Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2021

Διαταραχές κατάποσης: Συχνότητα και τρόποι αντιμετώπισης

 


Όποιος έχει δυσκολευτεί να καταπιεί κάποια στιγμή στη ζωή του, θυμάται πάντα το άγχος και την ανημπόρια, που αισθάνθηκε. Η δυσφαγία, όπως ονομάζεται κάθε υποκειμενική ή αντικειμενική δυσκολία στην κατάποση στερεάς ή υγρής τροφής, ή η εμφάνιση βήχα ή πνιξίματος κατά τη διάρκεια της κατάποσης, είναι ένα σοβαρό σύμπτωμα, που δεν πρέπει να παραβλέπεται σε καμία περίπτωση. Είναι συχνό και στα παιδιά, στα οποία, μάλιστα, εμφανίζεται με διαφορετικά συμπτώματα.

Οι διαταραχές στην κατάποση, η δυσφαγία και η τραχειοστομία ήταν το αντικείμενο workshop, που έγινε διαδικτυακά, στο πλαίσιο του 17ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Ελληνικής Εταιρείας Φυσικής Ιατρικής και Αποκατάστασης.

Στο συνέδριο συμμετείχαν διακεκριμένοι Έλληνες και ξένοι επιστήμονες και οι εργασίες εστίασαν, μεταξύ άλλων, στα 50 χρόνια ιατρικής αποκατάστασης στην Ελλάδα, με έμφαση στις εμπειρίες από το παρελθόν και στον σχεδιασμό για το μέλλον.

Παιδιά και ενήλικες

«Η δυσφαγία είναι ένα σοβαρό σύμπτωμα, που πρέπει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα. Σε αντίθετη περίπτωση οι επιπλοκές είναι σοβαρές, κυρίως λόγω των σιωπηλών εισροφήσεων ή λοιμώξεων του αναπνευστικού. Ειδικά στα παιδιά έχει μια ιδιαίτερη παθολογία και μπορεί να εμφανιστεί με μια ποικιλία συμπτωμάτων, που μπορεί να είναι διαφορετική από παιδί σε παιδί», εξηγεί η Ανατολή Παταρίδου MD Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Κεφαλής Τραχήλου, ΠαιδοΩΡΛ, επιστημονική συνεργάτης Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ.

Στα παιδιά η δυσφαγία συνδέεται κυρίως με συγγενείς και με ανατομικές ανωμαλίες, καθώς και με αναπτυξιακά προβλήματα. Είναι πολύ πιθανό να παρουσιαστεί σε πρόωρα και σε λιποβαρή νεογνά.

Μπορεί επίσης να παρουσιαστεί και σε παιδιά με ιστορικό διασωλήνωσης ή σίτισης με καθετήρα. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να συνδέεται με πολύ κακή στοματική υγιεινή. Οι επιπτώσεις μπορεί να είναι πολλές, όπως αφυδάτωση, κακή θρέψη του οργανισμού και αδυναμία κάλυψης των διατροφικών αναγκών.

Τα ηλικιωμένα άτομα συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην κατάποση και στη μάσηση της τροφής τους.

Όπως επισημαίνει ο ιατρός κ. Περικλής Γιαννάκης, ο οποίος, επίσης, συμμετείχε στο συνέδριο και παρουσίασε μια ομιλία για τα στάδια της κατάποσης και τη δυσφαγία: «Η κατάποση έχει μια ιδιαίτερη, πολυσυστηματική φυσιολογία, η οποία καθιστά τη δυσφαγία κοινό σύμπτωμα πολλών νοσολογικών οντοτήτων. Μάλιστα, σε πολλές από αυτές είναι μη αναστρέψιμη και ένδειξη προχωρημένου σταδίου. Αποκτά, λοιπόν, ζωτική σημασία ο τακτικός έλεγχος με bedside αξιολόγηση  από τον ειδικό λογοθεραπευτή, ο οποίος, με βάση τα ευρήματα, θα θέσει την ένδειξη για ενδοσκοπική αξιολόγηση κατάποσης (FEES), ανώδυνες και εύκολες δοκιμασίες, που καθορίζουν τη θεραπευτική στρατηγική και εξασφαλίζουν την αποφυγή επιπλοκών (π.χ. εισρόφηση, υποσιτισμός)».

Η δυσφαγία μπορεί να προέλθει από παθολογικά αίτια όπως π.χ. ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, η νόσος του Πάρκινσον, η άνοια, ο καρκίνος του φάρυγγα, οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και τα αυτοάνοσα νοσήματα. Δεν είναι λίγες οι φορές, ωστόσο, που μπορεί να σχετίζεται και με ψυχολογικούς παράγοντες. Η μειωμένη διάθεση, που συχνά παρατηρείται σε ηλικιωμένους ανθρώπους, συχνά συνοδεύεται από μειωμένη όρεξη και από άρνηση κατανάλωσης επαρκούς ποσότητας τροφής.

