Στο
ταξίδι προς τη γονιμότητα η διατροφή κατέχει εξέχουσα θέση. Παρότι δεν
διορθώνει όλα τα προβλήματα που εμποδίζουν την απόκτηση απογόνων, μπορεί να
συμβάλει στη βελτίωση των συνθηκών για σύλληψη. Όσες γυναίκες, επομένως,
προσπαθούν να συλλάβουν πρέπει να προσέχουν τη δίαιτά τους, αφού κάθε τροφή που
καταναλώνουν έχει αντίκτυπο στη αναπαραγωγική ικανότητα.
Βέβαια,
δεν υπάρχει συγκεκριμένη «διατροφή γονιμότητας». Υπάρχουν ορισμένες ομάδες θρεπτικών
συστατικών που επηρεάζουν θετικά τη διαδικασία και άλλες που μπορούν να
υπονομεύσουν τις προσπάθειες για επίτευξη μιας υγιούς εγκυμοσύνης.
Οι
γυναίκες, λοιπόν, που θέλουν να αποκτήσουν παιδιά πρέπει να προσέχουν ανελλιπώς
τη διατροφή τους. Και το καλοκαίρι δεν εξαιρείται…
Παγωτά
και αναψυκτικά που συχνά επιλέγονται για να δροσίσουν από τις υψηλές
θερμοκρασίες θα πρέπει να περιορίζονται στο ελάχιστο. Όσες επιδιώκουν
εγκυμοσύνη πρέπει να είναι προσεκτικές και με την κατανάλωση ζωικών πρωτεϊνών
και λιπαρών και αντί αυτών να επιλέγουν ψάρια ή θαλασσινά.
«Η αδυναμία ενός ζευγαριού να επιτύχει σύλληψη και να ολοκληρώσει την εγκυμοσύνη, κινδυνεύει να γίνει επιδημία τα τελευταία χρόνια. Περίπου το 15% των ζευγαριών παγκοσμίως βρίσκονται σε αυτήν τη θέση. Η γυναικεία υπογονιμότητα ευθύνεται για το 35% των περιπτώσεων και η ανδρική για το 30%. Στο 20% των ζευγαριών το πρόβλημα αποδίδεται και στους δύο, ενώ για το 15% τα αίτια είναι αδιευκρίνιστα.
Οι παράγοντες που είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε γυναικεία υπογονιμότητα είναι πολλοί. Σε αυτούς περιλαμβάνονται διαταραχές ωοθυλακιορρηξίας, προβλήματα του αναπαραγωγικού συστήματος (φραγμένες σάλπιγγες, ινομυώματα, πολύποδες, ενδομητρίωση, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών), ορμονικές ανισορροπίες (αυξημένη προλακτίνη) και κάποια φάρμακα, όπως αυτά για την αντιμετώπιση του καρκίνου», εξηγεί ο εξειδικευθείς στη Γυναικολογική Ενδοκρινολογία, την Υπογονιμότητα και την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, Μαιευτήρας Γυναικολόγος Δρ Ιωάννης Παπακωνσταντίνου.
Τελευταία
η έρευνα έχει στραφεί στον εντοπισμό δυνητικά τροποποιήσιμων παραγόντων που
μπορεί να επηρεάσουν την αναπαραγωγική υγεία. Σε αυτούς περιλαμβάνεται η
σωματική δραστηριότητα, το στρες, κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, το κάπνισμα
και οι ψυχοτρόπες ουσίες. Τη μεγαλύτερη προσοχή έχει λάβει η διατροφή και ο
Δείκτης Μάζας Σώματος, αφού επικρατεί η αντίληψη ότι οι γυναίκες που κάνουν
λανθασμένες διατροφικές επιλογές μπορεί να έχουν αναπαραγωγικά προβλήματα.
«Ο
αντίκτυπος της διατροφής στις γυναίκες που προσπαθούν να συλλάβουν με φυσικό
τρόπο αλλά, και ιδιαίτερα σε εκείνες που έχουν καταφύγει σε τεχνικές
υποβοηθούμενης αναπαραγωγής έχει λάβει ιδιαίτερη προσοχή. Η παχυσαρκία που είναι
πολύ συχνή συνέπειά της, είναι σημαντικός παράγοντας κινδύνου, καθώς επηρεάζει
αρνητικά την ορμονική διέγερση, την απόκριση στα σχήματα πρόκλησης ωορρηξίας,
την επιτυχία της εξωσωματικής γονιμοποίησης και τον αυξημένο κίνδυνο επιπλοκών
ακόμα και αν επιτευχθεί εγκυμοσύνη.
