Την τελευταία δεκαετία, το ποσοστό εμφάνισης
των Διατροφικών Διαταραχών παγκοσμίως έχει διπλασιαστεί, ενώ υπολογίζεται ότι
πάνω από 70 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με μια από τις βασικές κατηγορίες τους: Νευρογενής
Ανορεξία, Επεισοδιακή Υπερφαγία ή Νευρογενής Βουλιμία (National Eating
Disorders Association). Παράλληλα, εν μέσω πανδημίας σημειώθηκε μεγάλη αύξηση
των περιστατικών διατροφικών διαταραχών, ενώ επιδεινώθηκε η κατάσταση των ήδη
πασχόντων.
Ως Παγκόσμια
Ημέρα Διατροφικών Διαταραχών έχει οριστεί η 2η Ιουνίου (World Eating Disorders
Action Day) μια μέρα που στην Ελλάδα δεν δίνεται η πρέπουσα προσοχή σε σχέση με
τις υπόλοιπες χώρες, παρόλο που είναι ένα πρόβλημα που συνεχώς αυξάνεται και η
αντιμετώπιση του απασχολεί όλο και περισσότερους ανθρώπους, επισημαίνει η κα
Άννα Χατζηδημητρίου, Ψυχολόγος Υγείας Ειδικευμένη στις διατροφικές Διαταραχές
και στην Παχυσαρκία, NCED Δ/ντρια Τμήματος Ψυχολογίας Ιατρικό Κέντρο Αθηνών,
Ιδρύτρια του Κέντρου Ψυχολογίας και Προαγωγής της Υγείας «Live Well-Be Well»
και προσθέτει:
«Είναι σημαντική η ενημέρωση στις διαταραχές αυτές διότι η άμεση διάγνωση συνδέεται με καλύτερα θεραπευτικά αποτελέσματα και τον περιορισμό της στην πιθανή επέκταση των συμπτωμάτων της διαταραχής σε προβλήματα υγείας. Για να συνειδητοποιήσουμε το μέγεθος του προβλήματος και την σημαντικότητα της άμεσης αντιμετώπισης αξίζει να αναφερθεί ότι υπολογίζεται πως ένας άνθρωπος πεθαίνει παγκοσμίως κάθε μία ώρα από κάποια διατροφική διαταραχή και πως 97% των ασθενών που θα νοσηλευτούν με διατροφική διαταραχή έχουν έστω μια οργανική πάθηση, ένα πρόβλημα υγείας ως συννοσηρότητα.
Υψηλή
συννοσηρότητα παρατηρείται στις διατροφικές διαταραχές σε συνδυασμό με άλλες
ψυχολογικές διαταραχές, όπως είναι η κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές, κυρίως
η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, το μετα-τραυματικό άγχος και η εξάρτηση από
αλκοόλ ή άλλες ουσίες.
Μεγάλη
επίδραση παρατηρείται στην υγεία των διαβητικών που έχουν διατροφικές
διαταραχές, κυρίως επεισοδιακή υπερφαγία, καθώς η ελλιπής διαχείριση της
υπερφαγίας εντείνει τις επιπλοκές του διαβήτη, όπως καρδιαγγειακά επεισόδια,
νευραλγίες, παθήσεις των νεφρών. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι σημαντική η
πολυδύναμη αντιμετώπιση από του ειδικούς, από μία διεπιστημονική ομάδα για την
αντιμετώπιση με ψυχολογική υποστήριξη της διατροφικής διαταραχής που μπορεί να
πυροδοτεί σοβαρές ασθένειες».
Η κα
Χατζηδημητρίου τονίζει πως «αυτές είναι οι στατιστικές και οι επιπτώσεις προ
πανδημίας. Δυστυχώς υπάρχει πληθώρα στοιχείων ότι η πανδημία έφερε αύξηση στα
παραπάνω νούμερα και στις επιπτώσεις που αναφέρονται παρόλο που ακόμα δεν
υπάρχουν πολλές επίσημες μελέτες. Η Εθνική Ένωση Διατροφικών Διαταραχών στις
ΗΠΑ αναφέρει αύξηση 40% στις κλήσεις της από τον Μάρτιο του 2020 που ξεκίνησε η
πανδημία και η καραντίνα. Κάποιες αρχικές έρευνες που γίνανε στην Αμερική αλλά
και στην Ευρώπη δείξανε ότι η πανδημία, ο φόβος, το άγχος, η καραντίνα, ο
κοινωνικός περιορισμός, επηρέασε τα άτομα με διάγνωση νευρικής ανορεξίας να
τρώνε λιγότερα γεύματα την ημέρα και τροφές με λιγότερες θερμίδες ενώ τα άτομα
με βουλιμία είχαν αυξημένη όρεξη για φαγητό και κατανάλωναν γεύματα μεγαλύτερα σε ποσότητα, πολύ συχνά με τροφές υψηλής
θερμιδικής αξίας.
