Ορισμένες διατροφικές συνήθειες, το έντονο στρες
και η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι μερικοί από τους σημαντικότερους παράγοντες
που σχετίζονται με τις εξάρσεις της ακμής, σύμφωνα με μία νέα μελέτη.
Επιστήμονες από τη Γαλλία εξέτασαν στοιχεία από
περισσότερους από 6.700 εθελοντές από έξι χώρες της Βόρειας Αμερικής, της
Νότιας Αμερικής και της Ευρώπης, διαπιστώνοντας πως όσοι είχαν ακμή είχαν
περισσότερες πιθανότητες να τρώνε καθημερινά ορισμένα τρόφιμα όπως
γαλακτοκομικά ή σοκολάτες.
Οι εθελοντές με ακμή είχαν επίσης αυξημένες
πιθανότητες να εκτίθενται συχνά στην ατμοσφαιρική ρύπανση και στο στρες.
Η ακμή επηρεάζει έναν στους 10 ανθρώπους σε όλο τον
κόσμο, γεγονός που την καθιστά την όγδοη συχνότερη νόσο παγκοσμίως. Μέχρι
πρότινος οι γιατροί την θεωρούσαν πρόβλημα της εφηβικής ηλικίας. Ωστόσο τώρα
πια ξέρουν ότι έως και το 40% των ενηλίκων, κυρίως γυναίκες, πάσχουν από αυτήν.
Ανεξάρτητα από την ηλικία εκδήλωσης, η εμφάνισή της μπορεί να βλάψει την
αυτοεκτίμηση και την ποιότητα ζωής των πασχόντων.
Τα νέα ευρήματα παρουσιάστηκαν στο 28ο Συνέδριο της
Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Δερματολογίας & Αφροδισιολογίας (EADV2019), που
πραγματοποιήθηκε 9-13 Οκτωβρίου 2019 στη Μαδρίτη.
«Η νέα μελέτη είναι η πρώτη του είδους που δεν
εξετάζει ένα συγκεκριμένο παράγοντα του τρόπου ζωής ή του περιβάλλοντος, αλλά
επικεντρώνεται στο συνολικό εκθεσίωμα
(exposome) των ενηλίκων», λέει ο Δρ. Μάρκος Μιχελάκης,
Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος (Αισθητική Δερματολογία-Δερματοχειρουργική). «Με
τον όρο "εκθεσίωμα" περιγράφονται όλοι οι ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες
(όπως ο τρόπος ζωής, το περιβάλλον και οι διατροφικές συνήθειες) που επηρεάζουν
την υγεία. Στην παρούσα μελέτη όμως εξετάστηκε το εκθεσίωμα σε συνάρτηση με την
ακμή».
Οι επιστήμονες που πραγματοποίησαν τη νέα μελέτη
όρισαν ως εκθεσίωμα της ακμής «όλους τους παράγοντες που επηρεάζουν την
εμφάνιση, τη διάρκεια και τη σοβαρότητά της». Οι παράγοντες αυτοί έχουν επίσης
επιπτώσεις στην αντίδραση των πασχόντων στις θεραπείες και στη συχνότητα των
εξάρσεων της ακμής, καθώς επεμβαίνουν στον φραγμό του δέρματος, τους
σμηγματογόνους αδένες, την εγγενή ανοσία και το μικροβίωμα (δηλαδή το σύνολο
των βακτηρίων) του δέρματος.
Οι παράγοντες που αποτελούν το εκθεσίωμα της ακμής
ταξινομήθηκαν σε έξι κύριες κατηγορίες: διατροφικοί, ψυχολογικοί και παράγοντες
του τρόπου ζωής, επαγγελματικοί (συμπεριλαμβανομένων των καλλυντικών),
ατμοσφαιρικοί (ρύποι), φαρμακευτικοί και κλιματικοί.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα, σημαντικά περισσότεροι
πάσχοντες από ακμή (το 48,2%) κατανάλωναν σε καθημερινή βάση γαλακτοκομικά
προϊόντα, έναντι όσων δεν είχαν ακμή (το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 38,8%).
Η έρευνα έδειξε ακόμα ότι το 29,7% των πασχόντων
από ακμή έτρωγαν πολλά γλυκά, έναντι του 19,1% των εθελοντών χωρίς ακμή.
Σημαντική διαφορά υπήρχε και στην κατανάλωση σοκολάτας (37% των πασχόντων από
ακμή έτρωγαν συχνά σοκολάτες, έναντι του 27,8% των ατόμων χωρίς ακμή) και στην
κατανάλωση έτοιμων προϊόντων με ζύμη (39,9% έναντι 28,6%, αντιστοίχως).
