Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2024

Ερπητοϊοί: Ποιοι έχουν σοβαρότερες επιπτώσεις;

 


Ιδιαίτερα επιβαρυντική για την ψυχική υγεία είναι η μόλυνση από ορισμένα είδη του ιού του έρπητα. Ο έρπης των γεννητικών οργάνων μπορεί να έχει σοβαρές συναισθηματικές και συνεπώς κοινωνικές επιπτώσεις, σε άνδρες και γυναίκες πάσχοντες. Οι αρνητικές συνέπειες αφορούν την εργασία ή το σχολείο, τη σεξουαλική ζωή και τις σχέσεις με τους φίλους και την οικογένεια.

Όσοι πρωτοεμφανίζουν τη δερματοπάθεια και κυρίως όταν αυτή υποτροπιάζει είναι πιθανόν να βιώνουν κατάθλιψη, ανησυχία για την ύπαρξη άλλων ασθενειών, στρες, άγχος, απομόνωση, στίγμα. Αντιμετωπίζουν, επίσης, συχνά μείωση της αυτοεκτίμησης, της αυτοαντίληψης, της αυτοπεποίθησης και υποβαθμισμένη ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία.

Εξίσου επώδυνη εμπειρία που έχει σημαντικό αντίκτυπο στη σωματική και ψυχική ευεξία των πασχόντων είναι και η εμφάνιση έρπη ζωστήρα. Ο πόνος είναι τέτοιας έντασης που εμποδίζει την ικανότητα των ασθενών να εκτελούν τις κανονικές τους δραστηριότητες, ανεξάρτητα από την ηλικία τους. Οι περισσότεροι αναφέρουν ότι η νόσος επιδρά αρνητικά στη διάθεσή τους, με αποτέλεσμα να μην απολαμβάνουν τη ζωή. Όταν ο πόνος συνεχίζει για μήνες μετά από την πρώτη εκδήλωση των συμπτωμάτων, είναι πιθανό να παρουσιάσουν άγχος, κατάθλιψη και αϋπνία.

«Ο έρπης δεν είναι ένας και μοναδικός ιός, αλλά μια οικογένεια που περιλαμβάνει πάνω από 150 μέλη. Οι ανθρώπινοι ερπητοϊοί είναι 8 και από αυτούς ο ιός του απλού έρπητα (HSV-1 και HSV-2) και ο έρπης ζωστήρας (VZV) βαρύνουν ιδιαίτερα τους ασθενείς και ψυχολογικά.

Οι HSV 1 και 2 προκαλούν τον έρπη των γεννητικών οργάνων, μια μολυσματική ασθένεια που έχει υποτροπιάζοντα χαρακτήρα. Τα επιστημονικά δεδομένα δείχνουν ότι τα τελευταία χρόνια έχει ανοδικές τάσεις. Ο παγκόσμιος επιπολασμός αυξάνεται, με περίπου 140 εκατομμύρια άτομα ηλικίας 15-49 ετών να έχουν μολυνθεί από HSV-1 και περίπου 417 εκατομμύρια από τον HSV-2.

Η μετάδοση γίνεται συνήθως με άμεση επαφή, μέσω εκκρίσεων από βλάβες στους βλεννογόνους του στόματος, των γεννητικών οργάνων ή του πρωκτού, αλλά και από την επαφή με βλάβες σε σημεία του δέρματος. Έως και το 70% όλων των λοιμώξεων από τον HSV-2 των γεννητικών οργάνων μεταδίδονται κατά την ασυμπτωματική φάση. Οι 8 στους 10 ασθενείς δεν γνωρίζουν καν ότι έχουν μολυνθεί», εξηγεί ο Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.

Κατά την πρώτη εκδήλωση, τα συμπτώματα μπορεί να είναι επώδυνα και να διαρκέσουν έως 20 ημέρες. Μικρές φλύκταινες (φουσκάλες με υγρό) μπορεί να εμφανιστούν στα εξωτερικά γεννητικά όργανα, τον τράχηλο, το ορθό, τους μηρούς και τους γλουτούς, οι οποίες σκάνε και αφήνουν έλκη, τα οποία μετά από την επούλωση αφήνουν ερυθρότητα για λίγο καιρό. Αρκετοί ασθενείς νιώθουν μούδιασμα, κάψιμο ή κνησμό στα σημεία που εκδηλώνονται τα συμπτώματα.

Μπορεί, επίσης να εμφανίσουν πυρετό και κακουχία ή και ειδικότερα συμπτώματα, όπως δυσουρία, κολπικό ή ουρηθρικό έκκριμα.

Μετά από τη μόλυνση ο ιός παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση στα νευρικά γάγγλια της μολυσμένης περιοχής, αποφεύγοντας την ταυτοποίηση από το ανοσοποιητικό σύστημα, με δυνατότητα επανενεργοποίησης.

