Το επίσημο Ελληνικό Κράτος, παρά τους αγλαούς καρπούς που δέχθηκε κατά καιρούς από τους Εθνικούς μας Ευεργέτες, με τα εντεταλμένα για το σκοπό αυτό Όργανά του, δεν έδειξε γι’ αυτούς το απαιτούμενο ενδιαφέρον. Δεν ενδιαφέρθηκε, σε αρκετές περιπτώσεις – παρά τη συνταγματική και νομική κατοχύρωσή της – για την "πιστή και επακριβή εκπλήρωση της βούλησής τους", όπως αυτή είναι διατυπωμένη στις συστατικές τους πράξεις. Δεν εποπτεύει και δεν ελέγχει τη νόμιμη διοίκηση και διαχείριση των Κληροδοτημάτων τους, με αποτέλεσμα τα έσοδά τους συχνά να διοχετεύονται σε σκοπούς αλλότριους από αυτούς που όρισαν οι διαθέτες και οι δωρητές. Διαχρονικές και, δυστυχώς, τραγικές οι διαπιστώσεις ως προς τα σημεία αυτά, των αρμόδιων ελεγκτικών Οργάνων.
Συγκεκριμένα:
Το έτος 1870 το Υπουργείο Παιδείας ανέθεσε στον Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Δημ. Ν. Λεβίδη, να συντάξει "Εκθέσεις Διαχειρίσεως των διαφόρων Κληροδοτημάτων" της αρμοδιότητάς του. Η Έκθεση αυτή, με αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία, συντάχθηκε και υποβλήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας. Όταν η Έκθεση αυτή αναζητήθηκε, το έτος 1911, από την "Ελεγκτική Επιτροπή επί των Κληροδοτημάτων" αρμοδιότητας Υπουργείου Παιδείας, "η Επιτροπή, μη δυνηθείσα να ανεύρη ουδέ εν αντίτυπον της Εκθέσεως του αειμνήστου Δ. Λεβίδου, ούτε εν τοις δημοσίοις γραφείοις, ουδ’ εν τη Εθνική Βιβλιοθήκη, προσέφυγεν εις την βιβλιοθήκην του κ. Ν. Δ. Λεβίδου, όστις μετά περισσής ευγενείας παρεχώρησε προθύμως τη Επιτροπή προς μελέτην το μόνον υφιστάμενον σήμερον (1911) εν τη βιβλιοθήκη του αντιτύπου της πολυτίμου εκείνης υπό πάσαν έποψιν εκθέσεως του αοιδίμου πατρός του, της εικονιζούσης την κατά το 1870 οικονομικήν κατάστασιν των Κληροδοτημάτων".
Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει στην Έκθεσή της προς το Υπουργείο Παιδείας η "Εξελεγκτική Επιτροπή επί των Κληροδοτημάτων", στις 4–11–1911, είναι πράγματι αποκαρδιωτικά, τα δε "προτεινόμενα μέτρα" από αυτή, δε βρήκαν τη δέουσα απήχηση από τα αρμόδια Όργανα.
"Διά τα πλείστα των Κληροδοτημάτων – αναφέρεται στην Έκθεση – δεν υπάρχουν ούτε διαθήκαι, ούτε αι λογοδοσίαι των διαφόρων εκτελεστών, ουδέ βιβλία ειδικά πλήρη, εξ ων να αρύεταί τις συμπεράσματα επί της καθόλου κινήσεως των Κληροδοτημάτων τούτων, πάσα δε εν τω μέλλοντι νεωτέρα έρευνα επί των διαφόρων πράξεων, των λαβουσών χώραν κατά το διαρρεύσαν χρονικόν διάστημα, από της συστάσεως εκάστου Κληροδοτήματος, θα ήτο απλή ματαιοπονία• διό ανάγκη απαραίτητος θα ενεδεικνύετο, όπως καταρτισθή πολυμελής επιτροπή με απεριόριστον προθεσμίαν εκπληρώσεως της εντολής της και απηλλαγμένη πάσηςάλλης εργασίας, διαγραφομένης ούτω της εν τω μέλλοντι κανονικής των Κληροδοτημάτων λειτουργίας επί βάσεων σταθερών, εξασφαλιζουσών την περιουσίαν των διά της εξασκήσεως αγρύπνου εποπτείας επί των πράξεων των εκτελεστών".
