Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν βιώσει την αγωνία
που προκαλεί ένα δυνατό κτύπημα του μεγάλου δακτύλου του ποδιού σε ένα έπιπλο ή
το πιάσιμο ενός δακτύλου του χεριού σε μια πόρτα που κλείνει απότομα. Το
επακόλουθο μπορεί να είναι ένα μελανιασμένο νύχι, το οποίο χρειάζεται ειδική
φροντίδα και υπομονή έως ότου επανέλθει στη φυσική του κατάσταση.
«Οι περισσότεροι τραυματισμοί επηρεάζουν την
ονυχαία πλάκα (το σκληρό τμήμα του νυχιού) και τους υποκείμενους ιστούς. Η
ανάπτυξη αιματώματος (μελάνιασμα) είναι συχνή συνέπεια. Μπορεί όμως να
παρατηρηθούν και άλλες, όπως ράγισμα της ονυχαίας πλάκας ή ακόμα και πτώση του
νυχιού αμέσως ή εβδομάδες αργότερα», επισημαίνει ο δρ Μάρκος
Μιχελάκης, Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος στον ΕΔΟΕΑΠ.
Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύουν πολλοί, το
μελάνιασμα δεν αναπτύσσεται πάνω στο νύχι, αλλά κάτω από αυτό. «Το υπονύχιο
αιμάτωμα εκδηλώνεται όταν ένας τραυματισμός προκαλέσει θλάση στην ονυχοφόρο
φάλαγγα ενός ή περισσότερων δακτύλων, οδηγώντας στη συλλογή αίματος μεταξύ της
ονυχαίας πλάκας και της μήτρας του νυχιού. Η μήτρα είναι το τμήμα στη βάση του
νυχιού (προς την άρθρωση της ονυχοφόρου φάλαγγας), από το οποίο, αυτό
αναπτύσσεται. Το αιμάτωμα οφείλεται σε ρήξη των τριχοειδών αιμοφόρων αγγείων
της περιοχής», εξηγεί ο κ. Μιχελάκης.
Το υπονύχιο αιμάτωμα μπορεί να είναι εξαιρετικά
επώδυνο τις πρώτες ημέρες μετά τον τραυματισμό, επειδή δεν υπάρχει χώρος
«διαφυγής» του αίματος που συσσωρεύεται. Σε αυτό το στάδιο είναι απαραίτητο να
απευθυνθεί ο πάσχων στον δερματολόγο ιατρό για να παροχετευθεί το αιμάτωμα.
«Αν δείτε αίμα ή μελάνιασμα κάτω από το νύχι μετά από έναν τραυματισμό, ζητήστε ιατρική συμβουλή μέσα σε 48 ώρες», συνιστά ο ειδικός. «Ο δερματολόγος ιατρός θα κάνει διάτρηση του νυχιού και θα παροχετεύσει το αιμάτωμα, γλιτώνοντάς σας από πολλά προβλήματα».
Το πρώτο δεινό που θα αποφευχθεί είναι η συνέχιση
του πόνου, ο οποίος συνήθως δεν οφείλεται στον τραυματισμό καθαυτό, αλλά στο
παγιδευμένο αίμα, που ασκεί πίεση στα νεύρα της περιοχής. Ο πόνος μπορεί να
είναι αφόρητος και να εμποδίζει την εκτέλεση καθημερινών δραστηριοτήτων.
Δίχως άμεση παροχέτευση, τα πιεσμένα νεύρα μπορεί
να χρειασθούν εβδομάδες για να επανέλθουν στην αρχική κατάσταση. Με την
διάτρηση του νυχιού, όμως, αυτό θα συμβεί σε λίγα λεπτά. Η διαδικασία της
διάτρησης είναι ανώδυνη, επειδή το νύχι δεν έχει νευρικές απολήξεις. Χωρίς την
παροχέτευση, το αιμάτωμα μπορεί να πήξει, δημιουργώντας μία μάζα κάτω από το
νύχι, και να επιμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
«Μετά τη διάτρηση, πρέπει να φροντίζετε το νύχι
ώστε να είναι καθαρό και στεγνό. Να αποφύγετε το αφρόλουτρο, το παρατεταμένο
ντους και το κολύμπι έως ότου σας πει ο θεράπων ιατρός ότι μπορείτε να το
κάνετε», συνιστά ο κ. Μιχελάκης. «Αν εκτεθεί πρόωρα το νύχι σε πολύ νερό,
υπάρχει κίνδυνος μολύνσεως».
Ένας άλλος κίνδυνος όταν δεν αντιμετωπίζεται
αμέσως το υπονύχιο αιμάτωμα είναι να μην γίνει εγκαίρως αντιληπτό τυχόν κάταγμα
της ονυχοφόρου φάλαγγας του δακτύλου ή κάποια ρήξη στη μήτρα του νυχιού.
