Είναι ευρέως γνωστό ότι όσο περισσότερος όγκος αφαιρεθεί
κατά τη χειρουργική επέμβαση για κακοήθη όγκο στον εγκέφαλο τόσο καλύτερη θα
είναι η έκβαση για τον ασθενή. Μια τεχνολογία, επομένως, που στα κατάλληλα
χέρια διπλασιάζει την πιθανότητα ολικής αφαίρεσης ενός τέτοιου όγκου, είναι
κάτι περισσότερο από ένα καλό νέο. Κάτι περισσότερο από μια «καλή αρχή», που
σημειωτέον έχει ήδη γίνει στη νευροογκολογία με μεθόδους όπως η νευροπλοήγηση
και η διεγχειρητική νευροπαρακολούθηση. Είναι ένα «μεγάλο βήμα», από αυτά στα
οποία προσβλέπουν και οι ιατροί. Και το βήμα αυτό έγινε, όπως αναφέρει ο ιατρός
Παντελής Σταυρινού, Διευθυντής Νευροχειρουργός στο Metropolitan Hospital,
επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολωνίας στη Γερμανία.
«Κακοήθης όγκος εγκεφάλου»
Η διάγνωση «κακοήθης όγκος εγκεφάλου» είναι μια από
τις πιο δραματικές και συγκλονιστικές, τόσο για τον ασθενή όσο και για το
συγγενικό του περιβάλλον. Από τη μια στιγμή στην άλλη η ζωή των ασθενών αλλάζει
και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα καλούνται να πάρουν αποφάσεις γύρω από
θέματα τα οποία προκαλούν άγχος και φόβο. Ένα από αυτά είναι το χειρουργείο.
Οι κακοήθεις όγκοι εγκεφάλου -όπως το
γλοιοβλάστωμα, ένα είδος αστροκυττώματος-
είναι μια χειρουργική πρόκληση. Τα γλοιοβλαστώματα δεν είναι συμπαγείς
όγκοι με σαφή όρια, αλλά αντίθετα «απλώνουν τα πλοκάμια τους» μέσα στον
εγκέφαλο, με αποτέλεσμα τα καρκινικά κύτταρα να είναι διάσπαρτα και κρυμμένα
ανάμεσα σε νησίδες υγιών κυττάρων.
Η σύγχρονη θεραπεία των κακοήθων όγκων εγκεφάλου
περιλαμβάνει τη χειρουργική τους αφαίρεση, ακολουθούμενη από ακτινοθεραπεία και
χημειοθεραπεία. Είναι γνωστό πλέον ότι όσο περισσότερος όγκος αφαιρεθεί, τόσο
καλύτερη θα είναι η πρόγνωση του ασθενούς. Το πρόβλημα όμως είναι ότι πολλοί
όγκοι είναι δύσκολο να αφαιρεθούν ολικά, γιατί τα όριά τους είναι ασαφή και δεν
ξεχωρίζουν από τον φυσιολογικό εγκέφαλο. Έτσι, ο νευροχειρουργός δυσκολεύεται
να ξεχωρίσει πού τελειώνει ο όγκος και πού ξεκινά ο εγκέφαλος. Το πρόβλημα
γίνεται ακόμα πιο σημαντικό με όγκους οι οποίοι αναπτύσσονται σε περιοχές του
εγκεφάλου που αφορούν σημαντικές λειτουργίες όπως η ομιλία και η κίνηση.
Τις τελευταίες δεκαετίες οι νευροχειρουργοί έχουν
αναπτύξει διάφορες τεχνικές προκειμένου να αφαιρέσουν με ασφάλεια όσο
περισσότερο όγκο γίνεται. Μερικές από αυτές είναι η νευροπλοήγηση (ένα είδος
GPS για τον εγκέφαλο), η διεγχειρητική νευροπαρακολούθηση (η οποία επιτρέπει
στο νευροχειρουργό να διεγείρει τον εγκέφαλο ακόμα και με τον ασθενή υπό γενική
αναισθησία) και τα χειρουργεία με τον ασθενή σε εγρήγορση (δηλαδή ξύπνιο).
«Όλες οι παραπάνω τεχνικές βοήθησαν να βελτιωθούν σημαντικά τα ποσοστά
αφαίρεσης των κακοήθων όγκων εγκεφάλου», εξηγεί ο κ. Σταυρινού.
Μια νέα τεχνολογία έρχεται να σπρώξει τα όρια του
«τι είναι δυνατό» ακόμα παραπέρα
Η τεχνολογία ονομάζεται «ανοσοφθορισμός με τη χρήση
της δραστικής ουσίας 5-ALA». Η ουσία 5-ALA
είναι ένα διάλυμα το οποίο ο ασθενής πίνει λίγες ώρες πριν το
χειρουργείο. Το φάρμακο έχει την ιδιαιτερότητα ότι προσλαμβάνεται μόνο από τα
κακοήθη κύτταρα. Ο μεταβολισμός του φαρμάκου στα κακοήθη κύτταρα παράγει
φωτοενεργές φθορίζουσες ενώσεις οι οποίες γίνονται ορατές με ειδικά
μικροσκόπια. Έτσι, κατά τη διάρκεια του χειρουργείου τα καρκινικά κύτταρα
φθορίζουν, δηλαδή «λάμπουν», εκπέμποντας κατά κάποιο τρόπο ένα κοκκινωπό χρώμα.
Αυτό επιτρέπει στον νευροχειρουργό να διακρίνει τον όγκο ακόμα και σε
περιπτώσεις όπου υπό συνήθεις συνθήκες και με συμβατικά μικροσκόπια αυτό δεν θα
ήταν δυνατό.
Μελέτες έδειξαν ότι η 5-ALA διπλασιάζει την πιθανότητα να αφαιρεθεί ο όγκος
ολικά και αυτό για τον ασθενή σημαίνει τελικά καλύτερη πρόγνωση.
Στην Αμερική πήρε έγκριση το 2017 ενώ στην Ευρώπη
είναι εγκεκριμένη ήδη από το 2007 και χρησιμοποιείται πλέον ως στάνταρ θεραπεία
στα μεγάλα νευροογκολογικά κέντρα. Στην Ελλάδα η συγκεκριμένη τεχνική
εφαρμόζεται πλέον και στο Metropolitan Hospital. «Απαραίτητες προϋποθέσεις για
την εφαρμογή της τεχνικής του ανοσοφθορισμού είναι η χρήση σύγχρονου
μικροσκοπίου, η εμπειρία και η ευρωπαϊκή πιστοποίηση του νευροχειρουργού στη
χειρουργική γλοιωμάτων με τη χρήση 5-ΑLA», καταλήγει ο κ. Σταυρινού.