Τόσο
η ισορροπημένη θερμιδική πρόσληψη όσο και η σωστή διατροφή πριν από τη
σύλληψη φαίνεται να επιδρά θετικά στην
εξωσωματική γονιμοποίηση, αφού η έρευνα δείχνει ότι τα υγιεινά διατροφικά
πρότυπα μπορούν να αυξήσουν τις πιθανότητες εγκυμοσύνης και γέννησης ζωντανού
βρέφους», σημειώνει.
Η
διατροφή που προτείνεται μοιάζει πολύ με εκείνη που προάγει τη γενική υγεία. Οι
τροφές που επιλέγονται για εύρυθμη καρδιαγγειακή λειτουργία, καλή υγεία του
εγκεφάλου, του ανοσοποιητικού και του μυοσκελετικού συστήματος, είναι εκείνες που βοηθούν και το
αναπαραγωγικό σύστημα.
Η μεσογειακή διατροφή είναι ένα εξαιρετικό διατροφικό πρότυπο. Σε αντίθεση με τη δυτική που περιέχει πολύ κρέας, λίπος και επεξεργασμένους υδατάνθρακες, εστιάζει σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης, όπως λαχανικά, φρούτα, όσπρια, δημητριακά ολικής άλεσης, ξηρούς καρπούς, σπόρους, βότανα και μπαχαρικά. Το ελαιόλαδο είναι η κύρια πηγή λίπους. Τα ψάρια, τα θαλασσινά, τα γαλακτοκομικά και τα πουλερικά περιλαμβάνονται αρκεί να καταναλώνονται με μέτρο, ενώ το κόκκινο κρέας και τα γλυκά σπανίως μπαίνουν στο τραπέζι. Αυτή πρέπει να ακολουθούν και οι γυναίκες που στοχεύουν σε μια εγκυμοσύνη. Να γιατί:
Υδατάνθρακες
Η
πρόσληψη υδατανθράκων, περιλαμβανομένης της ζάχαρης, οδηγεί σε αύξηση της
ινσουλίνης, η οποία παρεμβαίνει στη διαδικασία ωρίμανσης των ωαρίων. Αιτία
είναι ότι η συγκεκριμένη ορμόνη συγχέεται με εκείνες που ωριμάζουν τα ωάρια και
όταν ο οργανισμός μπερδεύεται συχνά, παρεμποδίζεται η ωορρηξία.
Όταν
η παραγωγή ορμονών καθυστερεί, απελευθερώνεται υψηλότερη του φυσιολογικού
ποσότητα τεστοστερόνης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σύνδρομο πολυκυστικών
ωοθηκών, πάθηση που καθιστά δύσκολη τη σύλληψη.
Μεταξύ
πολλών άλλων, μια μεγάλη μελέτη που διεξήχθη σε 18.555 γυναίκες χωρίς ιστορικό
υπογονιμότητας έδειξε ότι η υψηλότερη κατανάλωση υδατανθράκων με υψηλό
γλυκαιμικό δείκτη σε βάρος φυτικών λιπαρών συσχετίστηκε θετικά με τη
υπογονιμότητα, λόγω διαταραχών της ωορρηξίας.
«Κύριες πηγές πρόσθετων σακχάρων το καλοκαίρι είναι τα αναψυκτικά και τα παγωτά. Η κατανάλωσή τους μπορεί να μειώσει τις πιθανότητες επιτυχούς εγκυμοσύνης σε γυναίκες που την επιδιώκουν μέσω τεχνικών υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Για παράδειγμα, η κατανάλωση αναψυκτικών με ζάχαρη έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί αυξημένες συγκεντρώσεις οιστραδιόλης, επηρεάζοντας αρνητικά τη θεραπεία που προηγείται της γονιμοποίησης, ενώ παράλληλα αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού», επισημαίνει.
