Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας: Συμπτώματα και αντιμετώπιση

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας  (ΔΕΠΥ) αποτελεί μια από τις συχνότερες διαταραχές της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Εμφανίζεται στο 5-7% του μαθητικού πληθυσμού, όμως, παρόλο που πρόκειται για μια τόσο συχνή κατάσταση, συνεχίζει να είναι ελάχιστα κατανοητή. Η αναγνώριση του προβλήματος συμπίπτει, στις περισσότερες περιπτώσεις, με την ένταξη στο δημοτικό, εξαιτίας των αυξημένων απαιτήσεων για συγκρότηση, προσοχή και συμμόρφωση στους κανόνες, επισημαίνει η  ψυχίατρος παιδιών και εφήβων Φρίντα Κωνσταντοπούλου.
H ΔΕΠΥ παρουσιάζει την παρακάτω εικόνα:
1. Απροσεξία: το παιδί δυσκολεύεται να διατηρήσει την προσοχή του, χάνει την συγκέντρωσή του εύκολα από άσχετα ερεθίσματα, δυσκολεύεται να εστιάσει στις λεπτομέρειες και κατά συνέπεια κάνει συχνά λάθη απροσεξίας. Επιπλέον, σπάνια τηρεί σωστά τις οδηγίες, ξεχνά ή χάνει τα προσωπικά του αντικείμενα και είναι γενικά ανοργάνωτο.
2. Υπερκινητικότητα: το παιδί κινείται όλη την ώρα, άσκοπα και υπερβολικά για την ηλικία του. Τρέχει, σκαρφαλώνει ή σηκώνεται από το θρανίο όταν δεν του επιτρέπεται. Συχνά είναι ανήσυχο και όταν κάθεται στο θρανίο, καθώς κουνά συνεχώς χέρια και πόδια, κοιτά συνέχεια γύρω του και ενοχλεί τους άλλους.
3. Παρορμητικότητα: Συχνά δυσκολεύεται να περιμένει στη σειρά του, ενεργεί πριν σκεφτεί, ενώ απαντάει πριν ακούσει όλη την ερώτηση. Διακόπτει συνεχώς και παρεμβαίνει στο παιχνίδι των άλλων, ενώ εξαιτίας της παρορμητικότητας του, δυσκολεύεται να ακολουθήσει τους κανόνες.
Σε κάποια παιδιά η απροσεξία αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα, σε άλλα υπερτερεί η υπερκινητικότητα και η παρορμητικότητα, ενώ κάποια παιδιά μπορεί να παρουσιάζουν συνδυασμό.
 Η εικόνα της ΔΕΠΥ διαφοροποιείται από παιδί σε παιδί, ενώ μόνο σε λίγες περιπτώσεις εμφανίζονται όλα τα παραπάνω συμπτώματα σε σοβαρό βαθμό, σημειώνει η κ. Κωνσταντοπούλου. Συνήθως υπάρχει ποικιλομορφία στην ένταση των συμπτωμάτων και μάλιστα τέτοιες διακυμάνσεις μπορεί να παρατηρούνται στο ίδιο παιδί κατά την διάρκεια της ημέρας, ακόμη και από ώρα σε ώρα. Πάντως για να τεθεί η διάγνωση της ΔΕΠΥ, οι δυσκολίες αυτές πρέπει να είναι παρούσες τόσο στο σπίτι, όσο και στο σχολείο και να προκαλούν σημαντικά προβλήματα στην ακαδημαϊκή απόδοση και την κοινωνική συναναστροφή.


Πού αλλού μπορεί να οφείλεται η υπερκινητικότητα, η παρορμητικότητα και η απροσεξία που μπορεί να παρουσιάσει ένα  παιδί, πέρα από τη ΔΕΠΥ;
1.      Η παραπάνω εικόνα μπορεί να παρατηρηθεί σε ένα παιδί με οπτικά και ακουστικά ελλείμματα, διαταραχές στον ύπνο, χρόνιες παθήσεις, επιληψία ή σε ένα παιδί με σοβαρά τικ. 
2.      Η παρουσία υπερβολικού άγχους ή κατάθλιψης μπορεί να αποτελεί την κύρια αιτία εκδήλωσης απροσεξίας και προβλημάτων της συμπεριφοράς.
