Σύμφωνα
με διάταξη του υπουργείου Εργασίας που αναμένεται να κατατεθεί το αμέσως
επόμενο διάστημα στη Βουλή στα 10 έτη τίθεται το όριο μετά το οποίο θα
παραγράφονται οι αξιώσεις του ΕΦΚΑ προς επιχειρήσεις, αυτοαπασχολούμενους και
ελεύθερους επαγγελματίες, με ασφαλιστικές οφειλές.
Η
διάταξη έρχεται σε συνέχεια απόφασης (υπ’ αριθμ. 1833/2021) της Ολομέλειας του
Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που έκρινε πως ο κανόνας της 20ετούς
παραγραφής αξιώσεων του e-ΕΦΚΑ κατά ασφαλισμένων και εργοδοτών για τη μη καταβολή
ασφαλιστικών εισφορών, που έθετε ο νόμος Κατρούγκαλου, είναι αντισυνταγματικός,
ως αντίθετος στην αρχή της ασφάλειας δικαίου και της αρχής της αναλογικότητας.
Να σημειωθεί ότι πριν από τον νόμο αυτό, υπήρχαν ταμεία στα οποία ίσχυε η
εφαρμοζόταν η 20ετής παραγραφή (π.χ. ΟΑΕΕ, ΟΓΑ) και σε άλλα όπως το ΙΚΑ, στα
οποία προβλεπόταν η 10ετής παραγραφή.
Το υπουργείο Εργασίας, και συγκεκριμένα η Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, βρίσκεται στο τελικό στάδιο κατάρτισης διάταξης νόμου, με την οποία αφενός θα συμμορφώνεται με την απόφαση του ΣτΕ, αφετέρου θα καλύπτει το θέμα ενιαία για το σύνολο των οφειλών και των ταμείων που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ.
Αναλυτικά
η διάταξη θα ορίζει τη 10ετία ως χρονικό όριο παραγραφής των απαιτήσεων του
ΕΦΚΑ, τόσο «εν ευρεία», όσο και «εν στενή» έννοια. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι
αν από τη στιγμή που ένα χρέος παράγεται και έως ότου ο ΕΦΚΑ βγάλει πράξη
βεβαίωσης της οφειλής αυτής παρέλθει διάστημα μεγαλύτερο των 10 ετών, ο
επιπλέον της 10ετίας χρόνος παραγράφεται. Καθώς βέβαια ο νόμος Κατρούγκαλου
προβλέπει διαδικασία καταλογισμού οφειλών και από το Κέντρο Είσπραξης
Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ), η νέα διάταξη θέτει επίσης τη 10ετία ως χρονικό
διάστημα έναρξης της παραγραφής, από την ώρα που φθάνει ένα χρέος στο Κέντρο
έως ότου αυτό γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη και κινηθούν οι διαδικασίες
είσπραξης.
Στο
υπουργείο Εργασίας εκτιμούν ότι η όλη διαδικασία αφορά οφειλές ύψους περίπου
250 εκατ. ευρώ, ένα σημαντικό μέρος των οποίων θα παραγραφεί. Επισημαίνουν δε,
ότι δεν πρόκειται για οφειλές που δημιουργήθηκαν πρόσφατα, καθώς πλέον ο
καταλογισμός των οφειλών στα περισσότερα πρώην ταμεία που εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ
γίνεται μέσα σε λίγους μήνες από τη δημιουργία τους και σε καμία περίπτωση δεν
ξεπερνούν τη 10ετία. Και ξεκαθαρίζουν ότι ακόμη και για τους μη μισθωτούς δεν
θα χαθεί ασφαλιστικός χρόνος, εφόσον πληρωθούν οι οφειλές.
Να
σημειωθεί ότι για τους αυτοαπασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες ο
χρόνος για τον οποίο δεν έχουν καταβληθεί οφειλές δεν προσμετράτε στα έτη
ασφάλισης, προκειμένου κάποιος να συμπληρώσει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις και
να λάβει σύνταξη.
Σύμφωνα
με τις πληροφορίες στην υπό διαμόρφωση διάταξη θα ορίζεται ρητά ότι η παραγραφή
δεν σημαίνει και διαγραφή της αξίωσης, και κατά συνέπεια δεν οδηγεί σε διαγραφή
του ασφαλιστικού χρόνου. Στην πράξη, ανά πάσα στιγμή, ακόμη και κατά τη
διαδικασία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, ο ασφαλισμένος θα μπορεί να
πληρώσει τις εισφορές που οφείλει για το διάστημα αυτό –ακόμη κι αν βάσει της
10ετίας έχει παραγραφεί– και ο συγκεκριμένος χρόνος να προσμετρηθεί για τη λήψη
της σύνταξής του.
Να
σημειωθεί εδώ ότι η διάταξη δεν επηρεάζει σε καμία περίπτωση τον ασφαλιστικό
χρόνο μισθωτών, των οποίων οι εργοδότες δεν έχουν καταβάλει τις ασφαλιστικές
εισφορές, υπό την προϋπόθεση ότι ο ασφαλιστικός χρόνος έχει καταγραφεί μέσω των
Αναλυτικών Περιοδικών Δηλώσεων (ΑΠΔ). Έχει δηλαδή δηλωθεί, αλλά δεν έχει
πληρωθεί.
Υπάρχουν
βέβαια και περιπτώσεις ασφαλισμένων μισθωτών, οι οποίοι κάνουν καταγγελία
διεκδικώντας ασφαλιστικό χρόνο από εργοδότες, χωρίς όμως οι τελευταίοι να έχουν
υποβάλει ΑΠΔ (ανασφάλιστη εργασία).
Σε
αυτήν την περίπτωση, καθώς το δικαίωμα δεν έχει καταγραφεί, εφόσον υπάρξει
παραγραφή, ελλοχεύει ο κίνδυνος να χαθεί.
Σύμφωνα
με πληροφορίες, στην προωθούμενη παρέμβαση του υπουργείου Εργασίας θα υπάρχει
μεταβατική πρόβλεψη, ώστε και να μη χαθούν δικαιώματα, και η διάταξη να μην
ξεφεύγει από το πνεύμα της απόφασης του ΣτΕ.
Τέλος,
θα υπάρχει και πρόβλεψη για τους ασφαλισμένους με ενεργές ρυθμίσεις οφειλών για
τις οποίες καταβάλλουν δόσεις, ώστε το ποσό που θα παραγραφεί, να αφαιρεθεί και
από τη ρύθμιση.