Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

Νέο σύστημα επιδότησης θέρμανσης, ανάλογα την θερμοκρασία

 


Σε μια σημαντική αλλαγή προχωρά το Υπουργείο Οικονομικών, καθιερώνοντας επίδομα θέρμανσης που θα διαφοροποιείται με βάση τις πραγματικές ανάγκες θέρμανσης ανά οικισμό.

Όπως δήλωσε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, που ανέλαβε τη σχετική πρωτοβουλία σε συνεργασία με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, «τα χρήματα του επιδόματος θέρμανσης θα δίνονται με πολύ μεγαλύτερη δικαιοσύνη και αποτελεσματικότητα, αφού το επίδομα θα βασίζεται στις ώρες θέρμανσης που, κατά μέσο όρο, πραγματικά χρειάζεται σε ετήσια βάση κάθε νοικοκυριό, και θα είναι διαφορετικό ανάλογα με τις ειδικές μετεωρολογικές και κλιματικές συνθήκες που υπάρχουν σε κάθε χωριό και γειτονιά, αφού έχουμε πλέον, χάρη στη μελέτη της ομάδας του εξαιρετικού επιστήμονα της ΕΜΥ κ. Αναδρανιστάκη, τις διαφορετικές ανάγκες θέρμανσης σε κάθε – κυριολεκτικά – σημείο της χώρας».

Ταυτόχρονα θα προστεθούν και άλλα καύσιμα στα επιδοτούμενα, όπως το φυσικό αέριο, το υγραέριο και ξύλα και πέλετ (τα τελευταία, για λόγους περιβαλλοντικούς, μόνο στους μικρότερους οικισμούς, κάτω των 2.500 χιλιάδων κατοίκων).

Βάσει του υπάρχοντος σχεδιασμού και ακολουθώντας τα διεθνή πρότυπα, η νέα μεθοδολογία εκτίμησης των αναγκών θέρμανσης στηρίζεται στη χρήση των βαθμοημερών (Heating Degree-days). Σύμφωνα με τα πρότυπα, ένα κτήριο χρειάζεται θέρμανση όταν η μέση θερμοκρασία είναι κάτω από τη θερμοκρασία βάσης, που ορίζεται στους 15.5˚. Για κάθε βαθμό μέσης ημερήσιας θερμοκρασίας κάτω των 15.5˚ έχουμε μία βαθμοημέρα. Επομένως, αν η μέση θερμοκρασία μίας περιοχής είναι 10˚, χρειάζονται 5.5 βαθμοημέρες θέρμανσης.


Χρησιμοποιώντας τις μετρήσεις θερμοκρασίας αέρα για 60 μετεωρολογικούς σταθμούς της ΕΜΥ σε χρονικό διάστημα 30 ετών, υπολογίστηκε ο μέσος αριθμός βαθμοημερών ανά έτος και στη συνέχεια, με ψηφιακό μοντέλο εδάφους, μελετήθηκε η συσχέτιση των βαθμοημερών με σειρά γεωφυσικών παραμέτρων (π.χ. γεωγραφικό πλάτος, υψόμετρο, ακτινοβολία, προσανατολισμό, κλίση του εδάφους, απόσταση από την θάλασσα). Η συσχέτιση ήταν ικανοποιητικά υψηλή (>90%), επιτρέποντας έτσι την εκτίμηση των αναγκών θέρμανσης ανά περιοχή.

Στη συγκεκριμένη ανάλυση η ελληνική επικράτεια χωρίστηκε σε 200.000 τετράγωνα 750 μ. x 750 μ., στα οποία εκτιμήθηκαν οι βαθμοημέρες θέρμανσης. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μεθοδολογίας αυτής, στις νότιες παραθαλάσσιες περιοχές οι βαθμοημέρες ξεκινούν από περίπου 210 ετησίως, στις βόρειες ορεινές περιοχές φτάνουν τις 2.600 για υψόμετρο 1.500 μ. και ξεπερνούν τις 3.000 για πολύ ορεινές περιοχές.