3.      Ειδικές Μαθησιακές Διαταραχές: οι Διαταραχές της γλώσσας και του λόγου, καθώς και η ύπαρξη οριακής νοημοσύνης μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα προσοχής και κινητική ανησυχία λόγω ανίας, καθώς το παιδί δεν μπορεί να καταλάβει αυτό που μαθαίνει.
4.      Η κακοποίηση του παιδιού και/ή η ύπαρξη χαοτικού οικογενειακού περιβάλλοντος: αν και η παρουσία ενός δυσλειτουργικού περιβάλλοντος δεν αποκλείει τη διάγνωση της ΔΕΠΥ, που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για σωματική κακοποίηση του παιδιού επειδή το τελευταίο μπορεί να είναι προκλητικό, η ύπαρξη σωματικής κακοποίησης ή ενός χαοτικού οικογενειακού περιβάλλοντος μπορεί να έχουν ως συνέπεια την εμφάνιση διαταραχών της συμπεριφοράς που να μοιάζουν με ΔΕΠΥ.
5.      Υψηλό επίπεδο κινητικότητας: ορισμένοι γονείς δεν γνωρίζουν το επίπεδο της κινητικότητας που είναι αναμενόμενο για τα παιδιά τους, ιδιαίτερα για τα αγόρια. Η προσχολική και η πρώιμη παιδική ηλικία χαρακτηρίζεται από υψηλό επίπεδο κινητικότητας και αδυναμία του παιδιού να κάτσει σε μία θέση για μεγάλο χρονικό διάστημα. Κάτι τέτοιο μπορεί να παρερμηνευτεί ως υπερκινητικότητα.
6.      Σε άλλες ψυχιατρικές παθήσεις όπως την Εναντιωματική Προκλητική Διαταραχή ή την Διαταραχή Διαγωγής, την Διπολική Διαταραχή κλπ.
 Πού οφείλεται η ΔΕΠΥ;
Όπως συμβαίνει με αρκετά νοσήματα, η ακριβής αιτιολογία της ΔΕΠΥ δεν είναι γνωστή. Μέχρι σήμερα ξέρουμε ότι: Η ΔΕΠΥ είναι ως ένα βαθμό κληρονομική. Επιπλέον, ο εγκέφαλος των παιδιών με ΔΕΠΥ παρουσιάζει διαφορές από εκείνον των συνομηλίκων τους στη δομή, το μεταβολισμό και τη λειτουργία συγκεκριμένων περιοχών. Επιπλέον η πρόωρη γέννηση, το κάπνισμα, η χρήση αλκοόλ και το υπερβολικό στρες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο εγκεφαλικός τραυματισμός ή η έκθεση σε τοξικές ουσίες μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη της ΔΕΠΥ.
Είναι μύθος ότι η ελλιπής γονική φροντίδα προκαλεί τη ΔΕΠΥ, όμως πληθώρα οικογενειακών χαρακτηριστικών (πχ η δυσλειτουργία στην οικογένεια ή η έλλειψη γονικού ελέγχου) μπορεί να συμβάλλουν στην επιβάρυνση της ΔΕΠΥ και στην εμφάνιση επιπλοκών στη συναισθηματική κατάσταση ή συμπεριφορά.
Αναγνωρίστε τη ΔΕΠΥ
Η αναγνώριση της ΔΕΠΥ βοηθάει τους γονείς  και τους  εκπαιδευτικούς να αντιληφθούν τις δυσκολίες του παιδιού και να το ενισχύσουν ώστε να μάθει να υπακούει στους κανόνες της τάξης και της κοινωνίας, καθώς και να εξελίξει σωστά τις ακαδημαϊκές του ικανότητες.
Η παρουσία της ΔΕΠΥ είναι πιθανή όταν το παιδί εμφανίζει κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
•        Κάνει λάθη απροσεξίας.
•        Δίνει την εντύπωση πως δεν κατανοεί τις οδηγίες.
•        Δεν δίνει σημασία στις λεπτομέρειες.
•        Δεν ανταποκρίνεται όταν του μιλούν και συχνά χρειάζεται προσπάθεια για να τραβήξει κανείς την προσοχή του.
