Τον γύρο του κόσμου έκανε την περασμένη εβδομάδα η
είδηση ότι στη Βρετανία ορίσθηκε υπουργός Μοναξιάς, με αρμοδιότητα «την
κατάρτιση μιας εθνικής στρατηγικής για να καταπολεμηθεί αυτή η σύγχρονη
μάστιγα».
Όπως εξήγησε η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, η
δημιουργία της συγκεκριμένης κυβερνητικής θέσης έγινε με βάση τις συστάσεις
έκθεσης που έδωσε τον περασμένο μήνα στη δημοσιότητα η διακομματική Επιτροπή
για την Μοναξιά (Commission on Loneliness) που είχε συσταθεί στο βρετανικό
κοινοβούλιο.
Σύμφωνα με την έκθεση, 9 εκατομμύρια Βρετανοί (τα 2
εκατομμύρια ηλικίας άνω των 75 ετών) υποφέρουν από μοναξιά, η οποία «βλάπτει
την υγεία όσο και 15 τσιγάρα την ημέρα» και «μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο αν
συνεργαστούν όλοι - η κυβέρνηση, οι εργοδότες, οι επιχειρήσεις, οι οργανισμοί
της κοινωνίας των πολιτών, οι οικογένειες, οι τοπικές κοινωνίες και κάθε άτομο
ξεχωριστά».
Η είδηση αυτή μπορεί να ηχεί παράδοξη, αλλά έχει
στέρεες επιστημονικές βάσεις. Ολοένα περισσότερες έρευνες δείχνουν πως όσοι
ζουν ολομόναχοι, δίχως να έχουν κάποιον να μιλήσουν και να μοιραστούν τις
σκέψεις και τις εμπειρίες τους, παρουσιάζουν σταδιακή φθορά της ψυχοσωματικής
υγείας τους. Είναι επίσης πιθανό να ζουν τελικά λιγότερο απ’ ό,τι όσοι δεν είναι
μοναχικοί.
Όπως εξηγεί ο νευρολόγος-ψυχίατρος Δρ. Νίκος Ε.
Δέγλερης, διδάσκων Ψυχοθεραπείας στο Πανεπιστήμιο Paris V, στη Γαλλία, είναι
καλά τεκμηριωμένο ότι η μοναξιά βλάπτει την ψυχική υγεία, καθώς ανοίγει το
δρόμο για την εμφάνιση διαταραχών όπως η κατάθλιψη, το στρες και οι αγχώδεις
διαταραχές.
Ωστόσο «πληθαίνουν οι ενδείξεις πως η ψυχική επιβάρυνση που
επιφέρει, ενεργοποιεί μια αλληλουχία βιολογικών μηχανισμών οι οποίοι οδηγούν σε
σωματικά προβλήματα», λέει.
«Οι διεργασίες αυτές σχετίζονται επίσης με
επιδείνωση πολλών παθήσεων και με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από αυτές».
Το 2006, παραδείγματος χάριν, μελέτη σε 2.800
γυναίκες με καρκίνο του μαστού έδειξε πως όσες ζούσαν μόνες, δίχως φίλους ή
οικογένεια, είχαν πενταπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από τη νόσο τους.
Αντίστοιχα, οι ηλικιωμένοι που απομένουν μόνοι στη ζωή, διατρέχουν αυξημένο
κίνδυνο να παρουσιάσουν πρόωρα κινητικές δυσκολίες ή ακόμα και να χάσουν τη ζωή
τους, σύμφωνα με άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2015 στο επιστημονικό
περιοδικό Archives of Internal Medicine.
Επιπλέον, μελέτες του Πανεπιστημίου Weill Cornell
στη Νέα Υόρκη και άλλων ερευνητικών κέντρων έχουν συσχετίσει τη μοναξιά στην
τρίτη ηλικία με διαταραχές του ύπνου, μη φυσιολογικές ανοσολογικές αντιδράσεις
και επιτάχυνση της νευρωνικής εκφύλισης που οδηγεί στην άνοια και τη νόσο
Αλτσχάιμερ.
Άλλες ερευνητικές ομάδες έχουν συσχετίσει τη
μοναξιά με καρδιαγγειακά προβλήματα, με την υπέρταση, την παχυσαρκία, το
μεταβολικό σύνδρομο (είναι η συνύπαρξη σε ένα άτομο πολλών ασθενειών που επιβαρύνουν
την καρδιαγγειακή λειτουργία, όπως παχυσαρκία, υπέρταση και διαβήτης μαζί) και
πολλές άλλες παθήσεις.
