Οι
βλεφαρίδες δεν είναι διακοσμητικές για τα μάτια, αλλά επιτελούν πολλές και
σημαντικές λειτουργίες. Παρότι είναι φυσιολογικό να χάνουμε μερικές κάθε μέρα,
η αυξημένη απώλειά τους μπορεί να έχει διάφορες αιτίες, άλλοτε τοπικές και
άλλοτε συστηματικές.
Οι
βλεφαρίδες αναπτύσσονται στις άκρες των βλεφάρων για να απομακρύνουν από τα
μάτια τη σκόνη, τις ακαθαρσίες και τα μικρά μόρια που αιωρούνται στον αέρα.
Δρουν επίσης ως σήμα κινδύνου, καθώς είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στην αφή με
αποτέλεσμα να προκαλούν αντανακλαστικό κλείσιμο του ματιού όταν κάποιο ξένο
σώμα το πλησιάσει.
Πιστεύεται
επίσης ότι ρυθμίζουν την ροή του αέρα στην επιφάνεια των ματιών, ώστε να
αποτρέπεται η υπερβολική εξάτμιση των δακρύων και έτσι η ξηρότητα των ματιών.
Δεν αποκλείεται επίσης να μειώνουν λίγο και την υπεριώδη ακτινοβολία του ηλίου
που φθάνει έως την επιφάνειά τους.
Ο μέσος
ενήλικας διαθέτει 100-150 βλεφαρίδες στο άνω βλέφαρο, οι οποίες κατανέμονται σε
δύο-τρεις σειρές. Οι βλεφαρίδες στο κάτω βλέφαρο είναι περίπου οι μισές (50 έως
75) και κατανέμονται σε μία σειρά. Όπως όλες οι τρίχες του ανθρώπινου σώματος,
έτσι και οι βλεφαρίδες ακολουθούν έναν συγκεκριμένο κύκλο ανάπτυξης. Κάθε μία
αναπτύσσεται, πέφτει και αντικαθίσταται με έναν φυσικό κύκλο που διαρκεί 6-10
εβδομάδες.
Όπως
εξηγεί ο δρ Μάρκος Μιχελάκης, Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική
Δερματολογία-Δερματοχειρουργική), είναι φυσιολογικό να χάνει ένας άνθρωπος
μερικές (έως πέντε) βλεφαρίδες την ημέρα. Όταν, όμως, η απώλεια είναι ταχύτερη,
μπορεί να αποτελεί σύμπτωμα υποκείμενου προβλήματος.
«Μία από τις πιο συχνές αιτίες απώλειας των βλεφαρίδων είναι η χρήση ακατάλληλων προϊόντων μακιγιάζ», λέει. «Η συνεχής χρήση αδιάβροχης μάσκαρας, ψεύτικων βλεφαρίδων, extensions βλεφαρίδων ή/και των ειδικών ψαλιδιών που τις λυγίζουν, μπορεί να τους προκαλέσει βλάβες και να επιταχύνει την απώλειά τους. Η απώλεια μπορεί επίσης να σχετίζεται με αλλεργία στη μάσκαρα ή στην κόλλα που χρησιμοποιείται για να τοποθετούνται οι πρόσθετες βλεφαρίδες».
Η
απώλεια των βλεφαρίδων μπορεί επίσης να οφείλεται στην γυροειδή αλωπεκία.
Πρόκειται για μία μορφή αυτοάνοσης τριχόπτωσης, που προκαλεί χαρακτηριστική,
συχνά κυκλική, απώλεια των μαλλιών στο τριχωτό της κεφαλής ή/και σε οποιοδήποτε
άλλο σημείο του σώματος με τρίχες. Η απώλεια των βλεφαρίδων (ή και των φρυδιών)
είναι συχνότερη στις σοβαρότερες μορφές γυροειδούς αλωπεκίας και συνήθως
συνυπάρχει με απώλεια των μαλλιών. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, όμως,
εμφανίζεται μεμονωμένη απώλεια βλεφαρίδων. Υπολογίζεται ότι ποσοστό έως και 2%
του γενικού πληθυσμού εκδηλώνει γυροειδή αλωπεκία, κάποια στιγμή στη ζωή του.
Αν και μπορεί να αναπτυχθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, συνήθως αρχίζει στην παιδική
ή εφηβική.