•        Ξεχνά να κάνει τις σχολικές του εργασίες.
•        Χάνει πράγματα απαραίτητα για το σχολείο ή σημαντικά προσωπικά αντικείμενα.
•        Δυσκολεύεται να εστιάσει πάλι την προσοχή του αν κάτι τον διακόψει.
•        Στην σχολική ώρα συνήθως αρχίζει και τελειώνει τελευταίο.
•        Αποφεύγει εργασίες ή δραστηριότητες που απαιτούν πνευματική προσπάθεια.
•        Δυσκολεύεται να παίξει με τα άλλα παιδιά σε ομαδικά παιχνίδια.
•        Οι εργασίες του είναι ανοργάνωτες.
•        Δυσκολεύεται να ολοκληρώσει ό,τι αρχίζει.
•        Δεν περιμένει τη σειρά του.
•        Μιλάει πολύ.
•        Δεν μπορεί να καθίσει αρκετή ώρα και σηκώνεται σε περιστάσεις που δεν επιτρέπεται
•        Συχνά διακόπτει τους άλλους και απαντά χωρίς να το ρωτήσουν.
•        Την ώρα του μαθήματος στριφογυρίζει στη θέση του ή σηκώνεται και ενοχλεί τα άλλα παιδιά.
•        Στο διάλειμμα τρέχει πάνω κάτω ή σκαρφαλώνει εκεί που δεν πρέπει.
•        Παρουσιάζει τάση για ατυχήματα από απροσεξία καθώς συχνά δεν έχει αίσθηση του κινδύνου.
Ποια άλλα προβλήματα μπορεί να συνυπάρχουν με τη ΔΕΠΥ;
Τα παιδιά με ΔΕΠΥ έχουν δυσκολίες που εκδηλώνονται στο σχολικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον και συχνά οδηγούν σε  χαμηλές επιδόσεις -σε σχέση με το επίπεδο των γνωστικών τους ικανοτήτων- και σε ακαδημαϊκή αποτυχία. Επιπλέον, μπορεί να παρουσιάζουν αυξημένο στρες, συναισθηματικές δυσκολίες και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Επίσης, μπορεί να παρατηρηθεί επιθετική συμπεριφορά ή προβλήματα διαγωγής, ενώ συχνή μπορεί να γίνει η απόρριψη από τους άλλους και οι δυσλειτουργικές κοινωνικές σχέσεις. Η ΔΕΠΥ στις περισσότερες περιπτώσεις έχει επιπτώσεις για όλη την οικογένεια, όπως έντονους καβγάδες των παιδιών με τους γονείς (ή των γονέων μεταξύ τους), ιδίως σε θέματα οργάνωσης και οριοθέτησης, καθώς και αρνητικό αντίκτυπο στις σχέσεις μεταξύ αδερφών. Επιπλέον πολλά παιδιά με ΔΕΠΥ παρουσιάζουν συνυπάρχουσες διαταραχές που συχνά περιπλέκονται με την εξέλιξη και τη θεραπεία της ίδιας της ΔΕΠΥ. Οι συχνότερες είναι οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, οι ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές, οι διαταραχές εναντιωματικής συμπεριφοράς και διαγωγής, οι διαταραχές άγχους, η κατάθλιψη, οι διαταραχές με συμπτώματα τικ.
Θεραπεία της ΔΕΠΥ
Για την αντιμετώπιση της ΔΕΠΥ απαραίτητο είναι να εφαρμόζεται ένα σφαιρικό πρόγραμμα - εξατομικευμένο και μοναδικό για την κάθε περίπτωση- που να στοχεύει στην πολύπλευρη διαχείριση των δυσκολιών του παιδιού. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνει συνδυασμό προσεγγίσεων, που δρουν από κοινού υποστηρίζοντας η μια την άλλη (ψυχοεκπαίδευση και συμβουλευτική γονέων και παιδιών,  παρεμβάσεις αποκατάστασης των δυσκολιών στο σχολείο, οικογενειακή ή/και ατομική ψυχοθεραπεία, θεραπεία συμπεριφοράς, φαρμακευτική αντιμετώπιση), καταλήγει η κ. Κωνσταντοπούλου.