Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2018
Βελτιώνεται ο ύπνος μετά από αρθροσκόπηση στο στροφικό πέταλο;
Μακροπρόθεσμες είναι οι ευεργετικές επιδράσεις της
χειρουργικής θεραπείας των κακώσεων του στροφικού πετάλου στη βελτίωση της
ποιότητας του ύπνου των ασθενών. Όπως έχει διαπιστωθεί, τα θετικά αποτελέσματα
της αρθροσκόπησης εξακολουθούν να υφίστανται χρόνια μετά από τη χειρουργική
επέμβαση.
«Η ωμαλγία κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι ένα
πολύ συχνό σύμπτωμα που επηρεάζει την ικανότητα του ασθενή να απολαύσει τον
ύπνο του. Η δυσκολία αυτή μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα
ζωής του ατόμου που τη βιώνει. Ο πόνος σχεδόν πάντα οφείλεται σε κάποια κάκωση
του στροφικού πετάλου και παρότι την ημέρα είναι ήπιος τις περισσότερες φορές
επιδεινώνεται το βράδυ, οδηγώντας έτσι τον ασθενή στην αναζήτηση ιατρικής
συμβουλής», εξηγεί ο ορθοπαιδικός χειρουργός Δρ. Παναγιώτης Πάντος, Διδάκτωρ
Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αναπληρωτής Διευθυντής Ορθοπαιδικής –
Τραυματολογίας στην Κλινική Χειρουργικής Ώμου Klinik Maingau vom Roten Kreuz
στη Φραγκφούρτη και υπεύθυνος των τμημάτων Άνω Άκρου και Αθλητικών Κακώσεων της
Osteon.
Η πιο συνηθισμένη αιτία νυχτερινού πόνου στον ώμο είναι
η τενοντίτιδα στροφικού πετάλου. Το στροφικό πέταλο είναι μια ομάδα τεσσάρων
μυών, οι οποίοι συμβάλουν στη σταθεροποίηση της άρθρωσης του ώμου και βοηθούν
στην κίνησή του. Κάκωση μπορεί να
υποστεί κάθε τένοντας του στροφικού πετάλου (ελάσσων στρογγύλος, υπακάνθιος,
υπερακάνθιος και ο υποπλάτιος), με πιο επιρρεπή τον υπερακάνθιο. Οι ηλικιωμένοι
και οι αθλητές που η φύση του σπορ με το οποίο ασχολούνται απαιτεί να
επαναλαμβάνουν κινήσεις του ώμου, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να την
παρουσιάσουν.
Οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις γίνονται συχνά και
αιτία φλεγμονής σε κάποιο θύλακα του ώμου, που επίσης μπορεί να προκαλέσει
νυχτερινή ωμαλγία. Η ύπαρξη θυλακίτιδας, όπως ονομάζεται η πάθηση, μπορεί να
προκληθεί και από τραυματισμό. Τόσο η
εκφύλιση λόγω υπερχρήσης όσο και ο άμεσος τραυματισμός δύνανται να προκαλέσουν
ακόμα και ρήξη τενόντων του στροφικού πετάλου, μερική ή ολική. Ο πόνος είναι σ’
αυτήν την περίπτωση εντονότερος απ’ αυτόν της τενοντίτιδας ή θυλακίτιδας, ενώ
ταυτόχρονα υπάρχουν και σοβαρές συνέπειες στην κινητικότητα του ώμου. Όπως
διευκρινίζει ο Δρ. Γεώργιος Α. Μάζης, εν ενεργεία Διευθυντής Ορθοπαιδικός
Χειρουργός στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Barking, Havering and Redbridge
του Λονδίνου, στο Ηνωμένο Βασίλειο και επιστημονικός Διευθυντής του τμήματος
Χειρουργικής Άνω Άκρου και Άκρας Χειρός της Osteon, οι μερικού πάχους ρήξεις
δεν αφορούν ολόκληρη τη μάζα του τένοντα αλλά μόνο ένα μέρος αυτού. Σε πολλές
περιπτώσεις συνοδεύονται μόνο από πόνο, χωρίς επίπτωση στην κίνηση του ώμου.
Στις ολικού πάχους ή πλήρεις ρήξεις, υπάρχει ρήξη ολόκληρης της μάζας του
τένοντα, και σε αυτήν την περίπτωση ο πόνος συνοδεύεται συχνά κι από αδυναμία
ανύψωσης του άνω άκρου. Ο νυχτερινός πόνος που διακόπτει τον ύπνο είναι
χαρακτηριστικό σύμπτωμα της ρήξης, που επιτείνεται όταν ο ασθενής κοιμάται πάνω
στον πάσχοντα ώμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πονά καθόλου όταν ξαπλώνει πάνω
στον αντίθετο ώμο, απλώς ο πόνος είναι λιγότερο έντονος.