Κοινός
παρονομαστής και στις δύο ομάδες διατροφικών διαταραχών είναι ότι αναφέρθηκαν
υψηλότερα επίπεδα άγχους για τους περιορισμούς της πανδημίας και φόβους που
αφορούσαν την ψυχική τους υγεία και τις διατροφικές τους συμπεριφορές.
Φαίνεται
ότι η πανδημία αύξησε τους ψυχοκοινωνικούς παράγοντες που αυξάνουν το άγχος και
πυροδοτούν μια ήδη υπάρχουσα διατροφική διαταραχή.
Οι
συνθήκες ζωής στην πανδημία ως στρεσογόνο γεγονός, οδήγησε πολλούς στην αύξηση
κατανάλωσης τροφών με υψηλή διατροφική αξία, αύξηση γλυκών και αλκοόλ,
ακατάσχετο τσιμπολόγημα, άστατα γεύματα, αύξηση βάρους ή επίμονη σκέψη για
απώλεια βάρους».
Οι
κυριότεροι παράγοντες που πυροδοτούν τέτοιους είδους συμπεριφορές, σημειώνει η
κα Χατζηδημητρίου είναι:
1) Αβεβαιότητα για το μέλλον
2) Απροσδιόριστο άγχος και φόβος για την
πανδημία και την ποιότητα ζωής
3) Απομόνωση και έλλειψη κοινωνικής
επαφής
4) Αύξηση στις ώρες που κάθεται κανείς στο
διαδίκτυο, τηλεόραση, έκθεση σε δυσάρεστες και αγχογόνες ειδήσεις κλπ.
5) Περιορισμένη δραστηριότητα και εναλλαγές
τις καθημερινότητας
6) Έλλειψη συχνής πρόσβασης σε μέρη με υγιεινές
τροφές
7) Συχνή μηχανική πρόσβαση σε τροφές μέσα στο
σπίτι από την απραγία
8) Συναισθηματική διατροφή λόγω ανίας στο
σπίτι, φόβος λόγω της COVID-19, άγχος λόγω αβεβαιότητας, θλίψη ή θυμός σαν
αποτέλεσμα της πανδημίας και της καραντίνας
9) Άγχος με την αυτό-εικόνα, εμμονή με την
απώλεια βάρους λόγω φόβου ότι η παχυσαρκία σχετίζεται με επιπλοκές της
COVID-19.
«Τους
τελευταίους δύο μήνες μπορεί να σημειωθεί ότι εμπειρικά από τις κλήσεις που
δεχόμαστε φαίνεται να έχει αυξηθεί το αίτημα των ανθρώπων στο κέντρο
ψυχολογικής υποστήριξης και προαγωγής υγείας Live Well-BeWell για απώλεια
βάρους σαν αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης ότι η παχυσαρκία είναι παράγοντας
που πιθανά συμβάλλει για επιπλοκές της COVID-19 αλλά και άλλων προβλημάτων
υγείας κυρίως για καρδιοαναπνευστικά θέματα που εμμέσως συνδέονται πάλι με το
ιό και τον φόβο που άφησε η πανδημία στους ανθρώπους.
