Εν μέσω περιοριστικών μέτρων για την προστασία από
τον νέο κορωνοϊό, αυξημένος είναι ο κίνδυνος πτώσεων και καταγμάτων στους
ηλικιωμένους. Η παρατεταμένη καθιστική ζωή και η κακή διατροφή είναι άρρηκτα
συνδεδεμένες με την απώλεια μυïκής μάζας και την εμφάνιση αδυναμίας, επιπτώσεις
που είναι πιθανό να οδηγήσουν σε έλλειψη ισορροπίας και τροποποίηση του τρόπου
βάδισης.
Αυτές οι αλλαγές γίνονται πολλές φορές αιτίες πτώσεων, με συχνά πολύ δυσμενείς επιπτώσεις για τον ηλικιωμένο και τους οικείους του.
Αυτές οι αλλαγές γίνονται πολλές φορές αιτίες πτώσεων, με συχνά πολύ δυσμενείς επιπτώσεις για τον ηλικιωμένο και τους οικείους του.
«Στατιστικά, περίπου το ένα τρίτο των μεγαλύτερων
ενηλίκων πέφτει τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.
Οι πτώσεις έχουν συχνά ως συνέπεια τη σωματική αναπηρία, την απώλεια αυτοεξυπηρέτησης, την εμφάνιση και άλλων νοσημάτων που μπορεί να προκαλέσουν τον εγκλεισμό του πάσχοντα σε κάποιο ίδρυμα ή ακόμα και απώλεια της ίδιας του της ζωής.
Εξαιτίας τους στην Ευρώπη πεθαίνουν πάνω από 50.000 άνθρωποι ετησίως», επισημαίνει ο ορθοπαιδικός χειρουργός Δρ. Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Διευθυντής Ορθοπαιδικής Κλινικής και Διευθυντής του Τμήματος Αναίμακτης Ορθοπαιδικής Χειρουργικής του Ιατρικού Ομίλου Αθηνών, Κλινική Περιστερίου.
Οι πτώσεις έχουν συχνά ως συνέπεια τη σωματική αναπηρία, την απώλεια αυτοεξυπηρέτησης, την εμφάνιση και άλλων νοσημάτων που μπορεί να προκαλέσουν τον εγκλεισμό του πάσχοντα σε κάποιο ίδρυμα ή ακόμα και απώλεια της ίδιας του της ζωής.
Εξαιτίας τους στην Ευρώπη πεθαίνουν πάνω από 50.000 άνθρωποι ετησίως», επισημαίνει ο ορθοπαιδικός χειρουργός Δρ. Δημήτρης Τριανταφυλλόπουλος, Διευθυντής Ορθοπαιδικής Κλινικής και Διευθυντής του Τμήματος Αναίμακτης Ορθοπαιδικής Χειρουργικής του Ιατρικού Ομίλου Αθηνών, Κλινική Περιστερίου.
Η προχωρημένη ηλικία, το γυναικείο φύλο, η νοητική έκπτωση, η κινητικότητα και το βάδισμα αποτελούν τις κυριότερες αιτίες που χάνουν την ισορροπία τους. Ακόμα και ο φόβος για μια πτώση, έχει σοβαρές επιπτώσεις, καθώς περιορίζει τις κοινωνικές δραστηριότητές τους, οξύνοντας ουσιαστικά το πρόβλημα. Επιπλέον, οι ηλικιωμένοι που έχουν βιώσει μια πτώση αναφέρουν αυξημένο άγχος, κατάθλιψη και μειωμένη ποιότητα ζωής.
Ένας από τους δυνητικά τροποποιήσιμους παράγοντες
κινδύνου είναι η σαρκοπενία. Η πάθηση αυτή αν και εμφανίζεται συχνότερα σε ηλικιωμένους δεν αποκλείεται να ξεκινήσει
από την ηλικία των 40-45 ετών. Οι συμπεριφορές του τρόπου ζωής, όπως η σωματική
αδράνεια και η κακή διατροφή, είναι σημαντικοί παράγοντες για την απώλεια
μυϊκής μάζας και δύναμης σε οποιαδήποτε ηλικία.
Όπως μας εξηγεί ο Δρ. Τριανταφυλλόπουλος, η
σαρκοπενία συνεπάγεται τη μείωση των κινητικών νευρώνων, με σημαντικές
αρνητικές επιπτώσεις στη μυϊκή μάζα, τη δύναμη και τη σωματική απόδοση, με
επιπτώσεις στην ταχύτητα βάδισης, στην αντοχή και την ισορροπία των
ηλικιωμένων. Επίσης, τα άτομα με σαρκοπενία μπορεί να πάσχουν από
ενδοκρινοπάθεια ή να τρέφονται ανεπαρκώς, παράγοντες σημαντικοί για την
εμφάνιση της πάθησης.