Διάγνωση και στο σπίτι

Αρκετοί από αυτούς τους ασθενείς δεν μπορούν να μετακινηθούν κι έτσι η διάγνωση μπορεί να γίνει και στο σπίτι, εάν δεν είναι εφικτή η εξέταση στο ιατρείο ή στο νοσοκομείο.

Η εξέταση, που κάνει ο ωτορινολαρυγγολόγος και αναφέρθηκε παραπάνω, λέγεται FEES (flexible endoscopic evaluation of swallowing), δηλαδή ενδοσκοπική εκτίμηση της κατάποσης. Απαραίτητο εργαλείο, για να γίνει, είναι το εύκαμπτο ρινοφαρυγγολαρυγγοσκόπιο, όπως λέγεται, το οποίο, μάλιστα, είναι ιδιαίτερα δημοφιλές μεταξύ των ασθενών όλων των ηλικιών και ειδικά των παιδιών. Η εξέταση γίνεται σε συνεργασία με ειδικό λογοθεραπευτή.

«Αυτό, που μας ανησυχεί στους ασθενείς με δυσφαγία, είναι οι εισροφήσεις. Είναι σημαντικό να γίνει η διάγνωση, για να εκτιμήσουμε πότε o ασθενής μπορεί να παίρνει τροφή από το στόμα χωρίς τον φόβο των εισροφήσεων. Στη συνέχεια αποφασίζουμε το είδος και τη σύσταση των τροφών και τη θεραπευτική μας στρατηγική», αναφέρει η κα Ανατολή Παταρίδου.

Υπάρχουν τρόποι αντιμετώπισης

Οι ειδικοί ιατροί υπογραμμίζουν ότι στους ασθενείς με διαταραχές κατάποσης, στους οποίους έχει γίνει ολοκληρωμένη ενδοσκοπική αξιολόγηση, από την οποία προκύπτει ότι η σίτιση δεν είναι ασφαλής, το πρώτο βήμα είναι να βάλουμε ρινογαστρικό σωλήνα σίτισης, το Levin, να μπούμε σε ένα εντατικό πρόγραμμα λογοθεραπείας και με βάση την πρόοδο του ασθενούς να αποφασίσουμε, εάν μπορεί να αφαιρεθεί ο σωλήνας και ο ασθενής να σιτιστεί από το στόμα ή αν θα πρέπει να προχωρήσουμε σε γαστροστομία, για την ασφάλειά του και για την αποφυγή επιπλοκών.

Η σίτιση με Levin προτιμάται αρχικά σε όλους αυτούς τους ασθενείς, δεν προβλέπεται, όμως, να γίνεται μακροχρόνια.

Η γαστροστομία είναι η εναλλακτική μέθοδος σίτισης ασθενών με άνοια, νόσο Parkinson και εγκεφαλικά επεισόδια, καθώς η σίτιση με Levin έχει σοβαρά μειονεκτήματα και δεν μπορεί να παραταθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Τα καλά νέα είναι, ότι πλέον, γίνεται αναίμακτα και χωρίς χειρουργική επέμβαση, μέσω μιας απλής γαστροσκόπησης.

«Σε περίπτωση που διαπιστωθεί από τον πλήρη ωτορινολαρυγγολογικό έλεγχο, ότι ο ασθενής έχει πάρεση φωνητικών χορδών, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε εισροφήσεις, ο ιατρός μπορεί να κάνει έγχυση υλικού στη χορδή. Επίσης σε περιπτώσεις, που υπάρχει απώλεια αισθητικότητας στον λάρυγγα, γίνεται σύγκλειση της γλωττίδας για να αποφευχθούν οι εισροφήσεις», λέει η χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής τραχήλου, παιδοΩΡΛ.

Δεν πρέπει να παραβλέπουμε την ποιότητα ζωής των ασθενών που έχουν προβλήματα στην κατάποση στερεών και υγρών και δυσφαγία. Η καθημερινότητά τους είναι δύσκολη, επηρεάζει δυσμενώς την ψυχολογία τους και –τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό– δυσκολεύει και τους φροντιστές τους, που σε πολλές περιπτώσεις αγχώνονται με αυτή τη δύσκολη κατάσταση και δεν είναι εύκολο να τη διαχειριστούν. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις την καλύτερη ποιότητα ζωής μπορεί να εξασφαλίσει η διεπιστημονική προσέγγιση. Η συνεργασία, δηλαδή, ιατρών διαφορετικών ειδικοτήτων για την αντιμετώπιση του ασθενούς.