Η λαπαροσκόπηση παίζει σημαντικό ρόλο στη διάγνωση
και τη θεραπεία της υπογονιμότητας, καθώς μπορεί να αυξήσει τα ποσοστά
επίτευξης εγκυμοσύνης, τόσο με φυσικό τρόπο όσο και με τεχνικές υποβοηθούμενης
αναπαραγωγής.
Υπολογίζεται ότι η υπογονιμότητα ταλαιπωρεί
περισσότερα από 70 εκατομμύρια ζευγάρια σε όλο τον κόσμο, τα σχεδόν έξι στα
δέκα εκ των οποίων ζητούν ιατρική βοήθεια για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση.
«Οι εξελίξεις των τελευταίων ετών στην ελάχιστα
επεμβατική χειρουργική προσφέρουν νέες διαγνωστικές αλλά και θεραπευτικές
επιλογές στις υπογόνιμες γυναίκες», λέει ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος
Δρ. Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή
και ιδρυτικό μέλος του Institute of Life. «Η λαπαροσκόπηση, που διενεργείται
μέσω μίας, δύο ή τριών πολύ μικρών τομών στην κοιλιά, επιτρέπει στον γιατρό να
ελέγξει τα όργανα της κοιλιάς και να κάνει επιδιορθώσεις όταν χρειάζεται, δίχως
την ανάγκη για μεγάλες τομές που απαιτούν παρατεταμένη νοσηλεία και ανάρρωση».
Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους η
λαπαροσκόπηση μπορεί να βοηθήσει τις υπογόνιμες γυναίκες. Μεταξύ άλλων, μπορεί
να συμβάλλει στη διάγνωση και θεραπεία της ενδομητρίωσης, την αντιμετώπιση
κύστεων και ινομυωμάτων, στην αφαίρεση ενδομητρικών σπειραμάτων και στη λύση
συμφύσεων.
Ενδομητρίωση
Η ενδομητρίωση είναι μία από τις συχνότερες αιτίες
υπογονιμότητας. Υπολογίζεται ότι σε ποσοστό έως και 50% των περιπτώσεων, η
γυναικεία υπογονιμότητα οφείλεται σε αυτήν. Σε πληθυσμιακό επίπεδο από
ενδομητρίωση πάσχει το 5-10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας, με τις
τέσσερις στις δέκα από αυτές να είναι υπογόνιμες.
Η ενδομητρίωση εκδηλώνεται όταν αναπτύσσεται έξω
από τη μήτρα ιστός ο οποίος δομικά και λειτουργικά είναι παρόμοιος με τον
βλεννογόνο που επιστρώνει το εσωτερικό τοίχωμά της (το ενδομήτριο). Ο
ετερότοπος αυτός ιστός μπορεί να αναπτυχθεί εξωτερικά στη μήτρα, στις ωοθήκες,
στις σάλπιγγες, στο περιτόναιο, ακόμα και στην ουροδόχο κύστη ή το παχύ έντερο.
Το κύριο σύμπτωμα της ενδομητρίωσης είναι ο ισχυρός
πόνος πριν και στη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως (δυσμηνόρροια) και στη διάρκεια
του σεξ (δυσπαρευνία). Η γυναίκα μπορεί επίσης να έχει αίμα ανάμεσα στις
περιόδους, μη φυσιολογική ούρηση ή κένωση των εντέρων και ασυνήθιστη κούραση.
Η ενδομητρίωση μπορεί να οδηγήσει με πολλούς
τρόπους στην υπογονιμότητα. Μπορεί, λ.χ., να προκαλέσει φλεγμονή και συμφύσεις
στις σάλπιγγες, που δημιουργούν εχθρικό περιβάλλον για την επιβίωση των ωαρίων
και των σπερματοζωαρίων. Οι συμφύσεις μπορεί επίσης να αποφράξουν εντελώς τις
σάλπιγγες, εμποδίζοντας έτσι την γονιμοποίηση των ωαρίων. Μπορεί ακόμα να
δημιουργηθεί μέσα στην ωοθήκη μία κύστη (λέγεται ενδομητρίωμα), να προκληθεί
ορμονική δυσλειτουργία, να διαταραχθεί η ικανότητα των γονιμοποιημένων ωαρίων
να εμφυτεύονται στο έδαφος της μήτρας κ.λπ.
Η ελάχιστα επεμβατική λαπαροσκόπηση μπορεί να
αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα διορθώνοντας με καθετηριασμό, λέιζερ ή εκτομή
τις βλάβες της ενδομητρίωσης.
Κύστεις στις ωοθήκες
Η λαπαροσκόπηση μπορεί να βοηθήσει σημαντικά και
τις γυναίκες που έχουν κύστεις ωοθηκών. Οι κύστεις αυτές τυπικά αναπτύσσονται
στις ωοθήκες κατά την έμμηνο ρύση και παρατηρούνται στις περισσότερες γυναίκες.
Ωστόσο γίνονται αντιληπτές μόνο αν μεγαλώσουν πολύ ή αναπτυχθούν πολλαπλές
κύστεις (όπως, π.χ., συμβαίνει στο σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών).
