Στο εδώλιο του κατηγορουμένου ο Αν. Ναστούλης τότε αστυνομικός διευθυντής Ιωαννίνων, ο Ι. Δρόσος τότε αστυνομικός υποδιευθυντής και ο Σπ. Πανταζής τότε διοικητής του Τμήματος Μεταγωγών από το οποίο έγινε η μεταγωγή του Ρώσου κακοποιού Μαξίμ Ζελίν, που σκότωσε εν ψυχρώ στην Τρυγώνα τους δύο αστυνομικούς Κ. Βλαχοπάνο και Δημ. Κώτση, για να βρεθεί και αυτός μετά από λίγες ημέρες νεκρός δίπλα σε παραπόταμο της περιοχής, όπου κρυβόταν για μέρες.
Η εκδίκαση ξεκίνησε με την απόρριψη της ένστασης που κατέθεσε η υπεράσπιση του κ. Πανταζή, που ζητούσε να ακυρωθεί η διαδικασία, με το αιτιολογικό πως το απαλλακτικό βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ιωαννίνων το 2007 έκρινε αμετάκλητα την υπόθεση με την εξέταση της κατηγορίας για παράβαση καθήκοντος.
Την άποψη, ότι υφίσταται δεδικασμένο στην υπόθεση λόγω του εν λόγω βουλεύματος εξέφρασε ο Εισαγγελέας της έδρας, κάτι όμως που δεν έκρινε και το δικαστήριο και η δίκη ξεκίνησε κανονικά και με τους τρεις κατηγορούμενους από τις οικογένειες των δύο θυμάτων, με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Πρώτη κατέθεσε η μεγάλη κόρη του αστυνομικού Βλαχοπάνου, Ελένη, που μετέφερε το κλίμα που επικρατούσε στο σπίτι της οικογένειας το προηγούμενο διάστημα του τραγικού περιστατικού, λέγοντας πως ο πατέρας της μιλούσε συχνά για τα προβλήματα και την ανησυχία που υπήρχε για κάποιο σοβαρό περιστατικό, λόγω της έλλειψης μέτρων ασφαλείας.
Εμφανώς συγκινημένη και με τρεμάμενη φωνή κατέθεσε η σύζυγος του Κ. Βλαχοπάνου, Δήμητρα, που υποστήριξε, ότι όλοι γνώριζαν τα προβλήματα που υπήρχαν στο Τμήμα Μεταγωγών και υπενθύμισε και την αναφορά ενός ανθυπαστυνόμου για τις συνθήκες που γίνονταν οι μεταγωγές, αλλά και την παρέμβαση του συνδικαλιστικού σωματείου προς την αστυνομική διεύθυνση, αλλά ακόμη και τον υπαρχηγό τότε της ΕΛ.ΑΣ σε επίσημη επίσκεψή του στα Γιάννινα.
«Τους έστειλαν σαν τα σκυλιά στο αμπέλι. Δεν έχω θυμό, αλλά μόνο παράπονο για αυτούς τους ανθρώπους. Όλοι γνώριζαν ποιος ήταν ο Ρώσος και κανείς δεν ήθελε να πάει. Υπήρχαν γκρίνιες στην υπηρεσία και ο άνδρας μου, μάς έλεγε, ότι ο καθένας κάνει ό,τι θέλει», σημείωσε η χήρα Βλαχοπάνου.
Ακολούθως κατέθεσαν τα αδέλφια του Κ. Κώτση, Γεώργιος και Κωνσταντίνος, όπως και η μικρή κόρη του Κ. Βλαχοπάνου, Ευαγγελία.
«Από τότε που χάθηκε ο μπαμπάς μου, βλέπουμε να γίνονται οι μεταγωγές με ένα ή και δύο περιπολικά συνοδεία. Τότε όμως δεν είχαν στείλει κανένα», τόνισε με δάκρυα στα μάτια, ενώ ιδιαίτερη ήταν η στιγμή που υπέβαλε ερωτήσεις για την κατάσταση που επικρατούσε τότε στο Μεταγωγών, ο τότε διοικητής κ. Πανταζής.
Περισσότερο από μία ώρα διήρκεσε η κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης, αξιωματικού εν ενεργεία στην ΑΔ Άρτας Κωνσταντίνου Σκούμα, που υποστήριξε, ότι εάν οι θανόντες είχαν λάβει τα προβλεπόμενα μέτρα αυτοπροστασίας, δε θα είχε γίνει το κακό.
Οι αναφορές του μάρτυρα για τον τρόπο και τη διαδικασία που προβλέπονται για τις μεταγωγές προκάλεσαν δεκάδες ερωτήσεις από την Πολιτική Αγωγή και εκεί έγινε η υπόμνηση και της αναφοράς ανθυπαστυνόμου του Μεταγωγών, τρεις μήνες πριν το συμβάν, για τα ελλιπή μέρα ασφαλείας, όπως και της απάντησης του κ. Ναστούλη, στην οποία τονιζόταν πως καλό θα είναι να αποφεύγονται τέτοιου είδους αναφορές προς αποφυγή διενέργειας πειθαρχικού ελέγχου.
Η δίκη συνεχίζεται το πρωί με τις καταθέσεις και άλλων μαρτύρων.
ΠΗΓΗ: http://epirusonline.gr/