Ένα άλλο αξιοσημείωτο εύρημα της νέας μελέτης ήταν
ότι το σχεδόν 62% των ατόμων με ακμή τσιμπολογούσαν στη διάρκεια της ημέρας,
ενώ το αντίστοιχο ποσοστό σε όσους δεν είχαν ακμή ήταν σχεδόν 43%. Τα άτομα με
ακμή εξάλλου έπιναν συχνότερα αναψυκτικά και χυμούς με ζάχαρη, σε σύγκριση με
τους εθελοντές χωρίς ακμή (35,6% έναντι 31%).
Το πιο παράδοξο εύρημα όμως ήταν πως η ακμή ήταν
πιο συχνή σε άτομα που λάμβαναν συστηματικά πολλά συμπληρώματα προβιοτικών
(16,4% έναντι 5,2%) ή πρωτεΐνης ορού γάλακτος (11% έναντι 7%,3%), όπως είπε στο
συνέδριο η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Brigitte Dréno, καθηγήτρια στο
Πανεπιστήμιο της Νάντης.
Αντιθέτως, αναμενόμενο ήταν το εύρημα ότι
περισσότεροι πάσχοντες από ακμή χρησιμοποιούσαν αναβολικά στεροειδή έναντι των
ατόμων χωρίς ακμή (11,9% έναντι 3,2%), δεδομένου ότι η ακμή είναι γνωστή
παρενέργεια των ουσιών αυτών.
Η έρευνα έδειξε ακόμα πως οι εθελοντές που ζουν σε
πόλεις με υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης είχαν περισσότερες εξάρσεις
ακμής απ' ό,τι όσοι ζούσαν σε πιο καθαρές πόλεις. Το ίδιο ίσχυε για όσους
βίωναν έντονο στρες. Αντιθέτως, ένας άλλος παράγοντας που κατά το παρελθόν είχε
σχετιστεί με τις εξάρσεις της ακμής, το κάπνισμα, στην παρούσα μελέτη δεν
φάνηκε να έχει σχέση.
«Η έρευνα αυτή δεν παρείχε στοιχεία για τις αιτίες
των συσχετίσεων που παρατηρήθηκαν, αλλά σύμφωνα με την επικεφαλής ερευνήτρια Dr
Brigitte Dréno υπάρχουν μερικές πιθανές εξηγήσεις», σχολιάζει ο Δρ. Μιχελάκης.
«Οι πρωτεΐνες των γαλακτοκομικών, π.χ., μπορεί να επηρεάσουν τις γενετικές
πληροφορίες στο δέρμα, οδηγώντας σε φλεγμονή ή διεγείροντας την παραγωγή
σμήγματος (λίπους). Οι επιδράσεις αυτές μπορεί να οδηγήσουν στην ακμή».
Επιπλέον, «η ζάχαρη είναι γνωστό ότι διεγείρει την
φλεγμονή στο δέρμα, επομένως οτιδήποτε την περιέχει δυνητικά μπορεί να
συσχετιστεί με την ακμή», προσθέτει. «Ανάλογη δράση μπορεί να έχουν και τα
φυσικά σάκχαρα τροφίμων, όπως τα γαλακτοκομικά που περιέχουν λακτόζη, σύμφωνα
με ολοένα περισσότερα επιστημονικά δεδομένα».
Τη φλεγμονή στο δέρμα διεγείρουν επίσης τα πολλά
λιπαρά (π.χ. από τα πρόχειρα φαγητά). Είναι επίσης γνωστό ότι οι επεξεργασμένοι
υδατάνθρακες (π.χ. πίτες, λευκό ψωμί, ζυμαρικά και ό,τι άλλο παράγεται από
λευκό αλεύρι) αυξάνουν επίσης απότομα τα επίπεδα ινσουλίνης στον οργανισμό. Με
τον καιρό, αυτό αυξάνει τις συγκεντρώσεις των ανδρογόνων που μπορεί να
επιδεινώσουν την ακμή, διεγείροντας την παραγωγή σμήγματος. Οι πρωτεΐνες ορού
γάλακτος σε υπερκατανάλωση επίσης μπορεί να διεγείρουν την παραγωγή ινσουλίνης,
ενώ η υπερκατανάλωση προβιοτικών ίσως επηρεάζει την ισορροπία του δερματικού
μικροβιώματος.
«Όλ' αυτά δεν σημαίνουν πως πρέπει τα άτομα με ακμή
να αφαιρέσουν όλα τα παραπάνω από τη διατροφή τους», διευκρινίζει ο κ.
Μιχελάκης. «Απλώς, πρέπει να παρακολουθήσουν τη διατροφή τους και τις εξάρσεις
της ακμής τους, ώστε να εντοπίσουν αν και τι τους πειράζει, και να ελέγξουν την
κατανάλωσή του».