Το κάταγμα σε ένα μικρό οστό του δακτύλου δύσκολα
θα γίνει αντιληπτό χωρίς ακτινογραφία. Είναι πιθανότερο όταν το υπονύχιο
αιμάτωμα είναι εκτεταμένο. Χωρίς την κατάλληλη φροντίδα, ακόμα και τα μικρά
κατάγματα μπορεί να μην επουλωθούν σωστά. Αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια να
μην λειτουργεί πια το προσβεβλημένο δάκτυλο φυσιολογικά ή να αναπτυχθεί
μακροχρόνιος πόνος.
Αντίστοιχα, αν υπάρχει ρήξη στη μήτρα του νυχιού
μετά από έντονο τραυματισμό, μπορεί να χρειαστεί συρραφή με ράμματα. Αυτό είναι
απαραίτητο διότι η βλάβη σε αυτήν επηρεάζει την ανάπτυξη του νυχιού και μπορεί
να απομείνετε με ένα νύχι εντελώς διαφορετικό από το φυσιολογικό. Αν δεν γίνει
θεραπεία μπορεί, λ.χ., να αναπτυχθεί μόνιμη παραμόρφωση, απώλεια του
φυσιολογικού περιγράμματος και σχήματος ή μόνιμη πάχυνση του νυχιού. Ο κίνδυνος
αυτός σχετίζεται συνήθως με τα μεγάλα υπονύχια αιματώματα (αυτά που καλύπτουν
σχεδόν ολόκληρη την επιφάνεια κάτω από το νύχι).
Το υπονύχιο αιμάτωμα μπορεί επίσης να προκαλέσει
βλάβες στα νεύρα της περιοχής, με συνέπεια μακροχρόνια συμπτώματα, όπως το
«μυρμήγκιασμα», η αδυναμία και ο πόνος. Όταν οι βλάβες των νεύρων είναι μικρές,
μπορεί να αντιμετωπιστούν με ανάπαυση και ειδικό νάρθηκα. Οι πιο μεγάλες ή
επιπλεγμένες βλάβες μπορεί να χρειασθούν φυσιοθεραπεία ή ακόμα και χειρουργική
αποκατάσταση, αν και αυτό συμβαίνει σπάνια.
Ένας άλλος κίνδυνος είναι η απώλεια του νυχιού.
Αυτή μπορεί να συμβεί κατά τον τραυματισμό ή καιρό αργότερα. Αν δείτε το νύχι
να αποκολλάται από τη βάση του, μην προσπαθήσετε να το αφαιρέσετε μόνοι σας.
Προσπαθήστε να το επαναφέρετε απαλά στη θέση του, τυλίξτε το προστατευτικά με
μια καθαρή γάζα και πηγαίνετε αμέσως στον ιατρό για να το φροντίσει. Αν
χρειαστεί αφαίρεση, θα το κάνει ο ίδιος ο ιατρός με ασφαλή τρόπο.
Μετά τον τραυματισμό του νυχιού, εκτός από την
άμεση ιατρική συμβουλή, πολύ σημαντικό είναι ακόμα να έχετε το νου σας για
τυχόν συμπτώματα που υποδηλώνουν μόλυνση. Αυτό είναι πιθανότερο να συμβεί αν
έχει ραγίσει ή αποκολληθεί η ονυχαία πλάκα. Συμβουλευθείτε αμέσως τον ιατρό
σας, αν δείτε το δέρμα του δακτύλου να κοκκινίζει ή να αναπτύσσει κόκκινες
ραβδώσεις, αν το νύχι ή το παρακείμενο δέρμα είναι ζεστό όταν το αγγίζετε, αν
αναπτύξετε πρήξιμο ή ανυπόφορο πόνο ή/και αν παρουσιάσετε πυρετό ή αισθάνεστε
άρρωστοι.
«Σε κάθε περίπτωση, να θυμάστε πως μετά από έναν
τραυματισμό του νυχιού, μπορεί να χρειασθούν πολλοί μήνες έως ότου
αποκατασταθεί πλήρως η βλάβη. Τα νύχια των χεριών μεγαλώνουν κατά περίπου 3,5
χιλιοστά τον μήνα, ενώ εκείνα των ποδιών κατά 1 χιλιοστό. Επομένως, μπορεί να
χρειασθούν 6-12 μήνες για να αντικατασταθεί ολόκληρο το νύχι και να δείτε αν
έχει μόνιμη βλάβη ή όχι.
Σημειώνεται πως η άμεση ιατρική συμβουλή είναι
απαραίτητη και όταν αναπτύσσεται μελάνιασμα στο νύχι χωρίς να έχει προηγηθεί
τραυματισμός. Οι αγνώστου προελεύσεως αποχρωματισμοί των νυχιών μπορεί να είναι
ανώδυνοι σπίλοι ή να υποκρύπτουν κάποια πάθηση που χρειάζεται άμεση θεραπεία,
συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του δέρματος», καταλήγει ο κ. Μιχελάκης.