Ανεπιφύλακτα
συστήνεται η χρήση χειρουργικής μάσκας για την προστασία από τον νέο κορωνοϊό
σε ανθρώπους που έχουν υποβληθεί σε ρινοπλαστική.
Ιδιαίτερα εκείνοι που έχουν χειρουργηθεί με σύγχρονες μεθόδους όπου δεν πραγματοποιούνται μεγάλες οστεοτομίες, η μάσκα μπορεί να τοποθετηθεί στο πρόσωπο από την επόμενη ημέρα, ακολουθώντας συγκεκριμένες οδηγίες.
Για όσους έχουν χειρουργηθεί εβδομάδες ή και μήνες πριν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας, καθώς οι δομές έχουν πλέον σταθεροποιηθεί και δεν επηρεάζονται από την ήπια πίεση, όση δηλαδή ασκείται κατά τη χρήση της απλής χειρουργικής ή υφασμάτινης μάσκας.
Ιδιαίτερα εκείνοι που έχουν χειρουργηθεί με σύγχρονες μεθόδους όπου δεν πραγματοποιούνται μεγάλες οστεοτομίες, η μάσκα μπορεί να τοποθετηθεί στο πρόσωπο από την επόμενη ημέρα, ακολουθώντας συγκεκριμένες οδηγίες.
Για όσους έχουν χειρουργηθεί εβδομάδες ή και μήνες πριν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας, καθώς οι δομές έχουν πλέον σταθεροποιηθεί και δεν επηρεάζονται από την ήπια πίεση, όση δηλαδή ασκείται κατά τη χρήση της απλής χειρουργικής ή υφασμάτινης μάσκας.
«Τους
τελευταίους μήνες, από τότε που ο κορωνοϊός SARS-CoV-2 και η πάθηση Covid-19
που προκαλεί, έχει μπει στη ζωή μας, η ανάγκη για χρήση προστατευτικής μάσκας
έχει επεκταθεί σε όλον τον πληθυσμό.
Είναι, λοιπόν, εύλογες ορισμένες απορίες σχετικά με τη χρήση της σε ανθρώπους που έχουν υποβληθεί σε ρινοπλαστική ή σκέφτονται να το πράξουν τους επόμενους μήνες, διότι η μάσκα ακουμπά ή στερεώνεται πάνω στη μύτη.
Παρά την πεποίθηση πολλών ότι η χρήση της θα βλάψει το αποτέλεσμα της επέμβασης, η πραγματικότητα δεν είναι αυτή.
Η προσεκτική τοποθέτηση και αφαίρεσή της δεν επηρεάζει το μετέπειτα αισθητικό αποτέλεσμα», επισημαίνει ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Είναι, λοιπόν, εύλογες ορισμένες απορίες σχετικά με τη χρήση της σε ανθρώπους που έχουν υποβληθεί σε ρινοπλαστική ή σκέφτονται να το πράξουν τους επόμενους μήνες, διότι η μάσκα ακουμπά ή στερεώνεται πάνω στη μύτη.
Παρά την πεποίθηση πολλών ότι η χρήση της θα βλάψει το αποτέλεσμα της επέμβασης, η πραγματικότητα δεν είναι αυτή.
Η προσεκτική τοποθέτηση και αφαίρεσή της δεν επηρεάζει το μετέπειτα αισθητικό αποτέλεσμα», επισημαίνει ο πλαστικός χειρουργός προσώπου – ΩΡΛ Δρ. Γεώργιος Μοιρέας.
Προσοχή
όμως! Δεν είναι όλες οι μάσκες το ίδιο. Υπάρχουν ορισμένες που είναι σκληρές,
από υλικά που δεν μπορούν να ακολουθήσουν σωστά την ανατομία της μύτης, οπότε
στερεώνονται μόνο με πολύ τεντωμένα λάστιχα πίσω από τα αυτιά, ή είναι πολύ
σφιχτές, από ελαστικά υφάσματα και την πιέζουν. Τέτοιου είδους μάσκες δεν
επιτρέπονται.