Οι
παθήσεις του θυρεοειδούς (υπερθυρεοειδισμός, υποθυρεοειδισμός) επίσης μπορεί να
οδηγήσουν στην απώλεια των βλεφαρίδων. Συνήθως όμως αυτό συμβαίνει όταν οι
παθήσεις αυτές είναι σοβαρές και παρατεταμένες. Είναι π.χ. ασύνηθες να
προκληθεί από τον ήπιο (υποκλινικό) υποθυρεοειδισμό ή υπερθυρεοειδισμό ή όταν
αυτά τα προβλήματα αντιμετωπίζονται εγκαίρως και σωστά.
Άλλες,
λιγότερο συχνές αιτίες απώλειας των βλεφαρίδων είναι διάφορα αυτοάνοσα νοσήματα
(π.χ. ψωρίαση, ρευματοειδής αρθρίτιδα, συστηματικός ερυθηματώδης λύκος,
σκληρόδερμα), το χρόνιο στρες, ορμονικές αλλαγές σαν κι αυτές που προκαλεί η
εμμηνόπαυση, ανεπάρκειες θρεπτικών συστατικών και η ακτινοθεραπεία για την
αντιμετώπιση του καρκίνου.
Υπάρχουν
επίσης πολλά φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν απώλεια των τριχών στο σώμα,
συμπεριλαμβανομένων των βλεφαρίδων. «Τα φάρμακα αυτά επεμβαίνουν στον
φυσιολογικό κύκλο ανάπτυξης της τρίχας, συνήθως κατά την αναγενή ή την τελογενή
φάση της», εξηγεί ο κ. Μιχελάκης. «Η αναγενής φάση είναι το στάδιο ανάπτυξης
και η τελογενής το στάδιο της απώλειας και της αντικατάστασης με νέα τρίχα/βλεφαρίδα».
Ανάμεσα στα φάρμακα που μπορεί να οδηγήσουν σε απώλεια των βλεφαρίδων
συμπεριλαμβάνονται χημειοθεραπείες και άλλα φάρμακα που χορηγούνται για την
αντιμετώπιση του καρκίνου, ανοσοκατασταλτικά, αντιυπερτασικά, φάρμακα για τον
θυρεοειδή, για την ακμή και πολλά άλλα.
Η
απώλεια των βλεφαρίδων μπορεί επίσης να οφείλεται στην βλεφαρίτιδα, δηλαδή στη
φλεγμονή στο βλέφαρο που προκαλεί αίσθημα κνησμού (φαγούρα) και καύσου
(κάψιμο). Η βλεφαρίτιδα συνήθως είναι μορφή εκζέματος. Εκδηλώνεται όταν
αποφράσσονται οι σμηγματογόνοι αδένες κοντά στη βάση των βλεφαρίδων και μπορεί
να προκληθεί εξαιτίας αλλεργίας, μόλυνσης ή τραυματισμού.
Άλλη
πιθανή αιτία απώλειας των βλεφαρίδων είναι η τριχοτιλλομανία, μία διαταραχή
κατά την οποία ο πάσχων τραβάει ακούσια τις τρίχες του όταν νιώθει πλήξη, άγχος
ή στρες. Σε σπάνιες περιπτώσεις, εξάλλου, η αιτία της απώλειας είναι ο καρκίνος
του βλεφάρου που μπορεί να διαταράξει την ανάπτυξη των βλεφαρίδων.
«Όταν
υπάρχει ιατρική αιτία για την απώλεια των βλεφαρίδων, η αντιμετώπισή της
συνήθως αποκαθιστά και τις βλεφαρίδες», λέει ο ειδικός. «Το ίδιο και όταν η
αιτία είναι κάποια από τις συνήθειες που προαναφέρθηκαν. Έχουμε όμως στη
διάθεσή μας και μεθόδους που μπορούν να συμβάλλουν στην βελτίωση του
προβλήματος».
Σε κάθε
περίπτωση, «όταν η απώλεια των βλεφαρίδων συμβαίνει και στα δύο μάτια, χάνετε
ταυτοχρόνως τα φρύδια ή/και τα μαλλιά σας, εκδηλώνετε συμπτώματα στα βλέφαρα
όπως ο κνησμός και το κοκκίνισμα, αισθάνεστε πίεση στο μάτι ή διαταράσσεται η
όρασή σας, πρέπει να απευθυνθείτε σε έναν γιατρό», προσθέτει. «Εκείνος θα σας
αξιολογήσει και θα προτείνει την κατάλληλη θεραπεία».