Η χθεσινή ακροαματική διαδικασία περιελάμβανε μόνο τις απολογίες των τριών κατηγορουμένων που ξεκίνησαν στις 10 το πρωί και ολοκληρώθηκαν λίγο πριν τις δύο το μεσημέρι. Το δικαστήριο διέκοψε και θα συνεδριάσει ξανά την Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου στις 9 το πρωί, με την πρόταση του Εισαγγελέως και τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης και Πολιτικής Αγωγής.
Και οι τρεις κατηγορούμενοι στις απολογίες τους υποστήριξαν ότι το τραγικό περιστατικό δεν οφειλόταν σε κανενός είδους αμέλεια των ιδίων, κατά τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των καθηκόντων όπως αυτά απέρρεαν εκ των αρμοδιοτήτων τους, ενώ υποστήριξαν, ότι κομβικό σημείο της υπόθεσης, που θα μπορούσε να είχε δημιουργήσει διαφορετικά δεδομένα ως προς το αποτέλεσμα ήταν η μη ειδοποίηση από τις φυλακές της Κέρκυρας, με την αποστολή σχετικού σήματος στο Μεταγωγών Ιωαννίνων, για την επικινδυνότητα του Ρώσου κακοποιού Μαξίμ Ζελίν.
Πρώτος κατέθεσε ο αστυνομικός διευθυντής Ιωαννίνων τότε Αν. Ναστούλης που αναφέρθηκε στην προσωπική του διαδρομή στο Σώμα και στις παρεμβάσεις που έκανε ο ίδιος κατά τη θητεία του στην ΑΔ Ιωαννίνων, οι οποίες όπως ανέφερε χαρακτηριστικά αποδεικνύουν το μέγεθος του προσωπικού του ενδιαφέροντος για την υπηρεσία, τους αξιωματικούς και όλους τους αστυνομικούς, ώστε να εκτελούν με μεγαλύτερη άνεση τα καθήκοντά τους.
Αίσθηση προκάλεσε η αναφορά του στους λαϊκούς δικαστές, όπως τους χαρακτήρισε, τους δημοσιογράφους δηλαδή των μέσων ενημέρωσης, κάποιοι εκ των οποίων «έβγαλαν τον ένοχο από την πρώτη στιγμή, επειδή εγώ δεν έβγαινα να κάνω δηλώσεις. Ήταν κάτι που δε με ενδιέφερε ποτέ στην πορεία μου. Εμείς είμαστε αξιωματικοί, δεν είμαστε πολιτικοί για να κάνουμε δηλώσεις», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Σε άλλο σημείο της απολογίας του ο κ. Ναστούλης υποστήριξε, ότι χάθηκαν άδικα δύο λαμπροί αστυνομικοί, για να προσθέσει, ότι «το έγκλημα έγινε από την Κέρκυρα που δεν ενημέρωσαν είτε προφορικώς είτε εγγράφως για την επικινδυνότητα του Ρώσου. Αυτοί έπρεπε να είναι κατηγορούμενοι εδώ σήμερα», σημείωσε, ενώ δεν παρέλειψε να εκφράσει αιχμές για συναδέλφους του, αξιωματικούς ομοιόβαθμους με τον ίδιο που υπηρετούσαν μαζί και οι οποίοι, όπως είπε, «δεν τόλμησαν να εμφανιστούν στο δικαστήριο».
Ακολούθως απολογήθηκε ο τότε αστυνομικός υποδιευθυντής Ιωαννίνων Ι. Δρόσος, που είχε την εποπτεία του Μεταγωγών εκείνη την περίοδο, ο οποίος είπε πως ουδέποτε υπήρξε αδράνεια, χαλαρότητα ή παράλειψη στους ελέγχους, και γι’ αυτό τόνισε, ότι επί δικών του ημερών είχαν γίνει εκτός των τακτικών και πολλές έκτακτες επιθεωρήσεις και στο Μεταγωγών και αλλού.
«Ο αντιστράτηγος κ. Κυριακάκης που διενήργησε την ΕΔΕ, μίλησε για τυπικούς ελέγχους, όμως όταν τον ρώτησα γιατί έβγαλε το πόρισμα αυτό, δεν ήξερε τι να απαντήσει. Μακάρι να είχα ειδοποιηθεί εκείνη την ημέρα για την επικινδυνότητα της μεταγωγής και να είχα προσφέρει κάτι, ώστε να μη χαθούν οι δύο συνάδελφοι», τόνισε ο κ. Δρόσος, μνημονεύοντας παράλληλα την υποχρέωση που είχε το ΑΤ Κέρκυρας να κάνει ένα σήμα για την επικινδυνότητα του Ρώσου κακοποιού.
Τελευταίος πήρε το λόγο και απολογήθηκε ο τότε διοικητής του Τμ. Μεταγωγών Στ. Πανταζής που χαρακτήρισε προσβλητικό για τον ίδιο το κατηγορητήριο, προσθέτοντας, ότι το ενδιαφέρον του για την υπηρεσία ήταν καθημερινό και αμείωτο και πάντα στα πλαίσια των κανονιστικών αποφάσεων και των διαταγών.
«Δεν υπήρξε ούτε αμέλεια, ούτε χαλαρότητα, ούτε αδράνεια. Δόθηκε μία διαταγή στους συναδέλφους να μη σταματήσουν πουθενά και εάν την είχαν ακολουθήσει δε θα γινόταν τίποτε. Δεν είχα καμία απολύτως πληροφορία από την Κέρκυρα για τον Ρώσο, ώστε να λάβω αυξημένα μέτρα και να ζητήσω επιπλέον ενίσχυση σε δυνάμεις ή τη συνδρομή», σημείωσε μεταξύ άλλων.
Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ από την Ελευθερία
ΠΗΓΗ: http://epirusonline.gr