Λίπη
Η
υψηλής περιεκτικότητας σε λίπη διατροφή προκαλεί αλλαγές στις αναπαραγωγικές
λειτουργίες, συμπεριλαμβανομένης της διάρκειας του εμμηνορροϊκού κύκλου, των
συγκεντρώσεων των αναπαραγωγικών ορμονών και της ποιότητας των εμβρύων στους
κύκλους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Η
ποιότητα των προσλαμβανόμενων λιπαρών είναι σημαντικότερη από την ποσότητα
τους. Στην προαναφερθείσα μελέτη φάνηκε ότι η αύξηση της πρόσληψης τρανς
λιπαρών ακόμη και κατά 2%, είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση του κινδύνου
υπογονιμότητας, λόγω διαταραχών στην ωορρηξία. Ο λόγος είναι ότι αυτή η
κατηγορία λιπαρών έχει προφλεγμονώδεις ιδιότητες, μπορεί να αυξήσει την
αντίσταση στην ινσουλίνη και τον κίνδυνο εμφάνισης συνδρόμου πολυκυστικών
ωοθηκών.
Πρωτεΐνες
Η
τακτική κατανάλωση φυτικών πρωτεϊνών και η μειωμένη πρόσληψη ζωικών, χωρίς να
εξαιρούνται τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα ψάρια και τα πουλερικά, είναι μια
καλή τακτική για τις γυναίκες που επιδιώκουν εγκυμοσύνη.
Οι
πρωτεΐνες που λαμβάνονται από το κόκκινο κρέας και λιγότερο από τα πουλερικά ανεβάζουν
τα επίπεδα του αυξητικού παράγοντα ομοιάζοντα στην ινσουλίνη-1 (IGF-1), που σχετίζεται με διαταραχές
της ωορρηξίας. Η επίδραση των γαλακτοκομικών προϊόντων στη γονιμότητα εξαρτάται
από την περιεκτικότητά τους σε λιπαρά.
Αντίθετα,
η κατανάλωση φυτικών πρωτεϊνών βελτιώνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, μειώνει
τα επίπεδα του IGF-1
και έχει θετική επίδραση στην ωορρηξία.
Σε
μια μελέτη, οι γυναίκες που αντικατέστησαν το 5% των ζωικών πρωτεϊνών με
πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης είχαν 50% μειωμένο κίνδυνο ωοθυλακιορρηκτικής
υπογονιμότητας. Σε μια άλλη, βρέθηκε ότι
η υψηλότερη πρόσληψη ψαριού και λευκού κρέατος συνδέθηκε θετικά με την
πιθανότητα σχηματισμού καλής ποιότητας εμβρύου με περισσότερες πιθανότητες να
δώσει εγκυμοσύνη (βλαστοκύστη) στις γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική
γονιμοποίηση, σε αντίθεση με το κόκκινο κρέας.
Τα
υπογόνιμα ζευγάρια με αυστηρή αφοσίωση στο ''μεσογειακό'' διατροφικό πρότυπο
έχουν 40% αυξημένη πιθανότητα επίτευξης εγκυμοσύνης μετά από θεραπεία
εξωσωματικής γονιμοποίησης (IVF)
ή ενδοκυτταροπλασματικής σπερματέγχυσης (ICSI), σύμφωνα με μελέτη που
πραγματοποιήθηκε στη Δανία. Η προσκόλληση σε αυτή τη δίαιτα προκάλεσε σχετικά
υψηλές συγκεντρώσεις φυλλικού οξέος και βιταμίνης Β6 στο αίμα και στο
ωοθυλακικό υγρό. Εξίσου καλή είναι και η διατροφική πρόσληψη πολυακόρεστων
ωμέγα-3 λιπαρών οξέων, άλφα-λινολενικού οξέος και δοκοσαεξανοϊκού οξέος.
Εκτός
από τα μακροθρεπτικά συστατικά (πρωτεΐνες, λίπη, υδατάνθρακες) ξεχωριστός είναι
και ο ρόλος των μικροθρεπτικών συστατικών (βιταμίνες, μέταλλα, ιχνοστοιχεία).
Μια ισορροπημένη διατροφή εξασφαλίζει την επάρκειά τους. Η όποια έλλειψή τους
είναι εύκολο να βρεθεί με αιματολογικές εξετάσεις και να αναπληρωθεί μέσω
διατροφής ή συμπληρωμάτων.
«Οι
γυναίκες που προσπαθούν να αποκτήσουν παιδιά θα πρέπει να γνωρίζουν ότι καμία
διατροφή δεν μπορεί να θεραπεύσει σοβαρές παθήσεις που προκαλούν υπογονιμότητα.
Όσες θέλουν να δημιουργήσουν οικογένεια μπορούν να προσφύγουν σε τεχνικές
υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, οι οποίες θα τους χαρίσουν το δώρο της μητρότητας.
Και σε αυτές η υγιεινή διατροφή λειτουργεί υποβοηθητικά», καταλήγει ο Δρ
Παπακωνσταντίνου.