Παρασκευή 28 Απριλίου 2017
Γυναικολογικός έλεγχος: Ποιες εξετάσεις χρειάζονται οι γυναίκες;
Παρά την πρόοδο της Ιατρικής, η πρόληψη παραμένει η
καλύτερη θεραπεία, γι’ αυτό και οι γυναίκες δεν πρέπει να αμελούν τον τακτικό
γυναικολογικό έλεγχο που μπορεί να ανιχνεύει εγκαίρως πολλά και σοβαρά
προβλήματα.
Όπως εξηγεί ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος
Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή
και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life-ΙΑΣΩ, όλες οι γυναίκες πρέπει να
κάνουν τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο τον έλεγχο αυτό, ο οποίος συμπεριλαμβάνει
το ετήσιο τεστ Παπανικολάου, αλλά και μία σειρά επιπλέον εξετάσεων για μία
συνολική γυναικολογική εκτίμηση.
«Ο έλεγχος αυτός θα πρέπει ιδανικά να
πραγματοποιηθεί για πρώτη φορά έναν χρόνο μετά την έναρξη των σεξουαλικών
επαφών της γυναίκας. Αν μία γυναίκα έχει ιστορικό γυναικολογικών παθήσεων, ίσως
να πρέπει να κάνει μία επανεξέταση στο εξάμηνο», διευκρινίζει ο ειδικός.
Ο τακτικός γυναικολογικός έλεγχος μπορεί να
εντοπίσει προβλήματα υγείας πριν καν ή μόλις αρχίσουν, όταν οι πιθανότητες
ίασης είναι περισσότερες.
Ο έλεγχος αρχίζει με τη λήψη του οικογενειακού και
του ατομικού ιατρικού ιστορικού της γυναίκας, ώστε να αποκομίσει ο γυναικολόγος
ιατρός μία πλήρη εικόνα για την κατάσταση της υγείας της, τυχόν νοσήματα ή
διαταραχές από τα οποία πάσχει ή έχει κληρονομικότητα, καθώς και για φάρμακα,
διατροφικά συμπληρώματα ή/και βότανα που παίρνει συστηματικά.
Το ιστορικό πρέπει να ανανεώνεται σε κάθε ιατρική
επίσκεψη, γιατί υπάρχει περίπτωση στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε κάποιος
στενός συγγενής της γυναίκας ή η ίδια να εκδήλωσε νέο νόσημα ή διαταραχή.
Το οικογενειακό ιατρικό ιστορικό μιας γυναίκας
μπορεί να επηρεάσει την πιθανότητα εκδήλωσης καρκίνου του μαστού και των
ωοθηκών, καρδιαγγειακής νόσου, σακχαρώδη διαβήτη και πολλών άλλων παθήσεων και
διαταραχών, για τις οποίες πρέπει να είναι ενημερωμένη η ίδια και ο γιατρός
της.
Για το στήθος
Επόμενο βήμα στον ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο είναι
η επισκόπηση και η ψηλάφηση των μαστών της γυναίκας και, σε περίπτωση που
υπάρξουν ύποπτα ευρήματα, ο περαιτέρω έλεγχος με μαστογραφία ή/και
υπερηχογράφημα μαστών. Η ψηλάφηση μπορεί να αποκαλύψει καλοήθεις ή κακοήθεις
(καρκίνος) παθήσεις του μαστού και πρέπει να επαναλαμβάνεται από την ίδια τη
γυναίκα στο σπίτι, με συστηματική αυτοψηλάφηση μαστών.
Η αυτοψηλάφηση μπορεί στην αρχή να πρέπει να
γίνεται κάθε μήνα, ώστε να εξοικειωθεί η γυναίκα με το σχήμα και την υφή των
μαστών της. Ωστόσο διεθνείς οργανισμοί, όπως το Αμερικανικό Συμβούλιο
Μαιευτήρων-Γυναικολόγων (ACOG) και η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS) δεν
συνιστούν πλέον να συνεχίζεται εφ’ όρου ζωής, όπως ίσχυε έως πριν από μερικά
χρόνια, γιατί μεγάλες μελέτες δεν επιβεβαίωσαν την αξία της μηνιαίας
αυτοψηλάφησης στην πρόληψη των θανάτων από καρκίνο του μαστού. Παραμένει όμως
σημαντικό να γνωρίζει η γυναίκα τους μαστούς της, ώστε να αντιληφθεί αμέσως την
όποια αλλαγή μπορεί να συμβεί.
Μετά την ηλικία των 40 ετών και έως τα 49 έτη, το
Γραφείο για την Υγεία των Γυναικών (Office of Women’s Health, OWH) του
αμερικανικού υπουργείου Υγείας συνιστά στις γυναίκες να συζητούν με τον
γυναικολόγο τους το ενδεχόμενο να αρχίσουν προληπτική μαστογραφία. Μετά τα 50,
όμως, η μαστογραφία πρέπει να γίνεται απ’ όλες τις γυναίκες κάθε 2 χρόνια, εφ’
όσον δεν υπάρχουν ύποπτα ευρήματα. Οι μαστογραφίες πρέπει να συνεχίζονται έως
την ηλικία των 74 ετών και στη συνέχεια να αποφασιστεί εξατομικευμένα από τον
ιατρό αν πρέπει να σταματήσουν ή να συνεχιστούν (και με ποια συχνότητα).
Ψηλάφηση και τεστ Παπ
Στη συνέχεια του γυναικολογικού ελέγχου,
«πραγματοποιείται εξέταση και ψηλάφηση της κοιλιάς, καθώς και έλεγχος των έξω γεννητικών οργάνων για τυχόν
παθολογικά ευρήματα, όπως δερματικές μολύνσεις, ανατομικές ανωμαλίες, οξυτενή
κονδυλώματα κ.λπ.», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Ακολουθεί η κολπική εξέταση και ο
έλεγχος του τραχήλου της μήτρας, για να εντοπιστούν τυχόν κολπίτιδες ή/και
τραχηλίτιδες, ανατομικές ανωμαλίες ή άλλα παθολογικά ευρήματα στο κολπικό
τοίχωμα και τον τράχηλο της μήτρας».
Στη διάρκεια της κολπικής εξέτασης πραγματοποιείται
και τεστ Παπανικολάου (τεστ Παπ), το οποίο πρέπει να αρχίζει μέσα σε ένα χρόνο
από την έναρξη των σεξουαλικών επαφών της γυναίκας ή στην ηλικία των 18 ετών.
Σύμφωνα με το OWH, στις γυναίκες δίχως παθολογικά ευρήματα το τεστ Παπ πρέπει
να γίνεται μία φορά κάθε 3 χρόνια στις ηλικίες έως 30 ετών και εν συνεχεία να
γίνεται μία φορά κάθε 3 ή κάθε 5 χρόνια μαζί με τεστ για τον ιό HPV, ορισμένα
στελέχη του οποίου είναι η αιτία του καρκίνου στον τράχηλο της μήτρας. Ο διπλός
αυτός έλεγχος (Παπ και HPV) πρέπει να επαναλαμβάνεται έως τα 64 χρόνια της
γυναίκας, εφόσον διατηρεί τη μήτρα της. Μετά τα 65 της, η διενέργεια του τεστ
πρέπει να αποφασίζεται κατά περίπτωση.
Εκτός από το τεστ Παπ και το τεστ HPV, στη διάρκεια
της κολπικής εξέτασης μπορεί να ληφθούν δείγματα για να γίνουν και άλλες
εξετάσεις, όπως η καλλιέργεια κολπικού και τραχηλικού υγρού.
Ο τακτικός γυναικολογικός έλεγχος ολοκληρώνεται με
ένα υπερηχογράφημα κάτω κοιλίας, με το οποίο ο ιατρός ελέγχει τα έσω γεννητικά
όργανα ώστε να έχει και οπτική απεικόνιση.
«Ο προληπτικός γυναικολογικός έλεγχος είναι
απαραίτητος διότι όχι μόνο επιτρέπει την ορθή εκτίμηση της γυναικολογικής
κατάστασης της ασθενούς, αλλά γιατί μας βοηθάει να εντοπίζουμε στην αρχή τους
και να προλαμβάνουμε τυχόν γυναικολογικά προβλήματα», τονίζει ο Δρ.
Βασιλόπουλος. «Επιπλέον, με τον τακτικό προληπτικό έλεγχο ο γυναικολόγος μπορεί
να εντοπίσει και γενικότερα προβλήματα μη γυναικολογικής φύσης και να
καθοδηγήσει ανάλογα τη γυναίκα για να τα αντιμετωπίσει άμεσα και
αποτελεσματικά».