Δευτέρα 16 Μαρτίου 2020

Η αρνητική επίδραση της ζάχαρης στον εγκέφαλο

Φωτογραφία: Aranprime / unsplash.com

Η υπερβολική ποσότητα ζάχαρης μπορεί να είναι εξίσου εθιστική με την κοκαΐνη. 


Ο εγκέφαλος χρησιμοποιεί περισσότερη ενέργεια από κάθε άλλο όργανο στο ανθρώπινο σώμα και η γλυκόζη αποτελεί την πρωταρχική πηγή από την οποία τροφοδοτείται με ενέργεια. Όμως, τι συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος είναι εκτεθειμένος σε μια υπερβολική ποσότητα ζάχαρης στην τυπική δυτική διατροφή;
Η υπερβολική ποσότητα ζάχαρης επιδεινώνει τις γνωστικές δεξιότητες και τον αυτοέλεγχό μας. Σε πολλούς ανθρώπους παρατηρείται ότι η κατανάλωση μίας μικρής ποσότητας ζάχαρης διεγείρει την επιθυμία για την κατανάλωση περισσότερης, καθώς έχει επιδράσεις όμοιες με τα ναρκωτικά στο κέντρο ανταμοιβής του εγκεφάλου.
Οι επιστήμονες έχουν προτείνει ότι οι γλυκές τροφές- μαζί με τις αλμυρές και τις λιπαρές τροφές- μπορούν να προκαλέσουν στον ανθρώπινο εγκέφαλο επιδράσεις όμοιες με εκείνες του εθισμού, οδηγώντας στην απώλεια του αυτοελέγχου, την υπερφαγία και την επακόλουθη αύξηση του σωματικού βάρους. 
Στους πρωτόγονους ανθρώπους, αυτή η διέγερση τους βοηθούσε να επιλέγουν τροφές πλούσιες σε θερμίδες, οι οποίες βοηθούσαν την επιβίωσή τους όταν η τροφή ήταν ελάχιστη. Τώρα όμως, αυτή η πρωτόγονη διέγερση συμβάλλει στην επιδημία της παχυσαρκίας και του διαβήτη.
Τα συμπεριφορικά και νευροβιοχημικά χαρακτηριστικά της κατάχρησης ουσιών και της υπερφαγίας είναι αρκετά παρόμοια και η ιδέα του εθισμού στο φαγητό κερδίζει έδαφος μεταξύ των επιστημόνων.

Απόκριση Ανταμοιβής

Στους ανθρώπους έχει βρεθεί ότι οι τροφές με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη ενεργοποιούν περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την απόκριση ανταμοιβής και προκαλούν πιο έντονα αισθήματα πείνας σε σύγκριση με τις τροφές με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη. Οι τροφές που προκαλούν μια μεγαλύτερη αύξηση της γλυκόζης στο αίμα δίνουν μεγαλύτερη ώθηση για εθισμό στον εγκέφαλο.
Η έρευνα που δημοσιεύτηκε στο American Journal of Clinical Nutrition0 χρησιμοποίησε τον γλυκαιμικό δείκτη (GI)- μια μέτρηση που υπολογίζει πώς συγκεκριμένες τροφές μετατρέπονται σε ζάχαρη στο σώμα, για να ελέγξει αυτήν τη διαδικασία και βρήκε ότι η κατανάλωση ενός γεύματος με υψηλό γλυκαιμικό δείκτη GI, πυροδότησε μεγαλύτερη εγκεφαλική δραστηριότητα σε περιοχές που σχετίζονται με τη διατροφική συμπεριφορά, την ανταμοιβή και την επιθυμία για φαγητό.