Οι διαταραχές του ύπνου επηρεάζουν την ξεκούραση
του ανθρώπου, δημιουργούν οργανικά και ψυχολογικά προβλήματα κι έχουν
επιπτώσεις στην επαγγελματική και κοινωνική ζωή του ασθενή. Γι’ αυτό και
αναζητούν λύσεις που θα τους απαλλάξουν οριστικά από το πρόβλημα.
«Η έγκαιρη και έγκυρη θεραπεία είναι εξαιρετικά
κρίσιμης σημασίας. Η θυλακίτιδα, η τενοντίτιδα και η μερική ρήξη τένοντα έχουν
παρόμοια αντιμετώπιση. Αρχικά απαιτείται ανάπαυση, λήψη Μη-Στεροειδών
Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων και φυσικοθεραπεία, και σε αποτυχία αυτών τοπικές
ενέσεις με στεροειδή, αναλγητικές και αναισθητικές ουσίες. Όταν δεν υπάρξει
βελτίωση με τη συντηρητική θεραπεία και τα έντονα συμπτώματα επηρεάζουν ακόμα
και την αυτοεξυπηρέτηση, τη λύση δίνει η χειρουργική επέμβαση. Στις
περιπτώσεις, όμως, που ο απεικονιστικός έλεγχος για τον προσδιορισμό της αιτίας
του πόνου έχει προδώσει την ύπαρξη ολικής ρήξης τένοντα τότε ο
αποτελεσματικότερος τρόπος θεραπείας είναι η χειρουργική αποκατάστασή της».
Το κατά πόσον η επέμβαση στο στροφικό πέταλο
προσφέρει στον ασθενή έναν ήσυχο και ανενόχλητο ύπνο, αποτέλεσε θέμα μελέτης.
Οι επιστήμονες στην αρχική τους έρευνα είχαν διαπιστώσει ότι ο ύπνος των
ασθενών που είχαν υποβληθεί σε
αρθροσκόπηση στροφικού πετάλου είχε βελτιωθεί σημαντικά 3 μήνες μετά τη
χειρουργική επέμβαση. Αυτή η βελτίωση διατηρήθηκε και στους 6 μήνες. Αργότερα,
θέλησαν να ερευνήσουν εάν τα ευεργετικά αποτελέσματα της επέμβασης υφίστανται
για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Έτσι, τουλάχιστον 24 μήνες μετά ήρθαν σε επαφή
με τους ασθενείς που είχαν υποβληθεί σε αρθροσκόπηση και προσπάθησαν να
συγκεντρώσουν τα αναγκαία στοιχεία για να διαπιστώσουν εάν η βελτίωση των
διαταραχών ύπνου παρέμενε. Δεύτερος στόχος της μελέτης ήταν να ελέγξουν εάν η
συνεχιζόμενη χρήση ναρκωτικών αναλγητικών φαρμάκων έχει αρνητική επίδραση στην
ποιότητα του ύπνου.
Τα αποτελέσματα των ασθενών βαθμολογήθηκαν χρησιμοποιώντας
διάφορους δείκτες αξιολόγησης και οι νεοαποκτηθείσες βαθμολογίες συγκρίθηκαν με
τις προεγχειρητικές και αυτές που είχαν αποκτηθεί 6 μήνες μετά από την
επέμβαση.
Οι ερευνητές (Horneff JG 3rd, Tjoumakaris F,
Wowkanech C, Pepe M, Tucker B., Austin L) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η
πλειοψηφία των ατόμων που βίωναν διαταραχές ύπνου προτού υποβληθούν σε
αρθροσκόπηση παρουσίασε βελτίωση σε μια περίοδο δύο ετών. Ωστόσο, εκείνοι που
χρησιμοποιούσαν ναρκωτικά φάρμακα για την ανακούφιση του πόνου εξακολουθούσαν
να εμφανίζουν διαταραχές του ύπνου, παρά το γεγονός ότι είχαν υποβληθεί σε
εγχείρηση.
Συμπερασματικά, η επέμβαση (που γίνεται είτε
αρθροσκοπικά είτε με ανοιχτή χειρουργική επέμβαση) κρίνεται ότι είναι
αποτελεσματική στην ανακούφιση όλων των συμπτωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του
νυχτερινού πόνου. Σύμφωνα, όμως, με τους Δρ. Γεώργιο Μάζη και Δρ. Παναγιώτη
Πάντο, η αρθροσκοπική επιλογή είναι προτιμότερη, διότι εξασφαλίζει λιγότερο
μετεγχειρητικό πόνο, ταχύτερη αποκατάσταση και καλύτερο διεγχειρητικό έλεγχο. Πρόκειται
για μια ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση, κατά την οποία αντί για τομή ανοίγεται
μια μικρή οπή μήκους ενός εκατοστού. Αποτέλεσμα αυτού είναι ο σημαντικός
περιορισμός της απώλειας αίματος κατά το χειρουργείο και η ελαχιστοποίηση του
πόνου μετά από αυτό. Ιδιαίτερα για τις ρήξεις του στροφικού πετάλου, τα ποσοστά
επιτυχίας του χειρουργείου ξεπερνούν το 90%.