Επιβαρυντικός
για την υγεία των οστών, των μυών και των αρθρώσεων ήταν ο εγκλεισμός που
επιβλήθηκε πριν μερικούς μήνες, προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωση του
SARS-CoV 2, του νέου κορωνοϊού. Σύμφωνα με μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από
το Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας η πλειονότητα των ανθρώπων που υπέφεραν
από πόνους και δυσκαμψία πριν από το lockdown, είδαν τα συμπτώματά τους να
επιδεινώνονται σημαντικά. Τα ευρήματα αυτά κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου
ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους, εάν η πορεία της πανδημίας στη χώρα μας δείξει
ότι πρέπει να επιβληθούν νέα περιοριστικά μέτρα.
Όπως
μας εξηγεί ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός δρ Αθανάσιος Τσουτσάνης, τα μυοσκελετικά
προβλήματα αποτελούν μια πολύ συχνή αιτία δυσλειτουργίας και αδυναμίας
αυτοεξυπηρέτησης. Ο πόνος, η δυσκαμψία, η κόπωση που βιώνουν τα άτομα με
οστεοαρθρίτιδα και ρευματοειδή αρθρίτιδα γίνονται εντονότερα όταν μειώνεται η
σωματική δραστηριότητα και διακόπτεται η φαρμακευτική αγωγή που ακολουθείται.
Επιδείνωση παρατηρείται και σε άτομα με οστεοπόρωση όταν δεν ασκούνται. Και δυστυχώς με την επιβολή των σκληρών
μέτρων την περασμένη άνοιξη αρκετοί συνάνθρωποί μας κυρίως οι μεγαλύτεροι σε
ηλικία περιόρισαν σε σημαντικό βαθμό τις δραστηριότητές τους και ανέβαλαν τις
επισκέψεις τους στους γιατρούς που τους παρακολουθούσαν, υπό τον φόβο μόλυνσης
από τον νέο κορωνοϊό. Αυτή η συνετή απόφαση είχε αρνητικές επιπτώσεις στο
μυοσκελετικό τους σύστημα οι οποίες ενδεχομένως να επιταθούν, αφού τα
περιοριστικά μέτρα και οι συστάσεις υφίστανται ακόμα. Σε ορισμένους ασθενείς η
επαναφορά στο προ κορωνοϊού επίπεδο λειτουργικότητας της άρθρωσης δεν θα μπορεί
να επέλθει μόνο με συντηρητική θεραπεία και θα χρειαστούν πιο δραστικά μέτρα.
Ερευνητές
του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Αγγλίας πραγματοποίησαν μια έρευνα, στην οποία
έχουν αποτυπωθεί οι επιπτώσεις στα άτομα με μυοσκελετικές παθήσεις των ριζικών
αλλαγών που επιβλήθηκαν προκειμένου να περιοριστεί η εξάπλωσή του νέου
κορωνοϊού. Αφορούσε την περίοδο μεταξύ 23 Μαρτίου και 1ης Αυγούστου, όταν άτομα
που διέτρεχαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο υποχρεώθηκαν να παραμείνουν στο σπίτι
τους, αποφεύγοντας κάθε κοινωνική επαφή και ενθαρρύνθηκαν να χρησιμοποιούν
υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης μόνο για επείγουσες ανάγκες. Στα τέλη
Απριλίου 2020, πέντε εβδομάδες μετά την έναρξη του lockdown στο Ηνωμένο
Βασίλειο, οι ερευνητές πραγματοποίησαν τη διαδικτυακή έρευνα σε μια ομάδα
ασθενών που είχε διάφορες μυοσκελετικές νόσους. Απ’ ότι αποδείχθηκε από τις
απαντήσεις τους, οι συχνότερες ασθένειες ήταν η ρευματοειδής αρθρίτιδα, αφού το
43,5% ανέφερε ότι υπέφερε από αυτή και η οστεοαρθρίτιδα με ποσοστό 21,7%. Η
πλειοψηφία των ερωτηθέντων (52,1%) απάντησε ότι τα μυοσκελετικά συμπτώματά τους
είχαν επιδεινωθεί από την έναρξη του lockdown. Το 88,2% επεσήμανε ότι είχε
μικρή δυσκολία στην πρόσβαση σε φάρμακα και το 44% ότι χρειάστηκε τη βοήθεια
άλλων προκειμένου να τα προμηθευτούν. Όσοι δεν είχαν πρόσβαση σε υγειονομική
περίθαλψη ανέφεραν σημαντικά μεγαλύτερο πόνο, δυσκαμψία και κακή γενική υγεία.
