Η
έναρξη της διαδικασίας απόκτησης παιδιού με εξωσωματική γονιμοποίηση είναι μια
συναρπαστική εμπειρία, ειδικά για τις γυναίκες που προσπαθούσαν για πολύ καιρό
να μείνουν έγκυες, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Πολλά
ζευγάρια από την άλλη, ενώ γνωρίζουν την αιτία υπογονιμότητας, διστάζουν να
ξεκινήσουν έναν κύκλο εξωσωματικής γονιμοποίησης λόγω του άγχους ή του φόβου
για τη λήψη ορμονών.
Με
τα χρόνια, το ποσοστό των ζευγαριών αυτών μειώνεται γιατί είναι πλέον σαφές από
πολυάριθμες μελέτες στη διάρκεια των 43 ετών που εφαρμόζεται η εξωσωματική
γονιμοποίηση, ότι τα φάρμακα γονιμότητας είναι ασφαλή και αποτελεσματικά,
τονίζει ο Dr. Βασίλειος Γ.
Κουφομιχαήλ, Μαιευτήρας - Χειρουργός Γυναικολόγος
Msc. Πανεπιστημίου Αθηνών Ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, την Αισθητική
Γυναικολογία και την Ουρογυναικολογία.
Η
εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) είναι μια μορφή υποβοηθούμενης αναπαραγωγικής
τεχνολογίας στην οποία το αναπαραγωγικό σύστημα της γυναίκας διεγείρεται τεχνητά για να παράγει ωάρια, τα
οποία λαμβάνονται από το γιατρό, γονιμοποιούνται με το σπέρμα στο εργαστήριο
και στη συνέχεια εμφυτεύονται στη μήτρα. Αυτή είναι μια διαδικασία που
ελέγχεται σε κάθε βήμα προσεκτικά με τη χρήση φαρμάκων.
Τα
φάρμακα γονιμότητας χορηγούνται εξατομικευμένα, σε συνδυασμούς και σε δοσολογία
ειδικά για τον κύκλο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής της κάθε γυναίκας. Η λήψη
φαρμάκων γονιμότητας σύμφωνα πάντα με τις οδηγίες, είτε από το στόμα, είτε με
ένεση ή ενδοκολπικά είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία της θεραπείας.
Ο ακριβής τύπος και η δοσολογία των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της εξωσωματικής γονιμοποίησης εξαρτώνται από την ηλικία της γυναίκας, τα αποτελέσματα των εργαστηριακών εξετάσεων και το πρωτόκολλο διέγερσης ωοθηκών.
Τα
βασικά φάρμακα που χορηγούνται στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή
Kιτρική
Kλομιφένη. Χορηγείται σε χάπια για την επίτευξη ωορρηξίας σε
γυναίκες με σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Επίσης, χορηγείται και για την
παραγωγή περισσότερων του ενός ωαρίων σε κάθε κύκλο.
Το
φάρμακο αυτό οδηγεί στην αύξηση της παραγωγής των ορμονών FSH και LH.
H
FSH είναι η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη η οποία προκαλεί την παραγωγή ωοθυλακίων
στις ωοθήκες.
H
LH ορμόνη είναι η ωχρινοποιητική ορμόνη και ρυθμίζει τη λειτουργία των ωοθηκών
και την πρόκληση ωορρηξίας βοηθώντας στην παραγωγή της προγεστερόνης. Η
προγεστερόνη είναι ορμόνη που προετοιμάζει το ενδομήτριο για την εμφύτευση του
εμβρύου στη μήτρα.
Η
γυναίκα μπορεί να αισθανθεί ενοχλήσεις όπως κολπική ξηρότητα, ναυτία, αλλαγές
στη διάθεση ή ευαισθησία στο στήθος.
Γοναδοτροπίνες.
Πρόκειται για ορμόνες που χορηγούνται με ένεση. Έχουν παρόμοια δράση με την
κιτρική κλομιφένη αλλά στοχεύουν στην επίτευξη ωοθυλακιορρηξίας σε γυναίκες με
χαμηλά επίπεδα ορμονών.
Η
γυναίκα μπορεί να έχει τις εξής ενοχλήσεις: πονοκέφαλο, μυαλγίες και ευαισθησία
στο στήθος.
Η
σοβαρότερη παρενέργεια είναι η υπερδιέγερση των ωοθηκών, η οποία μπορεί να
εμφανιστεί 7-10 ημέρες μετά την έναρξη χορήγησης των φαρμάκων. Η υπερδιέγερση των
ωοθηκών παρατηρείται στο 5-10% των γυναικών που λαμβάνουν αυτού του είδους τα
φάρμακα και από αυτές τις γυναίκες το 1-2% θα εμφανίσει τη σοβαρή μορφή του
συνδρόμου.
