη Νταλιάνη στο Φραγκοκάστελο.
Στην Κρήτη και σήμερα στα στόματά τους είναι το δίστιχο:
«Αφουγκραστείτε να σας πω ούλοι μικροί μεγάλοι πως πολεμάει ο Μουσταφάς με το Χατζημιχάλη».
Έπεσε ηρωικά ο Χατζημιχάλης στην πόρτα του Φραγκοκάστελου, αλλά μέσα στο φρούριο αμύνονταν οι πολεμιστές του Δελιγιαννάκη, περίπου 60, που προξενούσαν μεγάλες φθορές στους επιτιθεμένους του Μουσταφά. Και ενώ ήταν όλα έτοιμα να παραδοθούν και αυτοί και Τούρκος σημαιοφόρος ύψωνε την σημαία του στο κάστρο, ένας πολεμιστής του Παλάσκα (Βορειοηπειρώτης από την Κοσόβα της Πρεμετής), πυροβόλησε τον Τούρκο που έπεσε ακαριαίως νεκρός. Οι Τούρκοι απεχώρησαν ντροπιασμένοι και αργότερα με έντιμη συνθήκη αποχώρησαν από το Κάστρο οι 60 πολεμιστές του Δελιγιαννάκη και συνέχισαν τον αγώνα που σφράγισε με τη λεβεντιά και το αίμα του ο θρυλικός πολέμαρχος ίππαρχος Χατζημιχάλης Νταλιάνης ο Δελβινακιώτης.
Φυσικά, αν την κρίσιμη στιγμή της επίθεσης του φουσάτου του Μουσταφά προς το Φραγκοκάστελο βοηθούσαν οι Σφακιώτες, ασφαλώς άλλη θα ήταν η έκβαση της μάχης.
Αυτή την ηρωική μορφή, τον αθάνατο και λεοντόθυμο ήρωα ήλθαν και τίμησαν οι Σφακιανοί στη γενέτειρά του, αυτόν που σφράγισε με το σφρίγος και την ορμή της λεβεντιάς του το κάστρο της λεβεντογέννας Κρήτης και άναψαν μια λαμπάδα για την ψυχή του και των συμπολεμιστών του, αυτόν που η πατρίδα μας δεν τον έχει τιμήσει, όσο εκείνος την τίμησε.