Σήμερα με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου
Κακουργημάτων Ιωαννίνων ολοκληρώθηκε μια προσπάθεια δώδεκα χρόνων για να εντοπιστούν οι δράστες
κλοπών Εικόνων και Κειμηλίων από ναούς και μοναστήρια της Ηπείρου και ειδικότερα
στα όρια της Ιεράς Μητρόπολης Ιωαννίνων.
Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι σεβαστή. Θεωρώ όμως
ότι κατά την ακροαματική διαδικασία προέκυψαν σημαντικά στοιχεία που πρέπει να
προβληματίσουν και να αξιολογηθούν από τους πολίτες και συγκεκριμένα μαρτυρίες
ανακλήθηκαν, μάρτυρες που δεν «θυμόνταν» κατά την εξέτασή τους στο Δικαστήριο
τι είχαν καταθέσει στη διάρκεια των προανακρίσεων, όπως επίσης και καταθέσεις-
μαρτυρίες ιερωμένων οι οποίοι στο μακρύ διάστημα της προανάκρισης απεβίωσαν.
Μετά από δώδεκα χρόνια και την πολυήμερη
ακροαματική διαδικασία προκύπτουν τρία συμπεράσματα:
Α) Με την προσπάθεια που ξεκινήσαμε αμέσως μετά την
κλοπή που έγινε παραμονές Χριστουγέννων του 2009 στο Κουκούλι Ζαγορίου,
κινητοποιήθηκαν οι αρμόδιες υπηρεσίες και έτσι μέχρι σήμερα εντοπίστηκαν και
επαναπατρίστηκαν 80 και πλέον εικόνες από ναούς και μοναστήρια της Ηπείρου, της
Δυτικής Μακεδονίας κ.α. περιοχών.
Β) Στο διάστημα αυτό σχεδόν «μηδενίστηκαν» οι κλοπές και οι διαρρήξεις σε μοναστήρια και ναούς.
Γ) Η σημαντικότερη, όμως, παρακαταθήκη είναι η
εμπειρία που αποκτήθηκε για
τον εντοπισμό κλεμμένων πολιτιστικών και
θρησκευτικών θησαυρών, που αποτελεί βασικό πλέον αποτρεπτικό παράγοντα για κάθε
επίδοξο ιερόσυλο.
Κατά τα άλλα, οι επιθέσεις, οι «αφορισμοί» και η
λασπολογία που εξαπολύθηκαν σε βάρος μου από παράγοντες της δίκης προκειμένου
να αποκρουστούν στοιχεία και μαρτυρίες μου, δεν με πτοούν και ούτε πρόκειται να
αναστείλουν τη συνέχιση της προσπάθειάς μου για να επιστραφούν ιερά σκεύη και
εικόνες στον τόπο τους.