Όταν επανενεργοποιείται (υποτροπή) τα συμπτώματα διαρκούν λιγότερο, από 5 έως 10 ημέρες, και δεν διαφέρουν από αυτά της αρχικής αλλά είναι ηπιότερα, ενώ συνήθως δεν εμφανίζουν πυρετό και κακουχία.

Εκτός από τα επώδυνα σωματικά συμπτώματα, οι ασθενείς καλούνται να αντιμετωπίσουν και τις ψυχολογικές επιπτώσεις της μόλυνσης, οι οποίες επιβαρύνουν τις σχέσεις τους με τους άλλους σε κάθε επίπεδο. Συχνά δυσκολεύονται να δημιουργήσουν ερωτικές σχέσεις ή αποσύρονται από τις υπάρχουσες, διότι ντρέπονται και αγχώνονται για το πώς θα αντιδράσει ο σύντροφος. Φοβούνται, επίσης, ότι θα τους κολλήσουν αυτή τη σεξουαλικώς μεταδιδόμενη νόσο, όπως και την αντίδρασή τους όταν ενημερωθούν για αυτήν την πιθανότητα.

Είναι δε πιθανόν να μειωθεί η σεξουαλική τους επιθυμία και ευεξία, ιδιαίτερα όταν αντιλαμβάνονται ότι στιγματίζονται.

«Ο έρπης ζωστήρας είναι αποτέλεσμα της επανενεργοποίησης του ιού της ανεμευλογιάς. Προκαλεί, επίσης, πόνο και φυσαλιδώδες εξάνθημα στη μία πλευρά του σώματος συχνότερα στον θώρακα, την οσφυϊκή χώρα, τον λαιμό και το πρόσωπο. Ο κίνδυνος εμφάνισής του υπολογίζεται ότι είναι περίπου 30%. Η συχνότερη επιπλοκή του και από τις πιο δύσκολα θεραπεύσιμες είναι η μεθερπητική νευραλγία, μια επώδυνη κατάσταση που επιμένει για περισσότερες από 90 ημέρες μετά από την εμφάνιση του εξανθήματος. Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς την ποιότητα ζωής του ασθενή.

Η θεραπεία με φάρμακα, ωστόσο, μαζί με στοχευμένες ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά αυτές τις δυσάρεστες συνέπειες.

«Τα πρωτογενή επεισόδια όπως και οι συχνές υποτροπές αντιμετωπίζονται με αντιιική αγωγή, ενώ υποβοηθητικά χορηγείται τοπική αλοιφή. Είναι όμως πιθανό να εμφανιστεί ιική αντίσταση ή αποτυχία ύφεσης των συμπτωμάτων, δεδομένου ότι δεν υπάρχει πλήρης ίαση, δηλαδή εκρίζωση του HSV ούτε του VZV από τον οργανισμό.

Επιπλέον, απαιτούνται μέτρα αυτοφροντίδας, όπως τακτικό πλύσιμο για την πρόληψη δευτερογενούς μόλυνσης, επιλογή άνετων ρούχων για να μειώνεται ο ερεθισμός των βλαβών, αποφυγή έκθεσης στο υπεριώδες φως και υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ.

Επίσης, πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για τη μείωση του πόνου (αναλγητικά φάρμακα) και μέτρα ελέγχου μετάδοσης των λοιμώξεων, όπως η μη χρήση πετσετών από κοινού και η αποχή από το σεξ, μέχρι να υποχωρήσουν τελείως οι βλάβες», επισημαίνει.

Σύμφωνα με μια διπλή τυφλή τυχαιοποιημένη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο Biomedicines, η μελατονίνη μπορεί να είναι μια άλλη επιλογή για την κατασταλτική θεραπεία του υποτροπιάζοντος έρπητα των γεννητικών οργάνων.

«Αυτά τα δεδομένα υποδεικνύουν την ανάγκη για αποτελεσματική πρόληψη, όπως ο εμβολιασμός κατά του ιού της ανεμευλογιάς, προκειμένου να αποφευχθεί μετέπειτα η εμφάνιση έρπητα ζωστήρα, η χρήση προφυλακτικών και οι μονογαμικές σχέσεις για την αποτροπή μετάδοσης του HSV 2. Όσον αφορά, όμως, στον HSV 1 δεν μπορούν να ληφθούν ιδιαίτερα προφυλακτικά μέτρα, αφού η μετάδοσή του μπορεί να γίνει ακόμα και με ένα αθώο φιλί κατά την παιδική ηλικία (μέσω του σάλιου) ή με άγγιγμα αντικειμένου που φέρει τον ιό», καταλήγει ο δρ Στάμου.