«Τα
ευρήματα αυτά δείχνουν ότι η πανδημία του κορωνοϊού αποτελεί πρόκληση για την
υγεία και την ευημερία των ανθρώπων, ανεξαρτήτου ηλικίας. Ιδιαίτερα όμως για
τους ηλικιωμένους πρέπει να ληφθούν μέτρα για την υποστήριξή τους, εάν και για
όσο διάστημα επιβληθούν περαιτέρω μέτρα απομόνωσης, αφού η πανδημία συνεχίζεται»,
τονίζει ο διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών και εξειδικευμένος στις
αρθροπλαστικές ισχίου & γόνατος δρ Αθανάσιος Τσουτσάνης.
Πέραν
όμως της επιδείνωσης των συμπτωμάτων της οστεοαρθρίτιδας και της ρευματοειδούς
αρθρίτιδας, κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού υπήρξε αύξηση και των καταγμάτων
ισχίου. Όπως έχει αποκαλύψει μια σκωτσέζικη μελέτη παρότι οι αριθμοί όλων των
τύπων τραυματισμού που χρειάστηκαν χειρουργική θεραπεία από τις 23 Μαρτίου 2020
έως τις 28 Μαΐου 2020 μειώθηκαν, η συχνότητα των καταγμάτων του ισχίου αυξήθηκε
από 30,2% το 2019 και 30,7% το 2018 σε
36,3% το 2020.
«Ενδεχομένως αυτό να οφείλεται στις πτώσεις μέσα στο σπίτι, φαινόμενο που παρατηρείται συχνά στους ηλικιωμένους, ειδικά όταν το μυϊκό τους σύστημα είναι αδύναμο. Αυτοί οι τραυματισμοί απαιτούν χειρουργική αποκατάσταση. Από τις πιο συχνές επεμβάσεις που γίνονται για την αποκατάστασή τους είναι η ημιολική και η ολική αρθροπλαστική ισχίου, οι οποίες όταν εκτελούνται με την μέθοδο ελάχιστης επεμβατικότητας AMIS, έχουν εξαιρετικά υψηλά ποσοστά επιτυχίας ακόμα και σε ηλικιωμένους ή υπέργηρους ανθρώπους.
Ο λόγος είναι ότι η AMIS είναι η
ασφαλέστερη και πιο ανώδυνη χειρουργική μέθοδος γι’ αυτούς τους τραυματισμούς,
η οποία ελαχιστοποιεί την πιθανότητα επιπλοκών και προσφέρει ταχύτατη ανάρρωση.
Ενώ σε άλλες χειρουργικές τεχνικές είναι απαραίτητη η τομή και η αποκόλληση
μυών, η προσπέλαση στην τεχνική AMIS επιτυγχάνεται με τη βοήθεια ειδικών
εργαλείων απλά παρεκτοπίζοντάς τους. Έτσι, ο ασθενής πονά ελάχιστα μετά από τη
χειρουργική επέμβαση, μειώνεται η απώλεια αίματος, παραμένει λιγότερες ημέρες
στο νοσοκομείο και η επάνοδός του στις καθημερινές δραστηριότητές του γίνεται
σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα. Η ταχύτητα επανάκτησης της
λειτουργικότητας της άρθρωσης είναι αξιοσημείωτη. Εκτός από τη σωματική ευεξία,
ο χειρουργημένος ασθενής βιώνει και ψυχολογική ανάταση, αφού μπορεί να
αυτοεξυπηρετείται χωρίς τη βοήθεια κανενός», καταλήγει ο δρ Αθανάσιος
Τσουτσάνης.