Παρουσιάζοντας, δέκα τέσσερα χρόνια αργότερα, το έτος 1925, στον Πρόεδρο και στους Πληρεξούσιους της των Ελλήνων Εθνοσυνελεύσεως" ο Σκεύος Ζερβός, Πληρεξούσιος Αθηνών – Πειραιώς, την περισπούδαστη μελέτη του "Εθνικά Κληροδοτήματα και Δωρεαί", διεκτραγωδεί την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο των Εθνικών Κληροδοτημάτων και επισημαίνει:
"Πόσαι αφάνταστοι δυσκολίαι ανεφάνησαν ανά πάν ημών βήμα και πόσα κωλύματα ανυπέρβλητα, πόσαι δυστροπίαι και προφάσεις και παρελκύσεις κατά την αναζήτησιν και ανεύρεσιν και περισυλλογήν του απείρου, του τόσον ποικίλου και πολυτίμου και σοβαρού υλικού, αλλά και περί τον αυστηρόν αυτού έλεγχον και την επιλογήν τούτου, άτινα έδει να παρακάμψω άνευ του ελαχίστου θορύβου, αλλά και χωρίς την βοήθειαν τινός, ένεκα της λεπτότητος και της φύσεως του ζητήματος.
Αι Πρεσβείαι και τα Προξενεία ημών, εις τα οποία απετάθην δια του κ. Υπουργού των Εξωτερικών ζητών τα κληροδοτήματα και τας δωρεάς των Ελληνικών Παροικιών και των Κοινοτήτων του Εξωτερικού, δεν μοι απήντησαν έτι, παραμείνασαι και παραμένουσαι ιχθύος αφωνότεραι, καίτοι παρήλθον έκτοτε οκτώ ολόκληροι μήνες!
Τούτου ένεκα θεωρώ επάναγκες όπως η Εθνική Αντιπροσωπεία και η Κυβέρνησις έχουσαι ανά χείρας το έργον και γνωρίζουσαι ήδη την αξίαν και σοβαρότητα των εθνικών κληροδοτημάτων και δωρεών σκεφθώσι και αποφασίσωσιν επειγόντως περί της τύχης και της πρακτικής αυτών εκτελέσεως, περί της εφαρμογής και της αυστηράς τούτων επιτηρήσεως και περιφρουρήσεως, λαμβάνουσαι όλα τα ενδεικνύμενα νομοθετικά, όλα τα διοικητικά και λοιπά μέτρα.
Τα εθνικά ημών κληροδοτήματα και αι δωρεαί πιστεύω ακραδάντως ότι δεόντως διευθυνόμενα, εκτελούμενα επακριβώς και συμφώνως προς τους όρους των ευεργετών των, αδιαλείπτως δε και αυστηρώς επιτηρούμενα, θα παράσχωσιν ασφαλή και πλούσια τα μέσα διά των οποίων θα επιτευχθή πλήρης και ταχεία η αναμόρφωσις και αναγέννησις του Έθνους".
