Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Η τέχνη της ενεργητικής ακρόασης

Φωτογραφία: Tirachard Kumtanom / pexels.com

«Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ακούν με την πρόθεση να καταλάβουν. Ακούν με την πρόθεση να απαντήσουν» (Carl Rogers).


Η ενεργητική ακρόαση αποτελεί μια δημοφιλή και πολυσυζητημένη τεχνική την οποία χρησιμοποιούν οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας στα πλαίσια όπου εργάζονται. Θεωρείται από πολλούς ως ένα πολύτιμο συστατικό για την επίτευξη μιας αποτελεσματικής και συνεργατικής σχέσης με τους ανθρώπους που ζητούν υποστήριξη σε ψυχολογικό επίπεδο.
Εκτός όμως από την αξιοποίηση της με τον παραπάνω τρόπο, είναι και μια δεξιότητα που μπορούμε όλοι να μάθουμε να χρησιμοποιούμε, ανεξαρτήτως επαγγελματικής ιδιότητας. Η συγκεκριμένη δεξιότητα μπορεί να μας ωφελήσει σε επίπεδο διαπροσωπικών σχέσεων και να βελτιώσει την ποιότητα σύνδεσης και επικοινωνίας μας με τους γονείς, τα παιδιά, τους φίλους, ή τους συναδέλφους μας.
Η ενεργητική ακρόαση ορίζεται ως μια δεξιότητα επικοινωνίας η οποία απαιτεί ενεργητική παρουσία, προσεκτική ακρόαση, στάση αποδοχής και σεβασμού εκ μέρους του δέκτη. Ο ακροατής χρειάζεται να είναι ψυχολογικά παρών, διαθέσιμος, και να επιτρέπει στον συνομιλητή του να εκφράσει τις απόψεις και τα συναισθήματά του, χωρίς διάθεση κριτικής (Nelson-Jones, 2008).

Διαβάστε σχετικά: Η τέχνη της επικοινωνίας

Αποτελεί ένα συνονθύλευμα δεξιοτήτων, κάποιες από τις οποίες είναι η αντανάκλαση του συναισθήματος, η παράφραση, και οι ανοικτές ερωτήσεις. Η αντανάκλαση συναισθήματος αφορά την αναγνώριση και την λεκτικοποίηση των συναισθηματικών αντιδράσεων, για παράδειγμα: Θύμωσες όταν.... Η παράφραση είναι η αναδιατύπωση των βασικών σημείων του μηνύματος με σύντομο και σαφή τρόπο.
Συχνά χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως Φαίνεται σαν…, Σε ακούω να μου λες ότι…, ώστε να έχουμε την δυνατότητα να ελέγξουμε εάν κατανοήσαμε με ακρίβεια τα όσα ειπώθηκαν. Οι ανοικτές ερωτήσεις είναι αυτές οι οποίες ξεκινούν με τις λέξεις «πού», «ποιος», «πώς», «τι», «γιατί», «πότε». Ενθαρρύνουν την έκφραση του συνομιλητή μας, του επιτρέπουν να μιλήσει για τις σκέψεις και τα συναισθήματά του, χωρίς να δώσει απλώς μια μονολεκτική απάντηση (Μαλικιώση-Λοϊζου, 2012· Παππά, 2013).
Σε αυτό το σημείο, μπορούμε να δώσουμε ένα παράδειγμα ώστε οι παραπάνω έννοιες να γίνουν πιο κατανοητές. Έστω ότι συνομιλούμε με μία έφηβη η οποία μας περιγράφει πώς πέρασε σήμερα στο σχολείο:
Νιώθω πολύ άσχημα σήμερα. Ένας τρόπος να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλύτερα αυτό που μας λέει είναι να θέσουμε μια ανοικτή ερώτηση, όπως: Ποια είναι τα συναισθήματα σου;, Τι εννοείς πολύ άσχημα;.
Νιώθω στεναχωρημένη γιατί εγώ βοήθησα την Μαρία στα μαθηματικά όμως εκείνη δεν με ήθελε για παρέα στο διάλειμμα. Μιλάω αρκετά και στα άλλα κορίτσια όμως καμία δεν κάθεται μαζί μου έξω, και όταν πάω φεύγουν. Εδώ μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την παράφραση και την αντανάκλαση συναισθήματος: Φαίνεται σαν να είσαι στεναχωρημένη γιατί προσπαθείς να είσαι φιλική μαζί τους και εκείνες δείχνουν να μην σε δέχονται στην παρέα τους.
Είναι πολύ ανακουφιστικό για την έφηβη του παραδείγματος, ότι το συναίσθημα και το περιεχόμενο των λεγομένων της έγινε αντιληπτό και αποσαφηνίστηκε. Κάποιες φορές το μόνο που έχουμε ανάγκη και μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα, είναι η επίγνωση ότι μας άκουσαν και κατανόησαν τα όσα μοιραστήκαμε μαζί τους. Συχνά επειδή βιαζόμαστε να μιλήσουμε και να εκφράσουμε την δική μας θέση και οπτική, καταλήγουμε να ακούμε στωικά, με στόχο να ανταποκριθούμε και να απαντήσουμε γρήγορα στον συνομιλητή μας.
Αυτή η στάση μας παρεμποδίζει να είμαστε διαθέσιμοι και να ακούσουμε πραγματικά τον άλλον. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να αποδώσουμε έμφαση σε κάποιες διαδικασίες, που ίσως σε πρώτη φάση φαντάζουν ως λεπτομέρειες, αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντικές.
Για να καταφέρουμε να γίνουμε ενεργητικοί ακροατές χρειάζεται να έχουμε καλή οπτική επαφή με τον συνομιλητή μας. Από το βλέμμα του και το ύφος του μπορούμε να λάβουμε πολλές πληροφορίες και να κατανοήσουμε εν μέρει το συναίσθημά του. Είναι σημαντικό εκτός από αυτά που μας λέει, να παρατηρούμε την στάση και τις κινήσεις του σώματός του. Κάθεται και μας μιλάει με άνεση; Κάνει νευρικές κινήσεις με τα χέρια; Το σώμα του είναι στραμμένο προς το μέρος μας ή όχι;