«Η πολυήμερη παραμονή στο σπίτι που έχει επιβληθεί
για την προστασία όλων μας, αλλά κυρίως των ατόμων αυτής της ηλικίας, έχει και
ορισμένες αρνητικές επιπτώσεις. Έχει ελαχιστοποιήσει την άσκηση, έχει
δημιουργήσει άγχος, φόβο αλλά και κατάθλιψη, παράγοντες που προδιαθέτουν για
άρνηση εκτέλεσης ακόμα και των καθημερινών δραστηριοτήτων εντός σπιτιού.
Επιπλέον, έχει αφαιρέσει τη δυνατότητα των ηλικιωμένων να απολαμβάνουν τον
ήλιο, ο οποίος είναι το κύριο μέσο “εφοδιασμού” του οργανισμού με βιταμίνη D, η
οποία σχετίζεται τόσο με τη συχνότητα των πτώσεων όσο και με τη δυσλειτουργία
της ισορροπίας, αφού εκτός της ρύθμισης του μεταβολισμού του ασβεστίου και των
φωσφορικών, η βιταμίνη αυτή παίζει ρόλο και στην υγεία των μυών και του
νευρικού συστήματος», επισημαίνει ο Δρ. Τριανταφυλλόπουλος.
Η σαρκοπενία συνδέεται στενά με τη συχνότητα
εμφάνισης αδυναμίας, ένα άλλο γηριατρικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από
μειωμένα ομοιοστατικά αποθέματα, εκθέτοντας έτσι το άτομο σε αυξημένο κίνδυνο
αρνητικών συμβάντων που σχετίζονται με την υγεία. Τα άτομα με σαρκοπενία είναι
λιγότερο ευκίνητα και ευλύγιστα και έχουν καθυστερημένο χρόνο αντίδρασης,
γεγονός που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για τραυματισμούς που οφείλονται σε
πτώση.
Τέλος, η παρατεταμένη ακινησία ή η περιορισμένη
κίνηση μειώνει τη μυϊκή μάζα, ενώ παράλληλα αυξάνει την ποσότητα του λίπους στο
σώμα, το οποίο δυσκολεύει ακόμα περισσότερο τους ασθενείς να κινηθούν,
δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο.
Ως εκ τούτου, η σαρκοπενία αποτελεί παράγοντα
κινδύνου για πτώσεις στους ηλικιωμένους. Η επιβεβαίωση της σχέσης έχει
αποδειχθεί από πολλές μελέτες. Μια από τις πιο πρόσφατες ανασκοπήσεις σε
τριάντα έξι μελέτες, στις οποίες συμμετείχαν 52.838 άτομα, επιβεβαίωσε τη
θετική σχέση μεταξύ της σαρκοπενίας, των πτώσεων και των καταγμάτων.
«Ο συνδυασμός οστεοπόρωσης και σαρκοπενίας αυξάνει
κατακόρυφα τον κίνδυνο πτώσεων και καταγμάτων. Γι’ αυτό όσο διαρκούν τα μέτρα
για τον νέο κορωνοϊό, οι ηλικιωμένοι (και όχι μόνο) θα πρέπει να βρίσκουν
διαρκώς λόγους κίνησης μέσα στο σπίτι. Οι δουλειές του νοικοκυριού αποτελούν
μια εξαιρετική άσκηση για τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, όπως και η κηπουρική
για όσους έχουν έναν μικρό κήπο ή μια βεράντα γεμάτη με φυτά. Η δραστηριότητα
αυτή θα αυξήσει και την έκθεσή τους στον ήλιο και έτσι θα βοηθηθεί ο οργανισμός
στη σύνθεση της βιταμίνης D. Εναλλακτικά, θα μπορούσαν να συζητήσουν με τον
γιατρό τους τη λήψη συμπληρωμάτων. Όταν τα μέτρα αρθούν και γι’ αυτούς, θα
μπορούσαν να ενταχθούν σε προγράμματα φυσικοθεραπείας και, αναλόγως της
ηλικίας, σε προγράμματα ενδυνάμωσης των μυών (βάρη), ήπιας αερόβιας άσκησης και
ασκήσεων ισορροπίας. Έχει διαπιστωθεί ότι η άσκηση μειώνει τον κίνδυνο πτώσεων
κατά 23%!
Με αυτόν τον τρόπο θα μειώσουν τον κίνδυνο πτώσεων
και καταγμάτων, που τις περισσότερες φορές αφορούν στο ισχίο αλλά και στον ώμο,
τα οποία απαιτούν εγχείρηση για την αποκατάστασή τους. Παρά τις υπερσύγχρονες
χειρουργικές μεθόδους, όπως είναι η αρθροπλαστική ισχίου ελάχιστης
επεμβατικότητας με πρόσθια προσπέλαση (AMIS), η οποία προσφέρει γρήγορη
ανάρρωση, μείωση του μετεγχειρητικού πόνου και της πιθανότητας επιπλοκών, θα
πρέπει να έχουμε ως μότο στη ζωή μας ότι η πρόληψη είναι καλύτερη από τη
θεραπεία», καταλήγει ο Δρ. Δημήτριος Τριανταφυλλόπουλος.