Τα
συμπτώματα της υπερδιέγερσης των ωοθηκών είναι οίδημα στα άκρα και κατακράτηση
υγρών, έντονες γαστρεντερικές ενοχλήσεις, δυσλειτουργία των νεφρών, θρόμβωση. Ο
γιατρός πρέπει να έχει ενημερώσει ακριβώς για την πιθανότητα εμφάνισης των
συμπτωμάτων και η υποψήφια μητέρα αμέσως μόλις νιώσει οποιαδήποτε ενόχληση να
επικοινωνήσει με το γιατρό της.
Αγωνιστές
και Ανταγωνιστές της GnRH. Τα φάρμακα αυτά χρησιμοποιούνται
κυρίως στα πρωτόκολλα θεραπείας εξωσωματικής γονιμοποίησης για τη διέγερση των
ωοθηκών και την αποφυγή αυτόματης
ωοθηλακιορρηξίας.
Χοριακή
γοναδοτροπίνη. Χορηγείται με ένεση 36 ώρες πριν την
ωοληψία, με στόχο την ωρίμανση των ωαρίων.
Προγεστερόνη.
Χορηγείται σε διάφορες μορφές, δηλαδή από το στόμα, διακολπικά ή σε ενέσιμη
μορφή για να υποστηρίξει την ωχρινική φάση του κύκλου και να βελτιώσει το
ενδομήτριο το οποίο θα υποδεχθεί το γονιμοποιημένο έμβρυο.
Παρενέργειες
και επιπλοκές
Θα
πρέπει να γίνει σαφές ότι τα ορμονικά σκευάσματα ουσιαστικά είναι ίδια με τις
ορμόνες που ο ίδιος ο οργανισμός παράγει για τη λειτουργία του αναπαραγωγικού
συστήματος. Με την ενδεδειγμένη χρήση τους δεν προκαλείται καμία επίπτωση στην
υγεία της γυναίκας.
Σπανίως
παρατηρούνται παρενέργειες ή αλλεργικές αντιδράσεις, οι οποίες είναι απολύτως
διαχειρίσιμες.
Η
πιο σοβαρή επιπλοκή που μπορεί να εμφανιστεί εξ αιτίας της χορήγησης ορμονών
για τη διέγερση των ωοθηκών είναι το Σύνδρομο Υπερδιέγερσης των Ωοθηκών
(Σ.Υ.Ω.).
Ευτυχώς,
υπάρχει πλέον αποτελεσματική πρόληψη και θεραπευτική παρέμβαση στις σοβαρές
μορφές του συνδρόμου.
Επίσης,
άλλη μία επιπλοκή από τη χρήση των φαρμάκων αυτών είναι η πολύδυμη κύηση. Μια
κύηση με περισσότερα από δύο έμβρυα είναι κύηση υψηλού κινδύνου.
Ένα
ερώτημα που θέτουν συχνά οι γυναίκες είναι αν τα φάρμακα γονιμότητας μειώνουν
τα αποθέματα των ωοθηκών με αποτέλεσμα να εμφανιστεί πιο νωρίς η εμμηνόπαυση.
Οι
γυναίκες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η διαδικασία της διέγερσης των ωοθηκών
αφορά τα ωοθυλάκια τα οποία καταστρέφονται έτσι κι αλλιώς με τον φυσικό κύκλο
κάθε μήνα, οπότε δεν τίθεται θέμα πρόωρης εμμηνόπαυσης.
Παρά
το γεγονός ότι πλήθος μελετών τα τελευταία χρόνια έχουν καταλήξει στο
συμπέρασμα ότι τα φάρμακα γονιμότητας δεν προκαλούν καρκινογένεση, θα πρέπει να
επαναλάβουμε χωρίς κανένα δισταγμό και αμφιβολία ότι δεν υπάρχει καμία
συσχέτιση με καμία μορφή καρκίνου στον ανθρώπινο οργανισμό, αναφέρει ο δρ
Βασίλης Κουφομιχαήλ, προσθέτοντας ότι είναι υποχρέωση των γιατρών να
καθησυχάζουμε όλα τα ζευγάρια που έχουν την ανάγκη θεραπειών της υποβοηθούμενης
αναπαραγωγής για την ασφάλεια της χρήσης των πρωτοκόλλων θεραπείας.