Τετάρτη 31 Μαΐου 2017
Η αποκατάσταση μετά την εγχείρηση για κήλη δίσκου
Πολλά
προβλήματα στη σπονδυλική στήλη προκαλούν η ηλικία, ο τρόπος ζωής, η κακή στάση
σώματος και η άρση βάρους. Ένα από τα συχνότερα είναι η κήλη μεσοσπονδύλιου
δίσκου που σε σοβαρές περιπτώσεις απαιτεί χειρουργική αντιμετώπιση, η οποία
ολοένα συχνότερα γίνεται με μία μέθοδο που λέγεται μικροδισκεκτομή.
Όμως
μετά την εγχείρηση, αρχίζει για τους ασθενείς ένας άλλος Γολγοθάς, αυτός της
αποκατάστασης. Εδώ είναι απαραίτητη η επέμβαση του φυσιοθεραπευτή για να
ξεπεράσει γρήγορα και όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα ο ασθενής την μετεγχειρητική
περίοδο, γιατί μόνος του είναι μάλλον απίθανο να τα καταφέρει.
«Η
μικροδισκεκτομή είναι μια χειρουργική μέθοδος κατά την οποία, με ελάχιστη
επεμβατικότητα, αφαιρείται το κομμάτι του δίσκου που πιέζει το νεύρο και
προκαλεί βλάβη στη λειτουργία του, προκαλώντας αφόρητο πόνο, ισχιαλγία,
μούδιασμα στα άκρα, πάρεση ή παράλυση σε ακραίες περιπτώσεις, με πτώση του
άκρου ποδός (ο ασθενής δεν μπορεί να σηκώσει τα δάχτυλα των ποδιών ή τις
φτέρνες) και άλλες κινητικές και αισθητικές διαταραχές (καψίματα, “βελόνες”,
“μυρμηγκιάσματα”)», εξηγεί ο Γιώργος Η. Γουδέβενος, φυσιοθεραπευτής, Dr. manual
medicine, επιστημονικός συνεργάτης Πανεπιστημίου Κρήτης.
Και
συνεχίζει: «Η τεχνική αυτή, εφόσον κριθεί αναγκαία από τον χειρουργό
σπονδυλικής στήλης, έχει στόχο την αφαίρεση του δίσκου ή τμήματος αυτού με
ελάχιστη βλάβη στους παρακείμενους ιστούς (μύες, συνδέσμους, χόνδρους, νεύρα
και λοιπά ανατομικά στοιχεία)».
Ποιος
και πότε αποφασίζει τη χειρουργική επέμβαση;
*
Πρώτον, ο ασθενής ο οποίος καταφεύγει σε αυτήν όταν έχει δοκιμάσει κάθε
συντηρητική αγωγή χωρίς επιτυχία και δεν μπορεί να ζήσει πλέον με τους
αφόρητους πόνους που μειώνουν την ποιότητα της ζωής του, προκαλώντας του
ψυχολογικά, εργασιακά, κοινωνικά ή/και οικογενειακά προβλήματα. Σε τέτοια
περίπτωση, η απόφαση είναι δική του και μόνο.
*
Δεύτερον, ο γιατρός εφόσον διαπιστώνει ότι ο ασθενής κινδυνεύει από
ανεπανόρθωτες βλάβες, όπως παράλυση του μέλους, επίσχεση ούρων (ακράτεια) και
άλλα. Τότε η απόφαση ανήκει στον γιατρό, ο οποίος με ψυχραιμία και
εμπεριστατωμένο λόγο οφείλει να αναγγείλει στον ασθενή την απόφασή του.
«Αυτές
οι δύο παράμετροι είναι καθοριστικές για τον χρόνο και τον τρόπο του
χειρουργείου και, φυσικά, για την εξέλιξη της πορείας του ασθενούς», τονίζει ο
κ. Γουδέβενος. «Όταν ένα χειρουργείο έχει απόλυτη ένδειξη, τότε όλα πάνε καλά -
κάτι που συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις. Όταν, όμως, δεν έχει, τότε
όλα “στραβώνουν”. Αυτός είναι ένας κανόνας που, αν δεν τηρηθεί, τότε το τίμημα
θα είναι μεγάλο».
Σύμφωνα
με στατιστικές του επιστημονικού περιοδικού Spine Health και του Πανεπιστημίου
Χάρβαρντ, το 84% των χειρουργείων μικροδισκεκτομής στέφεται με επιτυχία, αλλά
ποσοστό 1-20% αυτών μπορεί να υποτροπιάσει σε διάστημα περίπου τριών μηνών. Η
αναλογία μεταξύ των ανδρών και των γυναικών, που κάνουν χειρουργείο, είναι 2:1,
ενώ οι ηλικίες, στις οποίες συνήθως υπάρχει ανάγκη για χειρουργείο, είναι 30-50
ετών.
