Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018
Ουρολοιμώξεις: Πότε γίνονται επικίνδυνες;
Έξι στις δέκα γυναίκες και το 15% των ανδρών
παρουσιάζουν ουρολοίμωξη κάποια στιγμή στη ζωή τους, η οποία δίχως την
κατάλληλη και έγκαιρη θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές.
Υπολογίζεται ότι σε ετήσια βάση σχεδόν 150
εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο εκδηλώνουν ουρολοιμώξεις. Αυτές μπορεί να
εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμα και σε νεογέννητα μωρά, αλλά η
συχνότητά τους είναι ιδιαιτέρως αυξημένη στις νεαρές γυναίκες ηλικίας έως 35
ετών και σε άνδρες και γυναίκες ηλικίας άνω των 60 ετών.
Όπως εξηγεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής
Εταιρείας Δρ. Ηρακλής Πούλιας, τ. διευθυντής στην Ουρολογική Κλινική του
Κοργιαλένειου Μπενάκειου Νοσοκομείου ΕΕΣ, η ουρολοίμωξη οφείλεται σε μικρόβια
τα οποία εισέρχονται από την ουρήθρα στην ουροδόχο κύστη, όπου εγκαθίστανται
και πολλαπλασιάζονται. Αυτό είναι πιθανότερο να συμβεί στις γυναίκες εξαιτίας
της ανατομίας της γυναικείας ουρήθρας, η οποία έχει μικρότερο μήκος απ’ ό,τι η
ανδρική και επίσης βρίσκεται κοντά στον κόλπο και τον πρωκτό, με συνέπεια να
την προσεγγίζουν εύκολα τα μικρόβια.
Στις περισσότερες περιπτώσεις (έως και στο 90%) η
λοίμωξη προκαλείται από το κολοβακτηρίδιο (e.coli), που υπάρχει στο έντερο των
ανθρώπων.
«Αν και το ουροποιητικό σύστημα διαθέτει σημαντικές
τοπικές αμυντικές ικανότητες για να αποτρέπει την εισβολή μικροβίων, οι άμυνες
αυτές μερικές φορές εξασθενούν και τα μικρόβια βρίσκουν ευκαιρία να εισβάλουν»,
λέει. «Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση ουρολοίμωξης είναι, μεταξύ
άλλων, η χρόνια παραμονή ούρων στην ουροδόχο κύστη, η παρουσία λίθων στο
ανώτερο ή κατώτερο ουροποιητικό, ο διαβήτης, η εγκυμοσύνη, η εμμηνόπαυση, οι
συγγενείς (εκ γενετής) ανατομικές ανωμαλίες στο ουροποιητικό όπως τα στενώματα του ουρητήρα, καθώς και οι
μικροπαρεμβάσεις στην ουρήθρα όπως η τοποθέτηση καθετήρα και η κυστεοσκόπηση».
Την πιθανότητα να αναπτυχθεί ουρολοίμωξη αυξάνουν
επίσης ορισμένες κακές συνήθειες. Σε αυτές συμπεριλαμβάνονται η ελλιπής ατομική
υγιεινή, η ανεπαρκής ενυδάτωση, η αναστολή της ούρησης, η χρήση νάιλον
εσωρούχων, καθώς και ορισμένες σεξουαλικές συνήθειες (λ.χ. μη χρήση
προφυλακτικού, μη ούρηση μετά τη σεξουαλική επαφή).
Οι ουρολοιμώξεις φαίνεται πως είναι πιο συχνές κατά
τους θερινούς μήνες, όπως έχουν δείξει και αρκετές μεγάλες διεθνείς μελέτες.
Αυτό πιθανώς σχετίζεται με την αφυδάτωση και την αυξημένη εφίδρωση
(υπεριδρωσία) του καλοκαιρού, που έχουν ως συνέπεια μείωση της παραγωγής των ούρων
για να μην χάσει άλλα υγρά ο οργανισμός. «Τα λιγοστά ούρα παραμένουν επί
περισσότερες ώρες στην ουροδόχο κύστη έως ότου δημιουργηθεί η ανάγκη για κένωση
και έτσι δίνεται η ευκαιρία στα βακτήρια που υπάρχουν στην κύστη να
πολλαπλασιαστούν», εξηγεί ο Δρ. Πούλιας.
Πότε εμφανίζεται πυρετός
Εννέα φορές στις δέκα η λοίμωξη εντοπίζεται στο
κατώτερο ουροποιητικό και κυρίως στην ουροδόχο κύστη (αυτή είναι η λεγόμενη
κυστίτιδα).
