Το ένα
τρίτο των γυναικών ταλαιπωρείται από θρομβωμένες εξωτερικές αιμορροΐδες ή
πρωκτικές ραγάδες μετά τον τοκετό. Και ο κυριότερος λόγος πρόκλησης των
πρωκτικών αυτών βλαβών είναι η δυσκοιλιότητα. Ωστόσο, υπάρχουν και άλλοι
παράγοντες, όπως είναι ο τραυματισμός, ο πολύωρος φυσιολογικός τοκετός και τα
βαριά μωρά, που μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο εμφάνισής τους.
«Η
πρωκτική ραγάδα είναι ένα σκίσιμο στο βλεννογόνο της περιοχής του πρωκτού, που
γίνεται αιτία πρόκλησης πόνου και αιμορραγίας κατά την αφόδευση. Οι αιμορροΐδες
είναι διογκωμένες, πρησμένες φλέβες γύρω από τον πρωκτό, οι οποίες
χαρακτηρίζονται από αιμορραγία, οδυνηρές κενώσεις του εντέρου, πρωκτικό πόνο
και κνησμό. Οι θρομβωμένες εξωτερικές αιμορροΐδες εμφανίζονται σαν μία μελανή
μάζα ακριβώς έξω από το δακτύλιο του πρωκτού. Μόλις παρουσιαστούν προκαλούν
επώδυνο οίδημα. Αυτές οι δύο παθήσεις είναι πολύ συχνές κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης και της περιόδου μετά τον τοκετό», μας εξηγεί ο Δρ. Αναστάσιος
Ξιάρχος, ιδρυτικό μέλος και πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής
Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής, Ερευνητής & Διδάσκων στο εργαστήριο
Βιοπληροφορικής & ανθρώπινης ηλεκτροφυσιολογίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο www.axiarchos.gr
Ενώ οι
εκτιμήσεις ποικίλλουν, πιστεύεται ότι πάνω από το 34% των εγκύων αναπτύσσουν
πρωκτικές βλάβες κατ’ αυτή την περίοδο. Οι πρωκτικές ραγάδες και οι θρομβωμένες
εξωτερικές αιμορροΐδες κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριών μηνών της
εγκυμοσύνης πριν από τον τοκετό, επηρεάζουν το 9,1% των γυναικών. Εξαιτίας του
τοκετού, όμως, το πρόβλημα γίνεται εντονότερο. Έρευνα έχει δείξει ότι το
ποσοστό των γυναικών με θρομβωμένες εξωτερικές αιμορροΐδες κυμαίνεται γύρω στο
20% και με πρωκτικές ραγάδες πάνω από 15%. Οι θρομβωμένες εξωτερικές
αιμορροΐδες στη συντριπτική πλειονότητά τους (91%) εμφανίζονται εντός της πρώτης
ημέρας μετά τον τοκετό, ενώ οι πρωκτικές ραγάδες μπορεί να προκύψουν ακόμα και
δύο μήνες μετά.
Ο
σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου είναι η δυσκοιλιότητα. Η αιτία εξαρτάται από
το στάδιο στο οποίο εμφανίζεται. Η αλλαγή των ορμονικών επιπέδων στην αρχή της
εγκυμοσύνης αναγκάζει το πεπτικό να επιβραδύνει, οπότε το έντερο απορροφά
μεγαλύτερη ποσότητα νερού καθιστώντας σκληρότερα τα κόπρανα και δυσκολότερη την
κένωση. Ο σίδηρος που λαμβάνεται αυτούς τους μήνες μπορεί να έχει τις ίδιες
ακριβώς επιπτώσεις. Στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, ο λόγος εμφάνισής
τους είναι η αναπτυσσόμενη μήτρα, η οποία μπορεί να ασκήσει ενδοκοιλιακή πίεση,
καθιστώντας πιο δύσκολη τη μετακίνηση των κοπράνων μέσω των εντέρων.
«Έχει
υπολογιστεί από μια μελέτη ότι το 23% των γυναικών ταλαιπωρούνταν από
δυσκοιλιότητα κατά τη διάρκεια των τελευταίων 3 μηνών της εγκυμοσύνης και το
33,3% μετά από τον τοκετό. Περίπου το 38% αποκτούν πρωκτική ραγάδα και σχεδόν
το 22% θρομβωμένες εξωτερικές αιμορροΐδες», σημειώνει ο Δ/ντης Χειρουργικής
Κλινικής Ομίλου Ιατρικό, Ιατρικό Περιστερίου Δρ. Ξιάρχος.
Στην
ίδια μελέτη φάνηκε ότι ο δεύτερος παράγοντας κινδύνου είναι η καθυστερημένη
γέννα. Οι γυναίκες που γεννούν μετά από τις 39,7 εβδομάδες εγκυμοσύνης έχουν
περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν κάποια από τις δύο πρωκτικές παθήσεις,
συγκριτικά με εκείνες που γέννησαν νωρίτερα. Οι καθυστερημένες αλλαγές στο
περίνεο και η διάρκεια της ορμονικής αλλαγής ενδέχεται να προδιαθέτουν τις
γυναίκες γι’ αυτές τις βλάβες.
Ο
τραυματικός και πολύωρος τοκετός αποτελεί επίσης σημαντικό παράγοντα κινδύνου
για τις θρομβωμένες εξωτερικές αιμορροΐδες που προκύπτουν αμέσως μετά τη γέννα.
Ομοίως και τα βαριά βρέφη. Η μοναδικός τρόπος αποφυγής τους είναι η καισαρική
τομή. Οι ίδιοι λόγοι μπορεί να οδηγήσουν και σε εμφάνιση πρωκτικών ραγάδων,
αλλά η καισαρική τομή δεν λειτουργεί προστατευτικά.
«Στις
περιπτώσεις που οι διατροφικές προσαρμογές δεν λύσουν το πρόβλημα της
δυσκοιλιότητας, η χορήγηση καθαρτικής θεραπείας στις ασθενείς με δυσκοιλιότητα
κατά την περίοδο πριν και μετά τον τοκετό (πάντοτε σε συνεννόηση με το
γυναικολόγο) μπορεί να μειώσει σημαντικά την εμφάνιση των πρωκτικών βλαβών. Οι
αιμορροΐδες που εξακολουθούν να προκαλούν προβλήματα μετά τη γέννα, είναι καλό
να αντιμετωπίζονται με υπερήχους. Η εξέλιξη της τεχνολογίας έχει προσφέρει
μηχανήματα που καθιστούν τη θεραπεία τους απολύτως ανώδυνη καθώς δεν προκαλούν
εκτομή ή ακρωτηριασμό των ιστών, ούτε πληγές. Όσον αφορά στις ραγάδες, εάν
κριθεί απαραίτητη η χειρουργική θεραπεία, αυτή γίνεται με τη χρήση Laser ή R-F
και ολοκληρώνεται σε ελάχιστα λεπτά. Και οι δύο επεμβάσεις προσφέρουν άριστα
αισθητικά αποτελέσματα, αλλά κυρίως απαλλάσσουν από τα συμπτώματα οριστικά»,
καταλήγει ο Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος.