Οι
περισσότερες θεραπείες ομορφιάς είναι πάσης εποχής και παντός καιρού. Υπάρχουν,
όμως, και ορισμένες που «αντιδρούν» στον ήλιο, γεγονός που τις καθιστά κατά
κύριο λόγο «χειμερινές».
Η
περίοδος που διανύουμε έχει τη λιγότερη ηλιοφάνεια, ενώ οι περιορισμοί στην
κυκλοφορία λόγω της πανδημίας, συμβάλλουν στην ελαχιστοποίηση της έκθεσης στην
ηλιακή ακτινοβολία, καθιστώντας την εποχή ιδανική για την εφαρμογή τους.
Πρόκειται
για θεραπείες που αντιμετωπίζουν κυρίως μελάσματα (πανάδες, φακίδες), ρυτίδες,
κηλίδες (marks) στα χέρια, στο σώμα και στο πρόσωπο, υπερκερατώσεις, εξωτερικά
θηλώματα, ραγάδες, ρυτίδες καπνιστών, ουλές (υπερτροφικές, μετατραυματικές,
μετεγκαυματικές, ακμής), χηλοειδή κ.ά.
«Η
αντιμετώπιση των παραπάνω βλαβών γίνεται με τη χρήση μηχανημάτων λέιζερ και RF
(ραδιοσυχνότητες), επιλέγοντας τα κατάλληλα για κάθε περίπτωση προγράμματα. Για
τις πιο μακροχρόνιες βλάβες εφαρμόζονται πιο «επιθετικές» θεραπείες με
μηχανήματα λέιζερ προηγμένης τεχνολογίας ή ακόμα και μηχανήματα που συνδυάζουν
λέιζερ και ραδιοσυχνότητες και δρουν στα βαθύτερα στρώματα του δέρματος.
Επίσης, μπορεί να γίνει χρήση εξωτερικών σκευασμάτων σε υγρή μορφή αλλά και
ενέσιμων θεραπειών με βιταμίνες και ιχνοστοιχεία», αναφέρει η δρ Αναστασία
Σεφέρη–Δανιήλ, MD, PhD, Πλαστική Χειρουργός στο Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ, μέλος της
Ελληνικής Εταιρείας Πλαστικής Επανορθωτικής και Αισθητικής Χειρουργικής
(HESPRAS).
Ανάλογα
με το εύρος και το βάθος της βλάβης, οι θεραπείες μπορεί να εφαρμοστούν μόνες
τους ή σε συνδυασμό και να ολοκληρωθούν σε μία ή περισσότερες συνεδρίες.
«Οι
βλάβες αυτές συχνά είναι αθροιστικές. Με την πάροδο των χρόνων το πρόβλημα
γίνεται βαθύτερο και εντονότερο και για να αντιμετωπιστεί, απαιτείται πιο
επιθετική θεραπεία.
Εάν
μετά την εφαρμογή της το δέρμα εκτεθεί στο φως, παρότι η βλάβη έχει
αντιμετωπιστεί, μπορεί να δημιουργηθεί ερύθημα ή σκιά, κατά συνέπεια το
αποτέλεσμα δεν θα είναι το επιθυμητό. Οπότε συνιστάται να εφαρμόζονται κατά
τους χειμερινούς μήνες, από το Νοέμβριο μέχρι το Φεβρουάριο, έτσι ώστε αφενός
να μην εκτεθεί το δέρμα αμέσως στον ήλιο, αφετέρου να έχει ολοκληρωθεί η
θεραπεία μέχρι να έρθει η άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο εγκλεισμός που επιβάλλεται
για τον έλεγχο της επιδημίας του νέου κορωνοϊού καθιστά πιο εύκολη την
αποθεραπεία. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση αντηλιακού υψηλής προστασίας είναι
απαραίτητη σε κάθε έξοδο από το σπίτι», εξηγεί η δρ Σεφέρη – Δανιήλ.
Δυσχρωμίες
Η
αντιμετώπιση των δυσχρωμιών, σήμερα γίνεται με τη χρήση μηχανημάτων (λέιζερ και
ραδιοσυχνότητες) και ενέσιμης μεσοθεραπείας.
Τα
μηχανήματα εξαχνώνουν την στοιβάδα του δέρματος όπου εντοπίζεται το πρόβλημα,
αφαιρώντας παράλληλα το πλεόνασμα της μελανίνης. Τα τελευταίας γενιάς
μηχανήματα αντιμετωπίζουν τις δυσχρωμίες γρήγορα και χωρίς να αφήνουν σημάδια,
επιτρέποντας έτσι την άμεση επιστροφή στις καθημερινές δραστηριότητες.
Ωστόσο,
η κατάσταση του δέρματος στην περιοχή από την οποία αφαιρείται μελανίνη δεν
είναι ίδια με αυτή στη γειτνιάζουσα περιοχή. Επειδή ο ήλιος ευνοεί την παραγωγή
μελανίνης, η έκθεση σε αυτόν μετά τη θεραπεία μπορεί να προκαλέσει εκ νέου
βλάβη.
«Όταν
αντιμετωπίζουμε μία πανάδα, μία υπερκεράτωση ή κηλίδες το «φρέσκο» δέρμα αποκτά
μία ροζ απόχρωση, αλλά στην υπόλοιπη επιφάνεια, έχει το φυσιολογικό του χρώμα.
Εάν το «φρέσκο» δέρμα εκτεθεί σε έντονη ηλιοφάνεια, όπως αυτή της άνοιξης και
του καλοκαιριού, για να προστατευθεί θα κάνει παραγωγή μελανίνης. Έτσι, εάν
έχει αφαιρεθεί μεγάλο στρώμα μελανίνης, θα παρουσιαστεί στο σημείο εκείνο μία
σκιά και το αισθητικό αποτέλεσμα δεν θα είναι το καλύτερο δυνατό», εξηγεί η δρ
Σεφέρη Δανιήλ.
Χημικό
πίλινγκ
Η
έκθεση στον ήλιο μετά από χημικό πίλινγκ μπορεί, επίσης, να προκαλέσει
αντίδραση. Με την εφαρμογή του αφαιρείται η ανώτερη στοιβάδα του δέρματος και
το «φρέσκο» και ευαίσθητο δέρμα μένει ακάλυπτο. Με την έκθεση στην ηλιακή
ακτινοβολία μπορεί να προκληθεί φωτοαλλεργία και ερεθισμός ή ακόμα και έγκαυμα.
Αποτρίχωση
με λέιζερ
Η
χειμερινή περίοδος είναι κατάλληλη και για τη ριζική αποτρίχωση με λέιζερ,
καθώς το δέρμα έχει επανακτήσει την κανονική του απόχρωση, μετά το καλοκαιρινό
μαύρισμα. Η εφαρμογή του λέιζερ αποτρίχωσης σε μαυρισμένο δέρμα μπορεί να
προκαλέσει αποχρωματισμό της επιδερμίδας, δημιουργώντας «μπαλώματα» ή ακόμα και
σοβαρά εγκαύματα.
Επιπλέον,
η έναρξη της θεραπείας κατά τους χειμερινούς μήνες επιτρέπει την ολοκλήρωση του
θεραπευτικού πλάνου μέχρι το καλοκαίρι.