Πού μπορεί όμως να οφείλονται αυτές οι συσχετίσεις;
Σε διάφορα πειράματα που πραγματοποίησαν, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της
Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες (UCLA) διαπίστωσαν πως όσοι νιώθουν μόνοι έχουν μια
τάση προς την κατανάλωση ανθυγιεινών τροφίμων, κυρίως όσων περιέχουν ζάχαρη και
λίπος. Αυτό δεν είναι τυχαίο. «Έχει βρεθεί ότι η κατανάλωση τέτοιων τροφίμων
ενεργοποιεί τα κέντρα ευχαρίστησης στον εγκέφαλο, επομένως δημιουργεί - έστω
και παροδικά - ένα αίσθημα ευεξίας», εξηγεί ο Δρ. Δέγλερης.
«Άλλες έρευνες έχουν δείξει ότι οι μοναχικοί
άνθρωποι συχνά στρέφονται στην υπερφαγία, στην υπερκατανάλωση ποτού ή/και στο
τσιγάρο σε μια προσπάθεια να αισθανθούν καλύτερα. Επιπλέον, σπανίως γυμνάζονται
συστηματικά και όλες αυτές οι συμπεριφορές προδιαθέτουν για την ανάπτυξη
προβλημάτων υγείας», συνεχίζει.
Ακόμα, όμως, κι αν δεν υιοθετήσει κάποιος
ανθυγιεινές ή ριψοκίνδυνες συμπεριφορές, η στεναχώρια και το στρες της μοναξιάς
από μόνα τους αρκούν για να υπονομεύσουν την υγεία. Και αυτό, γιατί αυξάνουν τα
επίπεδα των ορμονών του στρες και της φλεγμονής στον οργανισμό - δύο συνέπειες
που μπορεί να προκαλέσουν εκτεταμένες βλάβες σε όλα σχεδόν τα όργανα και τους
ιστούς.
Η χρόνια φλεγμονή, λ.χ., σχετίζεται με την
καρδιοπάθεια, την αρθρίτιδα, τον τύπου 2 διαβήτη, ακόμα και με τον καρκίνο.
Επιπλέον, όσοι νιώθουν μόνοι και δυστυχισμένοι έχουν την τάση να αντιδρούν πιο
έντονα στα αρνητικά γεγονότα της ζωής και να θεωρούν πιο στρεσογόνο την
καθημερινότητά τους, γεγονός που μπορεί να καταστείλει το ανοσοποιητικό τους
σύστημα. Μελέτες, π.χ., του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο έχουν δείξει
ότι οι μοναχικοί άνθρωποι διαθέτουν υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων στους ιούς του
έρπη, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι συγκεκριμένοι ιοί είναι πιο ενεργοί σε
αυτούς απ’ ό,τι στους ανθρώπους που δεν νιώθουν μόνοι.
«Ακόμα και την έκφραση γονιδίων που ρυθμίζουν την
καταπολέμηση της φλεγμονής μπορεί να επηρεάσει η μοναξιά, σύμφωνα με αρκετά
ερευνητικά δεδομένα», λέει ο Δρ. Δέγλερης. «Δεν προκαλεί επομένως έκπληξη το
ότι σχετίζεται με την εκφύλιση των νευρο-γνωστικών λειτουργιών και με σημαντικά
αυξημένο κίνδυνο άνοιας».
Και οι νέοι
Παρότι η μοναξιά έχει εξεταστεί περισσότερο στην
τρίτη ηλικία, αυτό δεν σημαίνει πως δεν αποτελεί πρόβλημα και των νέων. Μεγάλη
έρευνα που παρουσιάσθηκε πέρυσι τον Αύγουστο στο ετήσιο συνέδριο της
Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας έδειξε ότι η συχνότητα της μοναξιάς
κορυφώνεται σε τρία στάδια της ζωής: στην εφηβεία, στα πρώτα χρόνια της
ενήλικης ζωής και ύστερα στους ηλικιωμένους. Στην έρευνα αυτή, που
πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Brigham Young, είχαν αναλυθεί συνδυαστικά τα
ευρήματα 70 κλινικών μελετών, που αφορούσαν 3,4 εκατομμύρια ανθρώπους.
Η ίδια έρευνα έδειξε ότι η μοναξιά αυξάνει
σημαντικά τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου και πως το μέγεθος αυτού του κινδύνου
είναι πολύ μεγαλύτερο απ’ ό,τι αυτό που επιφέρουν άλλοι γνωστοί εχθροί της
υγείας, όπως η παχυσαρκία.
«Ένας
άνθρωπος μπορεί να αισθάνεται μόνος για πολλούς και διαφορετικούς λόγους»,
τονίζει ο Δρ. Δέγλερης. «Για όποιον λόγο κι αν νιώθει μόνος, το σημαντικό είναι
να το παραδεχτεί, να το εξωτερικεύσει και στη συνέχεια να προσπαθήσει να βάλει
νέα πρόσωπα στη ζωή του (π.χ. δηλώνοντας συμμετοχή σε προγράμματα εθελοντισμού
ή αναθερμαίνοντας τις σχέσεις με την οικογένεια ή παλιούς φίλους που άφησε να
χαθούν στον χρόνο)».