Αναφέρονται πολλοί, τέτοιες μέρες, στα ιστορικά γεγονότα.
Αξίζει όμως να δούμε το θέμα και από την κοινωνιολογική του πλευρά.
Ο Παύλος Μελάς αποτελεί ίσως τη μοναδική περίπτωση ανθρώπου, που τιμάται ως ήρωας, χωρίς καν να προλάβει να πολεμήσει, ούτε να ρίξει έναν πυροβολισμό. Του αξίζουν όμως οι τιμές, διότι έκανε κάτι πολύ σημαντικότερο.
«Άρπαξε την Ελλάδα από τ’ αυτί, για να την σώσει», όπως είπε ο Πλαστήρας στους στρατιώτες του κατά τη μικρασιατική εκστρατεία, βλέποντας το διχασμό των πολιτικών.
Αυτό έκανε κι ο Παύλος Μελάς.
Υποχρέωσε τους φοβικούς πολιτικούς να σηκωθούν από τις καρέκλες τους και την ασφάλεια που τους παρείχε η θέση τους, και να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Ουσιαστικά να εγκαταλείψουν τη νοοτροπία, που κυριαρχεί και σήμερα «της μικράς και πτωχής Ελλάδος, αλλ’ εντίμου», όπως έλεγαν για να δικαιολογήσουν την πολιτική τους υστέρηση.
Αφού ο Μελάς ήρθε τρεις φορές κρυφά στα μακεδονικά χώματα, δεν είχαν άλλη επιλογή παρά να τον στείλουν και επίσημα (με ψευδώνυμο φυσικά, από τα χαϊδευτικά των ονομάτων των παιδιών του - Μίκης, του γιου του Μιχαήλ, και Ζέζας, της κόρης του Ζωής).
Οι βιογράφοι του αναφέρονται στο γεγονός της επίσκεψης του Μελά στον τάφο του πατέρα του «που λάτρευε τη Μακεδονία και θυμάται ότι πάνω στο φέρετρό του είχε ορκισθεί και να πεθάνει αν χρειαστεί, γι’ αυτήν».
Εδώ θέλω να κάνω μια διόρθωση, από πληροφορία που είχα εκ μέρους απογόνου του ήρωα, που αλλάζει την εικόνα, αφήνοντας όμως ανεπηρέαστη την ουσία. Φρονώ, ότι πρέπει να την λάβουν υπόψη τους οι συγγραφείς της δράσης του Μελά.
Οι Μελάδες ήσαν Ηπειρώτες. Και η πρώτη φροντίδα τους ήταν η απελευθέρωση της ιδιαίτερης πατρίδας τους. Αυτόν τον όρκο έδωσε ο Παύλος Μελάς στον ζώντα πατέρα του.
Όμως, η θεία τύχη τα έφερε έτσι, ώστε «συμπεθέριασε» με τους Δραγούμηδες.
Η ανυπέρβλητη προσωπικότητα του Ίωνα Δραγούμη, έγινε οδηγός στην πολιτική σκέψη του αξιωματικού Παύλου Μελά.
Ο Ίων του είπε κάτι απλό. Ότι μια πιθανή εκστρατεία κατά της Ηπείρου θα είχε ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας, διότι θα συγκέντρωνε εναντίον της τις πολυπληθέστερες δυνάμεις Τούρκων και Αλβανών. Αν όμως απελευθερωνόταν η Μακεδονία, στην Ήπειρο θα παρέμενε ασθενής οθωμανική δύναμη και η απελευθέρωσή της θα ήταν ευκολότερη.
Φυσικά και το ενστερνίσθηκε αυτό ο Μελάς, αφού άλλωστε ταυτόχρονα με την απελευθέρωση της Ηπείρου ονειρευόταν το ίδιο και για τη Μακεδονία. Απλώς, άλλαξε η προτεραιότητα.
Και τα πράγματα έγιναν όπως τα σκέφθηκε ο Δραγούμης.
Η φήμη του ονόματος της οικογένειας Μελά, συντέλεσε ώστε ο θάνατος του Παύλου να συνεγείρει τον ελληνικό λαό που έσπρωξε την κυβέρνησή του, που δεν είχε πλέον άλλη επιλογή, παρά να δραστηριοποιηθεί. Τολμώ να πω, ότι ο νεκρός Παύλος έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στο εθνικό θέμα, απ’ ότι ο ζωντανός Παύλος. Διότι έγινε σύμβολο. Έγινε πρότυπο.
Κι έδωσε αφορμή για εκδίκηση του θανάτου του. Ένας Έλληνας, άλλαξε την πορεία της ελληνικής ιστορίας.
Το έδαφος όμως το προετοίμασε ο Ίων Δραγούμης. Όχι μόνον λόγω του κοινού αγώνα με τον Μελά, αλλά και για την όλη εργασία του στο Προξενείο του Μοναστηρίου. Ο Ίων, ήταν υποπρόξενος στις Σέρρες και μετατέθηκε στο Μοναστήρι. Μελετώντας τα αρχεία του υπουργείου Εξωτερικών, διαπιστώνει κανείς το εξής παράδοξο.
Όλοι σχεδόν οι προ αυτού πρόξενοι της Ελλάδας στο Μοναστήρι, στις αναφορές τους έγραφαν ότι η υπόθεση της Μακεδονίας είναι ουσιαστικά χαμένη κι έδιναν άλλοθι στην κυβέρνηση να απρακτεί.
Ο Ίων, άλλαξε αυτήν την εικόνα με τις αναφορές του. Τους εξηγούσε ότι «… έχουμε δυνάμεις αμέτρητες στη Μακεδονία και στη Θράκη και σ’ όλη την Ανατολή. Άλλα κράτη αρπάζουν πολιτείες και χώρες και εμείς και εκείνα που είναι δικά μας και κείνα δεν τα κρατάμε. Σκιαζόμαστε μη μας πουν οι Ευρωπαίοι πως δεν είναι δικά μας…».
Και στα βιβλία του καυτηρίαζε με σκληρά λόγια την ελληνική εξωτερική πολιτική λέγοντας:
«Η αλήθεια είναι πως δεν κάνουμε καμιά πολιτική καθόλου. Ρίχνουμε μονάχα στάχτη στα μάτια του κόσμου και γλείφουμε τα πόδια της Τουρκίας…» (πού νά ’ξερε ότι το ίδιο κάνουμε και τώρα).
Τους πληροφορούσε επίσης ότι, μπορεί πολλοί εντόπιοι να ήσαν σλαβόφωνοι, αλλά είχαν ελληνική ψυχή. Η δε καθοριστική ενέργειά του ήταν η συνάντηση του σλαβόφωνου καπετάν Κώττα στην Αθήνα, με τον διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος φοβόταν ότι θα συναντήσει έναν Βούλγαρο, αλλ΄ έμεινε έκπληκτος από την ελληνική φλόγα του οπλαρχηγού και παρακινούμενος, παρακίνησε κα άλλους.
Δεν χρειάζονται πάντα πολλοί για να γράψουν ιστορία. Χρειάζονται αποφασισμένοι, που θα τάξουν τον εαυτό τους στην υπηρέτηση του συνόλου, και όχι να να βολευτούν οι ίδιοι. Κάπου υπάρχουν, δεν μπορεί.