Το έτος 1999 η Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων ασχολήθηκε, ύστερα από σχετικό αίτημα μαζικών φορέων της Ηπείρου, με το θέμα των Εθνικών Κληροδοτημάτων. Στην από 25 – 6 – 1999 Ομόφωνη Εισήγηση – Πρόταση της Επιτροπής επισημαίνεται ότι: "Ο συνολικός αριθμός Κληροδοτημάτων είναι 9.203. Όμως, εξ αυτών τα 7.086 βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της εκκαθάρισης. Επίσης υπάρχουν 3.122 σχολικές κληρονομιές, εκ των οποίων 1.251 στο στάδιο της έρευνας. Εκ του μεγάλου αριθμού των προς εκκαθάριση Κληροδοτημάτων καθίσταται προφανής η αδυναμία των αρμοδίων υπηρεσιών να ανταποκριθούν στο πρόβλημα της κατ´ αρχήν έστω στοιχειοθέτησης και αποσαφήνισης του προβλήματος.
Ο έλεγχος και η εποπτεία του Κράτους είναι ανεπαρκέστατος. Οι ετήσιοι προβλεπόμενοι προϋπολογισμοί και απολογισμοί κατά το ν. 2039/39 δεν κατατίθενται από τις Διοικήσεις των Κληροδοτημάτων κανονικά κατ´ έτος, αλλά και – όταν κατατίθενται – δεν ελέγχονται αποτελεσματικά".
Θα περίμενε κανείς, ύστερα από όλες τις παραπάνω επισημάνσεις και εισηγήσεις, η κατάσταση στο χώρο των Εθνικών Κληροδοτημάτων να βελτιωθεί. Συνέβη όμως το εντελώς αντίθετο. Κατά τη συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου 2010, της ίδιας Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής των Ελλήνων, που ασχολήθηκε, λόγω της σοβαρότητας του θέματος, για δεύτερη φορά, το έτος 2010, αποδόθηκαν στην αρμόδια για τον έλεγχο και την εποπτεία Διεύθυνση Εθνικών Κληροδοτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών χαρακτηρισμοί βαρύτατοι που δικαιολογούν πλήρως την τραγική κατάσταση που επικρατεί σ’ αυτόν τον ευαίσθητο χώρο της εθνικής μας ζωής. Εκεί έγινε λόγος για "δόλιες καταστάσεις που δεν αφήνουν τίποτε να προχωρήσει", για "διαχρονικούς μηχανισμούς με τους οποίους βολεύονται κάποιοι και πλουτίζουν διαχρονικά, δημιουργώντας γύρω από τα Κληροδοτήματα τραγέλαφο και σχιζοφρενικές καταστάσεις που δεν μας επιτρέπουν να μιλάμε για Ευρωπαϊκό Κράτος".
Κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι τα Παλαιά Κληροδοτήματα Ιωαννίνων και οι Σχολικές Περιουσίες της πόλης που προέρχονται από Κληροδοτήματα διοικούνται ακόμα, όπως επί Τουρκοκρατίας, και μάλιστα με καθεστώς χειρότερο από τότε – από τη Μητρόπολη Ιωαννίνων με φιρμάνια του σουλτάνου και διατάγματα των τριών φασιστικών καθεστώτων, αντίθετα όπως επισημαίνει προς τα Υπουργεία Οικονομικών και Παιδείας, με έγγραφό του, ο Γενικός Γραμματέας Αποκεντρωμένης Διοίκησης Ηπείρου – Δυτ. Μακεδονίας, κ. Ηλίας Θεοδωρίδης – με το άρθρο 109 του Συντάγματος που ορίζει ότι "η διοίκηση και η διαχείριση των Κληροδοτημάτων γίνεται σύμφωνα με τη βούληση των διαθετών" και με το άρθρο 4 § 1 του ορίζει ότι "όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι έναντι των νόμων" πράγμα που δε συμβαίνει για τους Γιαννιώτες πολίτες.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ευθύνη όλων μας. Αν πράγματι θέλουμε να βγούμε από το αδιέξοδο της κρίσης, πρέπει πρώτα να φροντίσουμε να φτιάξουμε Κράτος. Και Κράτος ευνομούμενο είναι αυτό που εφαρμόζει – για όλους τους πολίτες – το Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό. Θα το φτιάξουμε;