Επίσης,
στις χειρουργικές μάσκες, καθώς και σε κάποιες ακόμη, το σχετικά εύκαμπτο
μεταλλικό στοιχείο, το οποίο έχουν στην επάνω άκρη τους, διαμορφώνεται όχι μόνο
για να αγκαλιάζει απαλά τη μύτη αλλά και για να συγκρατεί τα σταγονίδια στην
εξωτερική επιφάνεια της μάσκας, εμποδίζοντάς τα να εισέλθουν στον οργανισμό. Η
αναπνοή είναι ευχερής και ο ασθενής δεν έχει πρόβλημα χρήσης τους, ακόμη και
για πολλές ώρες. Του επιτρέπει δε να βλέπει προς τα κάτω, να κινείται άνετα και
να αποφύγει τυχόν πτώση. Η προτίμηση του συγκεκριμένου είδους είναι ασφαλής,
αρκεί να τοποθετείται προσεκτικά και χωρίς βιασύνη. Διαφορετικά μπορεί ο
ασθενής να τραυματιστεί από τον ίδιο τον εαυτό του, αν και η πιθανότητα αυτή
είναι πολύ μικρή. Όπως προειδοποιεί ο Δρ. Μοιρέας, ο χειρουργημένος ασθενής
πρέπει να ακουμπάει απαλά τη μάσκα και να πιέζει τα πλαϊνά του ελάσματος κατά
την αρχική τοποθέτηση, ώστε να αγκαλιάσει τη μύτη. Ιδιαίτερα προσεκτικός θα
πρέπει να είναι τις πρώτες 4-6 ημέρες μετά την επέμβαση που φορά για ένα
ναρθηκάκι, στον τρόπο με τον οποίο την αφαιρεί ώστε να μην το παρασύρει.
«Η
έναρξη εκτέλεσης προγραμματισμένων χειρουργικών επεμβάσεων, η διεξαγωγή των
οποίων είχε ανασταλεί κατά τους προηγούμενους δύο μήνες τόσο λόγω μείωσης της
προσφοράς αίματος εξαιτίας των κρουσμάτων εποχικής γρίπης όσο και για λόγους
επαγρύπνησης σχετικά με τον νέο κορωνοϊό, έρχεται σε μια εποχή που οι
κλιματικές συνθήκες ευνοούν τις πλαστικές επεμβάσεις στη μύτη. Μάλιστα, η
άνοιξη και η αρχή του καλοκαιριού είναι ιδανική περίοδος για αισθητικές και
λειτουργικές ρινοπλαστικές. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι πιθανότητες νόσησης από
κάποιον ιό είναι πολύ μικρότερες απ’ ότι το χειμώνα, οπότε και τα φτερνίσματα
και η ανάγκη για φύσημα της μύτης, τα οποία πρέπει να αποφεύγονται
μετεγχειρητικά», μας εξηγεί.
Η
καλοκαιρινή ζέστη δεν αποτελεί πρόβλημα κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης, αρκεί
να ακολουθούνται μερικές απλές συμβουλές, όπως η χρήση αντηλιακού, η προστασία
από τον έντονο μεσημεριανό ήλιο και η αποφυγή γυαλιών, για όσο χρόνο υποδείξει
ο χειρουργός, κάτι που εξαρτάται από το είδος της επέμβασης στη μύτη και τη
μέθοδο με την οποία αυτή έχει γίνει. Σαφώς, όταν η ρινοπλαστική έχει
πραγματοποιηθεί με υπερήχους (piezo), με τους οποίους δεν υπάρχει ανάγκη για
εκτεταμένο σπάσιμο και μετακίνηση οστών, τότε η ανάρρωση είναι ταχύτερη, οπότε
η απαγόρευση χρήσης γυαλιών χρονικά περιορισμένη.
Εξάλλου,
την άνοιξη οι άνθρωποι είναι αποφασισμένοι να αποκτήσουν την καλοκαιρινή
εμφάνιση, βελτιώνοντας τα χαρακτηριστικά του σώματος και του προσώπου τους. Η
εποχή αυτή προσφέρει επίσης τις ιδανικές θερμοκρασίες που δεν είναι ούτε πολύ
κρύες ούτε πολύ ζεστές για να αναρρώσει ο ασθενής. Μετά το πέρας των μαθημάτων,
οι καθηγητές αλλά και οι φοιτητές μπορούν να επωφεληθούν από το καλοκαιρινό
διάλειμμα και να κάνουν ρινοπλαστική πριν προετοιμαστούν για το νέο εξάμηνο.
Γενικά, υπάρχει λιγότερο άγχος και περισσότερος ελεύθερος χρόνος για ανάρρωση,
καθώς είναι εφικτός ο προγραμματισμός των διακοπών μετά την επέμβαση.
Επιπλέον,
«η απομάκρυνση από την εργασία, τη σχολή ή το πανεπιστήμιο χαρίζει στον ασθενή
τον χρόνο ώστε να υποχωρήσει και η παραμικρή επιφύλαξη για την πραγματοποίηση
της προγραμματισμένης επέμβασης. Έτσι, οι συνάδελφοι/συμφοιτητές ναι μεν θα
παρατηρήσουν τη βελτίωση της εμφάνισης μετά το καλοκαίρι, αλλά πιθανότατα δεν
θα είναι σε θέση να αντιληφθούν ότι έχει γίνει κάποια χειρουργική επέμβαση -
και αυτό είναι το σημάδι μιας επιτυχημένης ρινοπλαστικής», καταλήγει ο Δρ.
Γεώργος Μοιρέας.