Σύμφωνα
με τις διεθνείς ιατρικές οδηγίες, ο γιατρός οφείλει να ενημερώσει τον ασθενή
για όλα τα στάδια που πρόκειται να ακολουθήσουν μετεγχειρητικά,
συμπεριλαμβανομένης και της φυσιοθεραπευτικής αγωγής.
Ο
κομβικός ρόλος της φυσιοθεραπείας
Στόχος
της φυσιοθεραπείας είναι να τελειοποιηθεί η λειτουργικότητα του ασθενούς, να
χωρίσει σε φάσεις την αποκατάσταση και να αναδείξει την πετυχημένη επέμβαση του
χειρουργού. Φυσικά, άλλος ένας λόγος είναι η διατήρηση του αποτελέσματος
μακροπρόθεσμα, καθώς και η αποφυγή υποτροπής.
Ύστερα
από μια τέτοια χειρουργική επέμβαση, η διεθνής βιβλιογραφία και πρακτική δίνουν
ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών για την πλήρη λειτουργική αποκατάσταση
του ασθενούς. Από την πρώτη ημέρα, λοιπόν, μετά την μικροδισκεκτομή που θα
σηκωθεί ο ασθενής και θα κάνει τα πρώτα του βήματα, είναι απαραίτητη η
συνεργασία του με τον γιατρό και τον φυσιοθεραπευτή του.
Ο
φυσιοθεραπευτής θα υποδείξει πώς θα σηκώνεται από το κρεβάτι, πώς θα κινείται
και πώς θα εκτελεί τις καθημερινές του δραστηριότητες (η κάμψη και η υπερέκταση
απαγορεύονται για 2-4 εβδομάδες), ενώ εφόσον όλα πάνε καλά και επιτευχθεί καλή
κινητικότητα σε όλους τους άξονες και καλή δύναμη στους μυς της σπονδυλικής
στήλης, έρχεται η φάση της δυναμικής-ενεργητικής σταθεροποίησης.
«Αυτή η
φάση είναι από την 8η-12η εβδομάδα. Εδώ είναι η κυριότερη στιγμή, όπου οι
ασκήσεις καλό είναι να γίνονται με ειδικά εργομετρικά μηχανήματα, όπως, για
παράδειγμα τα MedX, τα οποία αφορούν στους βαθείς σταθεροποιητές μυς της
σπονδυλικής στήλης», υπογραμμίζει ο κ. Γουδέβενος.
Και
συνεχίζει: «Για να επιτευχθεί αυτό, χρειάζεται ειδικός εξοπλισμός, ο οποίος
απομονώνει τους μυς που θέλουμε να γυμνάσουμε και μετρά τη δύναμη και την
αντοχή τους, χωρίς να υποκλέπτεται η κίνησή τους από άλλους μυς. Επειδή δεν
είναι, όμως, εύκολο να είναι όλα τα φυσικοθεραπευτήρια εξοπλισμένα, υπάρχουν
εναλλακτικές μέθοδοι, που μπορούν να δώσουν δύναμη στους μυς αυτούς και θα
στηρίξουν και θα δώσουν μακροχρόνιο αποτέλεσμα στη μικροχειρουργική επέμβαση,
όπως ασκήσεις με μπάλες, λάστιχα κ.ά., με το μειονέκτημα της μη μετρήσιμης (άρα
και μη συγκρίσιμης) άσκησης και προόδου. Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί ότι, για
να γίνει σωστή αποκατάσταση από τον φυσιοθεραπευτή, είναι απαραίτητες η
εξειδίκευση, η επίγνωση και η πληροφόρηση για τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε».
Η
φυσικοθεραπευτική μετεγχειρητική αγωγή είναι απαραίτητη και γι' αυτό πρέπει
τόσο οι γιατροί να την προτείνουν, όσο και οι ασθενείς να τη ζητούν, τονίζει
ο κ. Γουδέβενος.
«Δεν
είναι δυνατόν, ύστερα από μια επιτυχημένη επέμβαση, η αποκατάσταση να αφήνεται
μόνο στα χέρια του ασθενούς, διότι με απλές συμβουλές και αυτοσχέδιες ασκήσεις
θεραπεία δεν γίνεται. Ο ειδικός φυσιοθεραπευτής σίγουρα θα δουλέψει με
σχολαστικότητα και υπευθυνότητα, οδηγώντας, τελικά, τον ασθενή πίσω στην
κανονική του ζωή», λέει.
Και
καταλήγει: «Υψηλός δείκτης επιτυχίας θεωρείται ο συνδυασμός του ειδικού
γιατρού, του κατάλληλου ασθενή και του εξειδικευμένου φυσιοθεραπευτή».