Κυρίως
τα περιστατικά επεισοδιακής υπερφαγίας και παχυσαρκίας φαίνεται να έχουν σχεδόν
διπλασιαστεί τον τελευταίο χρόνο της πανδημίας παγκοσμίως αλλά τα ίδια
αποτελέσματα δείχνει και το κέντρο μας. Επιπρόσθετα φαίνεται να αυξήθηκε η
πρόθεση του κόσμου να ζητήσει βοήθεια για την αντιμετώπιση τους. Υπάρχει και η
υπόθεση που εξετάζουμε τώρα ερευνητικά πώς ίσως ο κόσμος με τη ενημέρωση που
έγινε για την ψυχολογική υποστήριξη εν μέσω της πανδημίας, να έχει γίνει πιο
ανοιχτός και να νιώθει πιο έτοιμος να ζητήσει ψυχολογική βοήθεια για να λύσει
θέματα που αφορούν την ψυχολογία, βάρους και επεισοδιακής υπερφαγίας. Είναι
αισιόδοξο ότι υπάρχει η τάση να επιλέξουν μια πολυπαραγοντική αντιμετώπιση,
ψυχολογικής υποστήριξης σε συνδυασμό με τον ιατρό ή τον διατροφολόγο από το να
τ’ αντιμετωπίσουν μόνο με δίαιτα.
Είναι
σημαντικό να υπάρχει ψυχο-εκπαίδευση στα θέματα διατροφικών διαταραχών αλλά και
να τις ξεχωρίζουμε από τα θέματα απώλειας βάρους ειδικά όπου σχετίζονται με
θέματα υγείας ή προδιάθεση για πυροδότηση ιατρικών προβλημάτων. Η
ψυχοεκπαίδευση, η ενημέρωση, η δύναμη της γνώσης μειώνει την αβεβαιότητα και
ενισχύει την αίσθηση ελέγχου που είναι καθοριστικός στις διατροφικές διαταραχές
για την αποτελεσματική αντιμετώπιση τους» σημειώνει η κα Χατζηδημητρίου και
προσθέτει:
«Συχνά
αυτή την περίοδο δεχόμαστε ερωτήσεις κυρίως για διατροφικές διαταραχές όπως η
επεισοδιακή υπερφαγία που επηρεάζoυν την αύξηση βάρους που συνδέεται με πιθανές
επιπλοκές της COVID-19.
Η λύση
στις διατροφικές διαταραχές όπως η επεισοδιακή υπερφαγία δεν είναι κάποια
συγκεκριμένη δίαιτα, ούτε η ατελείωτη πίεση στον εαυτό σαν ένδειξη δύναμης και
πειθαρχίας, αυτό είναι μύθος. Ο τρόπος που θα σκεφτείτε για αυτό που θέλετε να
φάτε και οι τεχνικές με τις οποίες θα καταφέρετε να βάλετε τον εαυτό σας να
ακολουθήσει μια φυσιολογική σχέση με το φαγητό είναι βασικός στόχος της
ψυχολογικής αντιμετώπισης.
Η
ψυχολογική αντιμετώπιση της επεισοδιακής υπερφαγίας έχει στόχο να εκπαιδεύσει
τον ενδιαφερόμενο να αποφεύγει την αυτο-εξαπάτηση, να αντιστέκεται στον
πειρασμό του φαγητού, να διαχειρίζεται την πείνα, την λαιμαργία, την παρόρμηση
για συγκεκριμένες γεύσεις, το άγχος και τα δυνατά αρνητικά συναισθήματα χωρίς να
καταφεύγει στο φαγητό για ικανοποίηση.
Έρευνες
δείχνουν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι με επεισοδιακή υπερφαγία ή κάποιοι που τα
συμπτώματά της τους οδηγεί να είναι υπέρβαροι έχουν ένα κοινό στοιχείο: δεν
ξέρουν πως να σκεφθούν σαν ένας «λεπτός άνθρωπος» και δεν ισχύει ότι έχουν
αδύναμο χαρακτήρα.
Η ψυχολογική αντιμετώπιση σας μαθαίνει πως να επιβάλλεστε στις σκέψεις που σαμποτάρουν την προσπάθεια σας. Εξερευνά τους λόγους και τις αιτίες που σας κάνουν να τρώτε χωρίς να πεινάτε. Δεν είναι μια μέθοδος που σου λέει τι να φας αλλά σου μαθαίνει το πως να φας. Σας δείχνει πως να επιβάλλεστε στο «δεν θέλω να, δεν πρέπει, ή δεν μπορώ» που υπάρχουν στο μυαλό σας, επιλύοντας πρακτικά και ψυχολογικά προβλήματα» καταλήγει η κα Χατζηδημητρίου.