Το Ολοκαύτωμα
του Κερασόβου Πωγωνίου, τις 15 Αυγούστου 1944, ανήμερα της Παναγίας
Το Κεράσοβο Πωγωνίου
είναι ένα μικρό χωριό στα βορειοδυτικά του Νομού Ιωαννίνων, σε απόσταση περίπου
πενήντα πέντε χιλιόμετρα από τα Ιωάννινα και είκοσι από το ιστορικό Καλπάκι,
έδρα πλέον του νέου Δήμου Πωγωνίου. Είναι χτισμένο σε μια πανοραμική και
επικλινή τοποθεσία στις βορειοδυτικές πλαγιές της οροσειράς του Κασιδιάρη, κάτω
από την κορυφή του Προφήτης Ηλίας Κερασόβου. Απέναντί του δεσπόζουν οι υπώρειες
της Μουργκάνας (όρη Τσαμαντά), οι οποίες συνεχίζονται στο αλβανικό έδαφος. Μαζί
με τα χωριά Περιστέρι (Μέγγουλη), Στρατίνιστα, Ψηλόκαστρο (Κολοδαί), Δημόκορη,
Λάβδανη, Κάτω Λάβδανη, Βραστοβά, Αγ. Μαρίνα, Καστανή (Καστάνιανη), Χαραυγή
(Βάλτιστα), Κτίσματα (Αρίνιστα) συναποτελούν τη γεωγραφική και ιστορική ενότητα
της Λάκκας Πωγωνίου ή Λάκκας του Μουχτάρ- Πασά. Δεν ήταν ποτέ μεγάλο ή πλούσιο
χωριό και κύριες πηγές βιοπορισμού των κατοίκων του ήταν η γεωργία, η
κτηνοτροφία και κυρίως, τα τελευταία χρόνια, τα εμβάσματα των εσωτερικών και
εξωτερικών μεταναστών. Ο πληθυσμός του κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν
υπερέβαινε τους διακόσιους πενήντα κατοίκους, ενώ σήμερα οι μόνιμοι κάτοικοι το
χειμώνα δεν ξεπερνούν τους δέκα, όλοι τους σχεδόν υπερήλικες.
Στις 15 Αυγούστου 1944, ανήμερα της
θρησκευτικής εορτής της Παναγίας, τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής κύκλωσαν και
καταστρέψανε ολοσχερώς το χωριό αυτό. Τις ίδιες περίπου μέρες έκαψαν πλήρως ή
μερικώς και άλλα χωριά της Λάκας Πωγωνίου. Στο Κεράσοβο όμως χάθηκαν είτε από
τους κατακτητές είτε από τις κακουχίες συνολικά είκοσι οχτώ άνθρωποι, έντεκα
από τους οποίους εκτέλεσαν ομαδικά τα κατοχικά στρατεύματα έξω από μια σπηλιά,
γνωστή ως τότε με το όνομα «χτικιαρότρυπα», αφού εκεί αφήνονταν να πεθάνουν
όσοι υπέφεραν στα παλιά τα χρόνια από τη φυματίωση («χτικιό»). Πρόκειται για
μεγάλη απώλεια, αν σκεφτούμε ότι αναφερόμαστε ένα μικρό χωριό, με πενήντα
περίπου σπίτια και όχι πάνω από διακόσιους πενήντα μόνιμους κατοίκους εκείνη
την εποχή. Με το ακόλουθο κείμενο, προϊόν πολυετούς έρευνας σε αρχεία και
μαρτυρίες, δεν επιθυμούμε να φωτίσουμε
ορισμένες όλες τις πλευρές των δραματικών εκείνων γεγονότων, δουλειά μάλλον
εξειδικευμένων ιστορικών, αλλά να δώσουμε κάποια στοιχεία για το τι όντως
συνέβη, τα οποία να αποτελέσουν αφορμή για περεταίρω έρευνα.
Σύμφωνα με τις πηγές
η Ήπειρος συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση κατά των εισβολέων από τα ξημερώματα
της 28ης Οκτωβρίου 1940 μέχρι την ημέρα που ο τελευταίος Γερμανός στρατιώτης
εγκατέλειψε τα αιματοβαμμένα χώματά της (22 Οκτωβρίου 1944). Σε όλη τη διάρκεια
του 1944 στην Ήπειρο υπήρξαν κάπου 12.000- 15.000 μόνιμοι αντάρτες (Ε.Λ.Α.Σ.-
Ε. Ο. Ε. Α.). Ο αριθμός αυτός είναι εντυπωσιακός, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με
αριθμούς άλλων, κατά πολύ πλουσιότερων περιοχών. Η επαρχία Πωγωνίου εντάχθηκε
σχεδόν καθολικά στις αντιστασιακές οργανώσεις του Ε.Α.Μ. γιατί σχετικό
προσανατολισμό είχαν οι πρωτοπόρες αντάρτικες ομάδες που εμφανίστηκαν εδώ,
αυτές του δασκάλου και έφεδρου υπολοχαγού Κωνσταντίνου Ι. Ράπτη- Νεμέρτσικα
(άνοιξη του 1942) και του Νικόλαου Έξαρχου- Πάκου (23- 24 Ιουνίου 1942). Την
εποχή που εξετάζουμε, δηλαδή το καλοκαίρι του 1944, στην ευρύτερη περιοχή
Πωγωνίου- Καλαμά- Φιλιατών έχει αναπτυχθεί ένα πλήρες σύνταγμα ανταρτών (15ο
Σύνταγμα Πεζικού Καλαμά), με τρεις εμπειροπόλεμες μονάδες (Ι/15, ΙΙ/15, μικτό
ελληνοαλβανικό τάγμα Φιλιατών- Τσαμουριάς) και μια ακόμα πιο πρόσφατα
συγκροτημένη (ΙΙΙ/15). Από τον Ιούνιο του 1944 στο γειτονικό Ζαγόρι, έδρα της
VI Ταξιαρχίας Πεζικού σταθμεύει το ΙΙ/27 τάγμα Κοζάνης (ανήκε στο 27 Σύνταγμα
της IX Μεραρχίας Δυτικής Μακεδονίας), το οποίο αναφέρεται εδώ γιατί είχε
σημαντικό ρόλο στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν.