Σάββατο 25 Μαρτίου 2017
«Ἡ γιορτή τῆς πίστης καί τῆς λευτεριᾶς» (25η Μαρτίου 1821)
Ἐν
Δελβινακίῳ τῇ
13ῃ Μαρτίου 2017
Ἀριθ.
Πρωτ.
100
ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 199η
Θέμα: «Ἡ
γιορτή
τῆς πίστης καί τῆς
λευτεριᾶς» (25η Μαρτίου 1821)
Ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,
-Α-
Δυό
γεγονότα σπουδαῖα ἑορτάζουμε σήμερα:
Τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου καί τήν Ἐθνική
μας Ἐπανάσταση τοῦ 1821. Κι' αὐτά
τά γεγονότα φανερώνουν καί ἀποδεικνύουν πόσο
στενά
εἶναι δεμένοι μεταξύ τους, ἡ
Ἐκκλησία καί τό Ἔθνος.
Γιατί,
πραγματικά,
ἡ Ἐκκλησία πάντοτε,
ἰδιαίτερα, ὅμως,
στήν
τουρκοκρατία,
στάθηκε
φρουρός
καί τροφός τοῦ
Ἑλληνικοῦ
Λαοῦ. Μέ τούς Ἐπισκόπους της,
τούς
Ἱερεῖς
της καί τούς Μοναχούς της, πρόσφερε τήν
παρηγοριά
τῆς θεϊκῆς
εὐλογίας, καί κράτησε ἀναμμένη τήν
φλόγα
τῆς ἐλπίδας,
ὅτι «πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς, πάλι δικά μας θἆναι».
-Β-
Μπορεῖ,
βέβαια,
ἀρκετοί κληρικοί νά ἦταν
ἀγράμματοι, νά ἦταν
πάμπτωχοι,
νά ἦταν
πάντοτε
στό στόχαστρο τῶν
Τούρκων
καί νά ἐριψοκινδύνευαν τά ἔσχατα
˙ ὅμως
ἡ καρδιά, τῶν
περισσοτέρων
τουλάχιστον,
εἶχε κλείσει μέσα της τήν ἀγάπη
πρός
τόν Χριστό καί τήν σκλαβωμένη Πατρίδα. Ἔτσι,
Κλῆρος καί Λαός, συμπορεύτηκαν καί κακοπάθησαν ἀντάμα,
σέ ὅλο
τό μακρύ καί σκοτεινό διάστημα τῆς
σκλαβιᾶς – τετρακόσια χρόνια γιά τήν Νότιο Ἑλλάδα
καί πεντακόσια χρόνια γιά τήν ὑπόλοιπη Χώρα.
Καί, φυσικά, ὅλο αὐτό
τό μεγάλο χρονικό διάστημα, ζοῦσαν
ὅλοι κάτω ἀπό
τήν ἀπειλή
τοῦ Τούρκου ἀφέντη,
ποὺ εἶχε
δικαίωμα
ζωῆς καί θανάτου στούς ραγιάδες καί μέ τήν παραμικρότερη ἀφορμή.
-Γ-
Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου ἀπό
τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ εἶναι τό πρῶτο
γεγονός
πού γιορτάζουμε σήμερα. «Χαῖρε
Κεχαριτωμένη
˙ ὁ
Κύριος
μετά
σοῦ», εἶπε
ὁ Γαβριήλ στήν Παρθένο Μαριάμ. Κι' ὅταν
τῆς ἀνήγγειλε ὅτι « συλλήψῃ
ἐν γαστρί» καί θά γίνῃς
ἡ Μητέρα τοῦ
Υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ,
κι' ἐκείνη
μέ συστολή εἶπε
– ἐκφράζοντας τήν
ἀπορία της – πῶς
θά γεννήσω παιδί, ἀφοῦ δέν γνωρίζω ἄνδρα,
ἡ ἀπάντηση ἦταν ἀφοπλιστική: «οὐκ ἀδυνατήσει παρά
τῷ Θεῷ
πᾶν ρῆμα»,
δηλαδή,
στόν
Θεό δέν εἶναι
ἀδύνατο ὁποιοδήποτε θαυμαστό καί
καταπληκτικό
πρᾶγμα (βλ. Λουκᾶ
α΄
26-38). Ἔτσι, ὁ
Θεός
ἄνοιγε πλέον τήν πύλη τῆς
πνευματικῆς Ἐδέμ,
τήν ὁποία
εἶχε κλείσει ἡ
παράβαση
τῶν Πρωτοπλάστων. Καί ὁ
ἄνθρωπος, σάν μέλος πιά της Εκκλησίας, μπορεῖ,
ἐφ' ὅσον,
ἐννοεῖται,
τό θέλει, νά γίνῃ
πολίτης
τῆς Βασιλείας τῶν
Οὐρανῶν,
Οὐρανοπολίτης.
