Το 2010 και το πρώτο εξάμηνο του 2011, οι μεγάλες αυξήσεις της παραγωγικής ικανότητας από τους νέους κατασκευαστές ηλιακών πάνελ ενίσχυσαν τα έσοδα εξοπλισμού έως 84% και 33% αντίστοιχα, σύμφωνα με τη Solarbuzz.
«Η ισχυρή διψήφια αύξηση μέσα στο 2010 δημιούργησε μια παραπλανητική εικόνα για τους προμηθευτές εξοπλισμού PV», εξηγεί ο Finlay Colville, αναλυτής της Solarbuzz.
«Μια τεχνητή κορύφωση των δαπανών για εξοπλισμό κατά τη διάρκεια του 2010 και το 2011 δημιούργησε μια βραχυπρόθεσμη άνοδο στον εξοπλισμό που είναι εκτός συγχρονισμού με τις μακροπρόθεσμες ανάγκες της βιομηχανίας».
Η συνδυασμένη παραγωγική ικανότητα των εταιρειών θα είναι επαρκής για την κάλυψη της παγκόσμιας ζήτησης φέτος και του χρόνου, με αποτέλεσμα μια σημαντική εξυγίανση της αγοράς μεταξύ κατασκευαστών ηλιακών κυψελών την περίοδο του 2012-2014.
Οι δαπάνες εξοπλισμού από μικρούς ηλιακούς παίκτες αναμένεται να μειωθούν 60% το 2012. Έως το 2015, οι ηγέτες της ηλιακής ενέργειας προβλέπεται ότι θα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 70% του συνόλου των δαπανών για τον εξοπλισμό φωτοβολταϊκών.
Πάντως οι εταιρείες με ισχυρά μερίδια αγοράς, όπως η GT Solar International Inc, η Meyer Burger, η Applied Materials Inc, και η Jinggong, είναι προστατευμένες από τη μείωση που παρατηρείται κατά το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους.
Όσον αφορά την εγχώρια αγορά, τα επιχειρηματικά σχήματα που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των ΑΠΕ σε επίπεδο μονάδων παραγωγής Η/Ε προέρχονται κυρίως από τον κατασκευαστικό τομέα, αλλά και τον ενεργειακό κλάδο.
Σύμφωνα με σχετικές μελέτες, ένα χαρακτηριστικό του κλάδου είναι ότι η κάθε επί μέρους μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ αποτελεί ένα αυτόνομο νομικό πρόσωπο, το οποίο αποτελεί θυγατρική εταιρεία του εκάστοτε επιχειρηματικού φορέα που δραστηριοποιείται σε επίπεδο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ.
Στην παρούσα φάση έχουν αναπτυχθεί ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι, οι οποίοι διαθέτουν πλήθος θυγατρικών επιχειρήσεων, οι οποίες εκμεταλλεύονται αντίστοιχες μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ.
Στοιχείο που χαρακτηρίζει τον κλάδο και αξίζει να επισημανθεί, είναι ότι σε αυτό το στάδιο ανάπτυξης ένα σχετικά μικρό ποσοστό των αδειών παραγωγής έχουν φτάσει στο στάδιο λειτουργίας, παρά το γεγονός ότι η συνολική δυναμικότητα των σχετικών έργων παρουσίασε σημαντική αύξηση σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Συγκεκριμένα, η συνολική εγκατεστημένη δυναμικότητα μονάδων ΑΠΕ κινήθηκε ανοδικά την οκταετία 2002-2010 με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 20,3%, ενώ οι συνολικές πωλήσεις ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ εκτιμάται ότι αυξήθηκαν κατά 25% το 2009 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Ο κλάδος στον ελληνικό χώρο παρουσιάζει ανισοβαρή ανάπτυξη, καθώς παρατηρείται εντονότερο ενδιαφέρον για την τεχνολογικά ωριμότερη και οικονομικά πιο ανταγωνιστική αιολική ενέργεια. Έτσι, όσον αφορά τη σύνθεση της δυναμικότητας των ΑΠΕ, διατηρείται η κυριαρχία των Αιολικών Πάρκων (78%) και ακολουθούν οι Μικρο-Υδροηλεκτρικές μονάδες (12%), τα Φωτοβολταϊκά Πάρκα (7,4%) και οι μονάδες Βιοαερίου-Βιομάζας (2,4%).
Η αιολική ενέργεια, βάσει του στόχου που έχει τεθεί όσον αφορά την Ελλάδα για το 2020, θα πρέπει να αντιπροσωπεύει το 72% της εγκαταστημένης ισχύος των έργων ΑΠΕ.