Εθισμός στην Ζάχαρη

Επιπλέον μελέτες πάνω στην εγκεφαλική δραστηριότητα παρέχουν στοιχεία που υποστηρίζουν την ιδέα ότι η υπερφαγία αλλάζει το σύστημα ανταμοιβής του εγκεφάλου μας, το οποίο στη συνέχεια μας ωθεί περαιτέρω στην υπερφαγία. Η ίδια αυτή διαδικασία θεωρείται ότι αποτελεί την βάση για την ανοχή που σχετίζεται με τον εθισμό.
Σταδιακά, μεγαλύτερες ποσότητες της ουσίας απαιτούνται για να φτάσουμε στο ίδιο επίπεδο ανταμοιβής. Οι μελέτες υπαινίσσονται ότι η υπερφαγία έχει ως αποτέλεσμα μια μειωμένη απόκριση ανταμοιβής και μια προοδευτική επιδείνωση του εθισμού σε τροφές φτωχές σε θρεπτικά συστατικά, πλούσιες σε ζάχαρη, αλάτι και λιπαρά.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο PLoS One1 βρήκε ότι οι γλυκές τροφές μπορεί να είναι περισσότερο εθιστικές από την κοκαΐνη.
Παρ’ όλο που η έρευνα διεξήχθη σε ζώα, οι ερευνητές βρήκαν ότι η έντονη γλυκύτητα μπορεί να υπερβεί την ανταμοιβή που προκαλείται από την κοκαΐνη, ακόμα και στους ανθρώπους που είναι ευάλωτοι και εθισμένοι στα ναρκωτικά. 

Μνήμη

Η υπερβολική ζάχαρη είναι βλαβερή σε όλο το σώμα. Ακόμη και μια μόνο ένδειξη αυξημένης γλυκόζης στο κυκλοφορικό σύστημα μπορεί να είναι βλαβερή για τον εγκέφαλο, έχοντας ως αποτέλεσμα πιο αργή γνωστική λειτουργία και ελλείμματα στην μνήμη και στην προσοχή.
Ορισμένες έρευνες προτείνουν ότι η υψηλή κατανάλωση ζάχαρης προκαλεί φλεγμονή στον εγκέφαλο, οδηγώντας έτσι σε μνημονικές δυσκολίες.
Μια μελέτη του 2016 που δημοσιεύτηκε στο Behavioral Brain Research2 βρήκε ότι υπήρχαν ενδείξεις φλεγμονής στον ιππόκαμπο αρουραίων που ακολούθησαν μια διατροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, αλλά όχι στον ιππόκαμπο εκείνων που ακολούθησαν μια συνήθη διατροφή.
Τα καλά νέα, ωστόσο, είναι ότι αυτή η φλεγμονώδης βλάβη που προκαλείται από τη ζάχαρη, ίσως να μην είναι μόνιμη.
Μια μελέτη του 2017 που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Appetite3 βρήκε ότι η βλάβη που προκαλείται στην μνήμη από την κατανάλωση ζάχαρης μπορεί να αναιρεθεί, αν ακολουθήσουμε μια διατροφή με χαμηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και χαμηλή περιεκτικότητα στο γλυκαιμικό δείκτη GI.
Επιπροσθέτως, μια έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nutrients4 βρήκε ότι η μείωση στην κατανάλωση ζάχαρης και τα συμπληρώματα με Ωμέγα 3 λιπαρά οξέα και κουρκουμίνη, βελτιώνουν τη μνήμη εργασίας. 