Τα τρία τέταρτα των κρουσμάτων ουρολοίμωξης είναι
σποραδικά, ενώ τα υπόλοιπα είναι υποτροπιάζοντα και οφείλονται κυρίως σε κάποια
παθολογία ή ανατομική ανωμαλία του ουροποιητικού.
Όταν η λοίμωξη εντοπίζεται στο κατώτερο
ουροποιητικό (αποτελείται από την ουροδόχο κύστη και την ουρήθρα), τα
συμπτώματα συνήθως είναι συχνουρία, επιτακτική ανάγκη για ούρηση, αίσθημα
καύσου (κάψιμο) κατά την ούρηση και πόνος ή αίσθημα βάρους χαμηλά στην κοιλιά.
Αντιθέτως, σε αυτό το στάδιό της σπανίως θα υπάρξει πυρετός.
Αν όμως η λοίμωξη επεκταθεί στους νεφρούς, όπου θα
προκαλέσει πυελονεφρίτιδα, τότε εκτός από τα προαναφερθέντα συμπτώματα είναι
πιθανό να εκδηλωθούν και υψηλός πυρετός (πάνω από 38° C), ρίγος, κακουχία και
πόνος στην πάσχουσα νεφρική χώρα (στην πλάτη, κάτω από τις πλευρές).
Κίνδυνος από τις επιπλοκές
Η πυελονεφρίτιδα αποτελεί μία από τις επιπλοκές της
ουρολοίμωξης. Άλλες πιθανές επιπλοκές είναι οι υποτροπές και η δημιουργία
αποστήματος σε κάποιο όργανο του ουροποιητικού.
«Οι υποτροπές αναπτύσσονται όταν οι ουρολοιμώξεις
δεν αντιμετωπισθούν σωστά και εγκαίρως, και μπορεί να είναι σοβαρές», τονίζει ο
Δρ. Πούλιας. «Αν, για παράδειγμα, οι υποτροπές αφορούν λοιμώξεις του νεφρού,
ένα πιθανό επακόλουθο είναι η χρόνια πυελονεφρίτιδα η οποία μακροπρόθεσμα
οδηγεί σε έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας, δηλαδή σε νεφρική νόσο και ίσως
νεφρική ανεπάρκεια».
Ωστόσο η πιο σοβαρή και απειλητική για τη ζωή
επιπλοκή είναι η σήψη, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σηπτική καταπληξία,
πολυοργανική ανεπάρκεια ή ακόμη και στον θάνατο.
«Κάθε ασθενής που εκδηλώνει συμπτώματα από το ουροποιητικό
πρέπει να συμβουλεύεται έναν ουρολόγο ιατρό», λέει ο Δρ. Πούλιας. «Αυτό πρέπει
να γίνει επειγόντως, εάν ο ασθενής έχει υψηλό πυρετό με πόνο στη νεφρική χώρα
και κακουχία ή έντονα ενοχλήματα κατά την ούρηση».
Εξατομικευμένη θεραπεία
Οι ουρολοιμώξεις συνήθως αντιμετωπίζονται με
αντιβιοτική αγωγή, η οποία όμως χορηγείται με βάση συγκεκριμένες κατευθυντήριες
οδηγίες τις οποίες έχουν εκδώσει η Ευρωπαϊκή και η Αμερικανική Ουρολογική
Εταιρεία. Τις οδηγίες θα δώσει ο ουρολόγος ιατρός, έπειτα από καλλιέργεια ούρων
και αντιβιόγραμμα.
«Το είδος, η δόση και η διάρκεια της αντιβιοτικής
θεραπείας εξαρτώνται από κάθε ασθενή ξεχωριστά», λέει ο Δρ. Πούλιας. «Υπάρχουν
περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται μία μόνο δόση αντιβιοτικού κατά το πρώτο
24ωρο από την έναρξη των συμπτωμάτων, ενώ σε άλλες η θεραπεία μπορεί να
διαρκέσει λίγες ή πολλές μέρες. Η
χορήγηση εξατομικευμένης θεραπείας σε κάθε ασθενή έχει υψηλά ποσοστά ιάσεως και
εξασφαλίζει καλύτερη πρόληψη των υποτροπών».
Σε περίπτωση που ο ασθενής έχει κάποιον ανατομικό
προδιαθεσικό παράγοντα (λ.χ. στενώματα), αποφρακτική πυελονεφρίτιδα ή επιπλοκή
της ουρολοίμωξης όπως το απόστημα νεφρού, μπορεί να χρειασθεί και χειρουργική
αντιμετώπιση, καταλήγει.