Υπολογίζεται ότι μεγάλες ή πολλαπλές κύστεις ωοθηκών έχει το περίπου 8% των
νεαρών γυναικών, οι οποίες χρειάζονται θεραπεία γι' αυτές.
Όπως εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος, οι κύστεις ωοθηκών
είναι μικροί, γεμάτοι υγρό ή ιστό ασκοί, που αναπτύσσονται πάνω ή μέσα στην
ωοθήκη. Οι πιο συνηθισμένες είναι οι λειτουργικές κύστεις (κύστεις ωοθυλακίου ή
ωχρού σωματίου), αλλά υπάρχουν και μη λειτουργικές (ενδομητριώματα, δερμοειδείς
κύστεις κ.λπ).
Οι κύστεις ωοθηκών συνήθως είναι καλοήθεις και
σπανίως υποκρύπτουν έναν καρκίνο. Συνήθως δεν προκαλούν συμπτώματα, αλλά αν
αυτά εμφανιστούν συνήθως είναι μη ειδικά (φούσκωμα, πόνος κατά την σεξουαλική
επαφή, πόνος κατά την έμμηνο ρύση, απρόσμενη απώλεια ή αύξηση βάρους κ.λπ.). Αν
όμως μια κύστη υποστεί ρήξη, αιμορραγήσει, συστραφεί ή προκαλέσει συστροφή της
ωοθήκης, θα εκδηλωθεί απότομος, οξύς πόνος.
Μία κύστη συνιστάται να αφαιρεθεί εάν είναι πολύ
μεγάλη ή προκαλεί ασυνήθιστο πόνο ή επιμένει στον χρόνο. Η αφαίρεση συνήθως
γίνεται με λαπαροσκόπηση, καθώς με αυτό τον τρόπο αποφεύγονται οι τραυματισμοί
της ωοθήκης και των παρακείμενων μυών.
Ινομυώματα
Περισσότερες από μία στις δύο γυναίκες παρουσιάζουν
τουλάχιστον ένα ινομύωμα στη μήτρα κάποια στιγμή στη ζωή τους. Τα ινομυώματα
είναι καλοήθεις όγκοι που αναπτύσσονται στο μυομήτριο, δηλαδή στον μυϊκό χιτώνα
του τοιχώματος της μήτρας.
«Τα ινομυώματα της μήτρας περιέχουν ινώδη ιστό
παρόμοιο με τον φυσιολογικό ιστό της μήτρας. Συνήθως αναπτύσσονται κατά μήκος
του τοιχώματος της μήτρας, αλλά μερικές φορές προεκβάλλουν στην κοιλότητά της ή
αναπτύσσονται έξω από αυτήν», λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Εκτός από πυελικό πόνο
και ακανόνιστη ή βαριά έμμηνο ρύση, μπορεί να προκαλέσουν και αποφράξεις στη
μήτρα που δυσχεραίνουν τη σύλληψη».
Επιπλέον, όταν μια γυναίκα έχει ένα ινομύωμα μπορεί
να εμποδίζεται η εμφύτευση του εμβρύου στο έδαφος της μήτρας. Σε τέτοιες
περιπτώσεις δίνει λύση η ελάχιστα επεμβατική λαπαροσκόπηση, με την οποία μπορεί
να αφαιρεθεί το ινομύωμα δίχως κίνδυνο μεγάλης αιμορραγίας, δημιουργίας
ουλώδους ιστού, επιπλοκών κατά τον τοκετό και άλλων προβλημάτων που είναι
πιθανότερα με την ανοιχτή εγχείρηση και μπορεί να οδηγήσουν έως την ολική
υστερεκτομή (αφαίρεση όλης της μήτρας).
Συμφύσεις
Η δημιουργία ουλώδους ιστού (συμφύσεων) στη μήτρα
μπορεί να παρεμποδίσει τη σύλληψη στις γυναίκες με ενδομητρίωση και άλλες
διαταραχές. Το ίδιο μπορεί να συμβεί έπειτα από μία πρώτη καισαρική τομή. Η
λύσις των συμφύσεων είναι μία διαδικασία κατά την οποία αφαιρείται ο ουλώδης
ιστός από τη μήτρα ή από άλλα σημεία της κοιλότητας της κοιλιάς.
Εκτός από υπογονιμότητα, οι συμφύσεις μπορεί επίσης
να προκαλέσουν πολύ ελαφριά έως ανύπαρκτη έμμηνο ρύση, έντονο πυελικό πόνο,
ακόμα και επαναλαμβανόμενες αποβολές.
Η αφαίρεσή τους με ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές
είναι η πρώτη επιλογή για την αντιμετώπισή τους, διότι έτσι μειώνεται ο
κίνδυνος δημιουργίας νέων συμφύσεων.
«Είναι σαφές ότι η λαπαροσκοπική χειρουργική έχει
πολλά να προσφέρει στις γυναίκες που δυσκολεύονται να συλλάβουν ή/και να
ολοκληρώσουν με επιτυχία μία εγκυμοσύνη», τονίζει ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Ωστόσο
πρέπει να εφαρμόζεται από τον εξειδικευμένο γιατρό, σε προσεκτικά επιλεγμένα
περιστατικά, ώστε να επιτυγχάνονται τα βέλτιστα δυνατά αποτελέσματα».