Η ζάχαρη επηρεάζει την διάθεση

Η ικανότητα για διαχείριση του συναισθήματος σε υγιείς νέους ανθρώπους, συνδυάζεται με αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, σύμφωνα με μια μελέτη απεικόνισης εγκεφάλου.
Μια άλλη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Diabetes Care5 βρήκε ότι οι άνθρωποι με διαβήτη τύπου 2 ανέφεραν αυξημένα αισθήματα λύπης και άγχους, κατά την διάρκεια οξείας υπεργλυκαιμίας (αυξημένα επίπεδα ζάχαρης στο αίμα).
Μια από τις μεγαλύτερες μελέτες που συνδέουν την ζάχαρη με την κατάθλιψη- μια ανάλυση της διατροφικής κατανάλωσης και της διάθεσης 23.245 ατόμων που δήλωσαν συμμετοχή στην μελέτη Whitehall II, βρήκε ότι τα υψηλότερα ποσοστά κατανάλωσης ζάχαρης σχετίζονταν με μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης κατάθλιψης.
Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε το 2017 στο περιοδικό Scientific Reports6 βρήκε ότι οι άνθρωποι με τα υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης ζάχαρης ήταν 23% πιθανότερο να διαγνωστούν με μια ψυχική διαταραχή από ότι εκείνοι με τα χαμηλότερα επίπεδα πρόσληψης ζάχαρης.


Πνευματική ικανότητα

Τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα προκαλούν βλάβες στα αιμοφόρα αγγεία. Η βλάβη στα αιμοφόρα αγγεία είναι η κυριότερη αιτία των αγγειακών επιπλοκών στον διαβήτη, οδηγώντας έτσι σε άλλα προβλήματα, όπως βλάβη στα αιμοφόρα αγγεία στον εγκέφαλο και στα μάτια, πράγμα που μπορεί να προκαλέσει αμφιβληστροειδοπάθεια.
Μελέτες σε μακροχρόνια διαβητικούς δείχνουν προοδευτική εγκεφαλική  βλάβη που οδηγεί σε ελλείμματα στη μάθηση, τη μνήμη, την κινητική ταχύτητα και σε άλλες γνωστικές λειτουργίες.
Η συχνή έκθεση σε υψηλά επίπεδα γλυκόζης εξασθενεί τις νοητικές ικανότητες, καθώς υψηλότερα επίπεδα HbA1c έχουν σχετιστεί με υψηλότερο βαθμό εγκεφαλικής συρρίκνωσης.
Ακόμη και σε όσους δεν πάσχουν από διαβήτη, η υψηλότερη κατανάλωση ζάχαρης σχετίζεται με χαμηλότερες βαθμολογίες σε τεστ που εξετάζουν την γνωστική λειτουργία. Αυτά τα αποτελέσματα θεωρείται ότι οφείλονται σε ένα συνδυασμό υπεργλυκαιμίας, υπέρτασης, αντοχής στην ινσουλίνη και αυξημένης χοληστερόλης.
Επιπρόσθετες έρευνες δείχνουν ότι μια διατροφή υψηλή σε πρόσθετα σάκχαρα μειώνει την παραγωγή του νευροτροφικού παράγοντα (BDNF) που προέρχεται από τον εγκέφαλο, μια χημική ουσία του εγκεφάλου απαραίτητη για τον σχηματισμό νέας μνήμης και για την μάθηση.
Χαμηλότερα επίπεδα του παράγοντα BDNF συνδέονται επίσης με την άνοια και την νόσο Alzheimer, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Diabetologia7.
Όπως δείχνουν οι έρευνες, οποιαδήποτε ποσότητα ζάχαρης προστίθεται στο φαγητό μας, είναι επικίνδυνη. Μπορούμε να αποφύγουμε τέτοιου είδους κινδύνους, ικανοποιώντας την επιθυμία μας για γλυκές τροφές με φρέσκα φρούτα, αντί για επεξεργασμένα σάκχαρα.
Η κατανάλωση φρέσκων φρούτων προσφέρει την ικανοποιητική γλυκύτητα των λιχουδιών που έχουν πολλή ζάχαρη, με το πρόσθετο πλεονέκτημα των φυτικών ινών των φρούτων, των αντιοξειδωτικών και των φυτοχημικών που περιορίζουν την απότομη αύξηση της ζάχαρης στο κυκλοφορικό σύστημα και εμποδίζουν τις αρνητικές της επιδράσεις.

Το άρθρο αναδημοσιεύεται από το PsychologyNow.gr