Διαβάστε σχετικά: Το μυστικό για να αποφεύγουμε τη σύγκρουση με δύσκολους ανθρώπους

Πολλές φορές το περιεχόμενο των λεγομένων του δεν συνάδει με τις πληροφορίες που λαμβάνουμε από την γλώσσα του σώματος και αυτό κάτι μπορεί να σημαίνει για τον συνομιλητή μας. Χρειάζεται να παρατηρήσουμε τον τρόπο που μιλάει. Εάν μιλάει με γρήγορο ή αργό ρυθμό, εάν ο τόνος της φωνής του αλλάζει ή μένει ίδιος. Τέλος, αναγνωρίζουμε εάν παραμένει σε ένα θέμα συζήτησης ή δεν το ολοκληρώνει και μεταβαίνει σε άλλο θέμα συζήτησης για διάφορους λόγους, όπως επειδή αισθάνεται αμηχανία (Μαλικιώση-Λοϊζου, 2012).
Συνοψίζοντας, για να μπορούμε να είμαστε ενεργητικοί ακροατές, χρειάζεται να παρατηρούμε προσεκτικά τα λεκτικά και μη λεκτικά μηνύματα που μεταδίδονται από τον συνομιλητή μας, επιδεικνύοντας ενσυναίσθηση. Προσπαθούμε να είμαστε αυθεντικοί, έχοντας επίγνωση τόσο της δικής μας οπτικής, όσο και του συνομιλητή μας, διατηρώντας μια στάση σεβασμού και αποδοχής (Rogers, 1957).
Στην πράξη, η ενεργητική ακρόαση είναι μια απαιτητική διαδικασία, η οποία δεν κατακτιέται αμέσως, αλλά αντίθετα χρειάζεται συνεχή εξάσκηση. Κάθε προσπάθεια που καταβάλλουμε αξίζει, και αυτό συνήθως το συνειδητοποιούμε σε βάθος χρόνου. Αν το σκεφτούμε καλά, μοιραζόμαστε πιο εύκολα τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας με άτομα τα οποία νιώθουμε ότι μας ακούνε ουσιαστικά, χωρίς κριτική, ενδιαφέρονται αληθινά για εμάς, και στέκονται με αγάπη δίπλα μας, και όχι απέναντί μας.

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το PsychologyNow.gr