Η παραδοχή από το εξωτερικό, για τον περιορισμό της Εθνικής Ανεξαρτησίας της χώρας μας, εξ αιτίας των νέων μέτρων και των υποχρεώσεων που ανέλαβε η Κυβέρνηση, αποτελεί την επιβεβαίωση του αυτονόητου.
Δυστυχώς για άλλη μια φορά οι φόβοι μας αποδεικνύονται αληθινοί και αποδεικνύουν την επικινδυνότητα του δρόμου που ακολουθείται.
Στην περίπτωση της Ελλάδας η οικονομική εξάρτηση μετατρέπεται με γρήγορους ρυθμούς σε πολιτική, ακυρώνοντας μια πορεία χρόνων αλλά και τη φυσιογνωμία του ίδιου του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Και όταν η Εθνική Ανεξαρτησία αμφισβητείται με τέτοιο βάναυσο τρόπο, αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι οι εξελίξεις γίνονται εθνικά επικίνδυνες. Πολύ περισσότερο όταν τα εθνικά μας θέματα παραμένουν ανοικτά, η διαπραγματευτική μας ισχύς αδύναμη και η φωνή μας στο εξωτερικό ασθενής έως ανύπαρκτη.
Στη χώρα διαμορφώνονται συνθήκες μιας ιδιότυπης και ασφυκτικής εξάρτησης σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο όπου άλλοι αποφασίζουν για τα οικονομικά μας θέματα, άλλοι προτείνουν και εγκρίνουν τις κυβερνητικές αποφάσεις και τρίτοι ελέγχουν εν είδη «στρατιωτικών επιτρόπων» την εξέλιξη της εφαρμογής των συμφωνηθέντων μέτρων αλλά και την αποτελεσματικότητα τους.
Η αποδοχή και η συμφωνία σε ένα τέτοιο, πρωτοφανές για τη χώρα, μοντέλο διακυβέρνησης, αποτελεί μια εθνικά επικίνδυνη τακτική.
Η ηγεσία της Κυβέρνησης οφείλει άμεσα να το αντιληφθεί. Να αντιδράσει και να προτάξει πάνω από οτιδήποτε άλλο το συμφέρον της χώρας, γιατί αυτός ο δρόμος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην εθνική υποταγή.
Αν σε αυτό προσθέσει κανείς και την σχεδιαζόμενη εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, ακόμα και σε εθνικά κρίσιμους τομείς όπως η ενέργεια και οι τηλεπικοινωνίες, μπορεί να αντιληφθεί την εικόνα της χώρας σε λίγα χρόνια.
Και μια χώρα που δεν μπορεί στοιχειωδώς να διασφαλίσει την ανεξάρτητη πορεία της είναι καταδικασμένη να συμπεριφέρεται σαν σύγχρονος δούλος στις διαθέσεις των ξένων αφεντικών της.
Όταν ο ιδρυτής του κινήματος μας, Ανδρέας Παπανδρέου, περιέγραφε με το «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» το πολύτιμο και πολιτικά πρωτεύον για την πορεία της χώρας και του λαού, δεν θα φανταζότανε ποτέ ότι αυτό θα μετατρεπόταν στο «Η Ελλάδα ανήκει στους δανειστές της».
Οι ευθύνες είναι τεράστιες για τους υποστηρικτές αυτών των πολιτικών.
Αυτές οι πολιτικές δεν έχουν καμία κομματική νομιμοποίηση.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ ούτε τις συζήτησε, ούτε τις συμφώνησε.
Επειδή τα «απόνερα» αυτών των επιλογών το ΠΑ.ΣΟ.Κ θα τα χρεωθεί, πρέπει το κίνημα να αποκτήσει λόγο.
Πρέπει να αποφασίσει και για όλα αυτά, που λίγοι αποφασίζουν για αυτό, αλλά και για το μέλλον του.
Είναι προφανές ότι για θέματα που άπτονται της φυσιογνωμίας, της ιδεολογίας, της στρατηγικής μας τον κυρίαρχο λόγο έχει το Συνέδριο. Μόνο αυτό έχει την καταστατική νομιμοποίηση να αποφασίσει. Κανένας Υπουργός, κανένας παράγοντας δεν είναι υπεράνω της καταστατικής νομιμότητας. Για αυτό είναι άμεση αναγκαιότητα το ΠΑ.ΣΟ.Κ να οδηγηθεί σε Συνέδριο, σε ένα πραγματικό επαναστατικό Συνέδριο, χωρίς προαπαιτούμενα, χωρίς συμψηφισμούς, χωρίς γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και μεθοδεύσεις, για να πάρει αποφάσεις για όλα.
Ο πολιτικός χρόνος τελειώνει και δεν μπορούν να υπάρχουν άλλες υπεκφυγές από την υποχρέωση όλων να σεβαστούν τη στοιχειώδη κομματική νομιμότητα.
Όλοι κρίνονται.