-Δ-
Ἰδού, τώρα, καί τό δεύτερο γεγονός πού
ἑορτάζουμε σήμερα:
Ἀκριβῶς,
αὐτή ἡ
οὐράνια διαβεβαίωση, ὅτι
τίποτε
δέν εἶναι
ἀδύνατο στόν Θεό, ἔδωσε
τήν δύναμη στούς σκλαβωμένους Ἕλληνες,
νά κινήσουν τήν Ἐπανάστασή τους ἐνάντια στόν Τοῦρκο
δυνάστη.
Καί πάλι, ἐδῶ, πρωτοστατεῖ
ἡ Ἐκκλησία. Στήν Ἁγία Λαύρα ὁ
Μητροπολίτης
Παλαιῶν Πατρῶν
Γερμανός
ὑψώνει τό Λάβαρο τῆς
Ἐπαναστάσεως. Στά μπουντρούμια τῆς
Τριπολιτσᾶς, πεθαίνουν ἁλυσοδεμένοι οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς
Πελοποννήσου.
Στό Μανιάκι, πολεμῶντας
τόν Ἰμπραήμ,
πέφτει,
ἡρωϊκά μαχόμενος, ὁ
ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δικαῖος,
ὁ γνωστός σάν «Παπαφλέσσας», ἐνῷ στό θρυλικό Μεσολόγγι, ὁ
Επίσκοπος
Ρωγῶν Ἰωσήφ,
πού ὑπῆρξε ἡ
ψυχή
καί τό στήριγμα τῶν
μαχητῶν τῆς
φρουρᾶς τῆς
ἱερῆς
πόλεως,
ἔγινε στό τέλος ὁλοκαύτωμα, σκεπάζοντας μέ
τό μισοκαμένο ράσο του τό Μεσολόγγι καί μεταβάλλοντάς το σέ πυρσό, ὁ
ὁποῖος
μέ τό ἐκτυφλωτικό φῶς ἐκείνης
τῆς μεγαλειώδους θυσίας, καταύγασε τήν Οἰκουμένη.
-Ε-
Καί,
λοιπόν; Γιατί κάποιοι ἀπό τόν πολιτικό μας κόσμο μιλᾶνε,
κάθε
τόσο,
γιά χωρισμό τῆς
Ἐκκλησίας ἀπό
τό κράτος; Ποιόν νά χωρίσῃς
ἀπό ποιόν; Αὐτές
οἱ σκέψεις ἤ
καί προθέσεις εἶναι
ὄχι μόνο ἐπιπόλαιες, ἀλλά καί ἐξόχως
ἐπικίνδυνες. Σέ καιρούς, μάλιστα, πού
ἡ τουρκική ἀπειλή
γίνεται
ὁλοένα πιό φανερή, ἀπαιτεῖται ἐθνική
ἐνότητα. Κι' αὐτή
θά γίνῃ
κατορθωτή
μόνο
μέ τήν Ἐκκλησία καί
διά τῆς
Ἐκκλησίας, ὅπως
ἔγινε στό Ἔπος
τοῦ 1940-41, κάτω ἀπό
τήν φωτεινή καί δυνατή μορφή τοῦ
Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσάνθου τοῦ
ἀπό Τραπεζοῦντος.
Σύνθημά
μας νά εἶναι
ἕνα: «Ἡ
ἰσχύς ἐν
τῇ ἐνώσει».
Διάπυρος πρός Χριστόν εὐχέτης
Ὁ
Μητροπολίτης
+ Ὁ
Δρυϊνουπόλεως,
Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης
ΑΝΔΡΕΑΣ