Πολυπαραγοντική είναι η ανάπτυξη του καρκίνου του
μαστού, με τους γενετικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες να επηρεάζουν ακόμα
και την πορεία της νόσου μόλις αυτή εμφανιστεί. Οι ειδικοί στον τομέα της
ψυχο-ογκολογίας, οι οποίοι διερευνούν τους ψυχολογικούς, συμπεριφορικούς και
κοινωνικούς παράγοντες που μπορεί να εμπλέκονται στην καρκινογένεση
ισχυρίζονται ότι το άγχος ενδεχομένως να συμβάλει τόσο στην εμφάνιση μιας
κακοήθειας όσο και στην πορεία της θεραπείας της.
«Ο καρκίνος αναπτύσσεται όταν μεταλλάσσονται τα
γονίδια που εμπλέκονται στη ρύθμιση της κυτταρικής διαίρεσης και του
πολλαπλασιασμού καθώς και του προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου.
Όταν κάποια γονίδια που ελέγχουν αυτές τις λειτουργίες απενεργοποιούνται, δημιουργείται ένα καρκινικό κύτταρο, το οποίο είναι ελεύθερο να διαιρείται αδιάκοπα και ατελείωτα», μας εξηγεί η ειδική στην Ογκοπλαστική Χειρουργική του Μαστού Δρ. Παρασκευή Λιάκου. «Η αιτία της απενεργοποίησης έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών, χωρίς να έχουν αντληθεί ακόμη σαφή συμπεράσματα. Ειδικά για τον καρκίνο του μαστού, έχουν ταυτοποιηθεί οι λεγόμενοι παράγοντες κινδύνου όπως η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό, η πρώιμη εμμηνόρροια, η όψιμη εμμηνόπαυση, η χρήση αντισυλληπτικών, η ακτινοθεραπεία σε νεαρή ηλικία και ο τρόπος ζωής. Ο τελευταίος περιλαμβάνει καθημερινές συνήθειες και συνθήκες διαβίωσης, από τη διατροφή και τη φυσική άσκηση μέχρι τη χρήση ουσιών (καπνός, αλκοόλ) και την έκθεση στο διαρκές στρες. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που επιστημονικές μελέτες έχουν διερευνήσει το ρόλο του άγχους ή άλλων ψυχολογικών παθήσεων στην εμφάνιση του καρκίνου, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ενδέχεται το στρες στην καθημερινή ζωή να συνδέεται με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού».
Όταν κάποια γονίδια που ελέγχουν αυτές τις λειτουργίες απενεργοποιούνται, δημιουργείται ένα καρκινικό κύτταρο, το οποίο είναι ελεύθερο να διαιρείται αδιάκοπα και ατελείωτα», μας εξηγεί η ειδική στην Ογκοπλαστική Χειρουργική του Μαστού Δρ. Παρασκευή Λιάκου. «Η αιτία της απενεργοποίησης έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών, χωρίς να έχουν αντληθεί ακόμη σαφή συμπεράσματα. Ειδικά για τον καρκίνο του μαστού, έχουν ταυτοποιηθεί οι λεγόμενοι παράγοντες κινδύνου όπως η ηλικία, το οικογενειακό ιστορικό, η πρώιμη εμμηνόρροια, η όψιμη εμμηνόπαυση, η χρήση αντισυλληπτικών, η ακτινοθεραπεία σε νεαρή ηλικία και ο τρόπος ζωής. Ο τελευταίος περιλαμβάνει καθημερινές συνήθειες και συνθήκες διαβίωσης, από τη διατροφή και τη φυσική άσκηση μέχρι τη χρήση ουσιών (καπνός, αλκοόλ) και την έκθεση στο διαρκές στρες. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που επιστημονικές μελέτες έχουν διερευνήσει το ρόλο του άγχους ή άλλων ψυχολογικών παθήσεων στην εμφάνιση του καρκίνου, οι περισσότερες από τις οποίες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ενδέχεται το στρες στην καθημερινή ζωή να συνδέεται με αύξηση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού».
Το άγχος μπορεί να διαπνέει την καθημερινότητα μιας
γυναίκας, μέσα από τη συσσώρευση ευθυνών που απορρέουν από τους πολλαπλούς της
ρόλους ως εργαζόμενης, μητέρας, συζύγου και κόρης, και να κορυφώνεται κατά την
περίοδο πιο ξαφνικών γεγονότων, όπως διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα,
τραυματισμός ή ασθένεια δική της ή μέλους του στενού οικογενειακού της
περιβάλλοντος. Αν και είναι φυσιολογικό μια γυναίκα να βιώνει, περιστασιακά,
άγχος, τα έντονα δηλαδή συναισθήματα αγωνίας, ανησυχίας και επικείμενης
δυσμενούς αλλαγής όταν βρίσκεται υπό ψυχική, σωματική ή συναισθηματική πίεση, η
έκθεση είτε αιφνίδια σε υψηλά επίπεδα ψυχολογικού στρες είτε κατ’ εξακολούθηση
για μεγάλο χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη προβλημάτων
υγείας, ψυχικών ή/και σωματικών. Χαρακτηριστικά, η απώλεια πολύ κοντινού
προσώπου είτε σε νεαρή ηλικία είτε την τελευταία 5ετία, έχει συσχετιστεί σε
κάποιες επιδημιολογικές μελέτες με αύξηση του κινδύνου του καρκίνου του μαστού.
Σύμφωνα με μια υπόθεση, το άγχος που προκαλείται
από τέτοια συμβάντα μπορεί να επηρεάσει τον άξονα
υποθάλαμος-υπόφυση-επινεφρίδια και να προκαλέσει διαταραχές στο ενδοκρινικό
σύστημα. Όταν δηλαδή η γυναίκα βιώνει οξύ ή χρόνιο άγχος, το σώμα της
κατακλύζεται από ορμόνες απόκρισης - επινεφρίνη, νορεπινεφρίνη και κορτιζόλη.
Υπό το χρόνιο στρες (ή το οξύ άγχος αρκετές φορές την ημέρα για μια χρονική
περίοδο) το σώμα κατακλύζεται συνεχώς από αυτές τις ορμόνες.
Πέρα από το κυτταρικό – μοριακό επίπεδο, ωστόσο, το
στρες φαίνεται να οδηγεί και σε συμπεριφορές που προκαλούν καρκίνο. Για
παράδειγμα, οι γυναίκες που βρίσκονται υπό την επίδραση άγχους μπορεί να
ξεκινήσουν το κάπνισμα ή να το εντείνουν ή να υπερκαταναλώνουν αλκοόλ,
οδηγώντας σε αλλαγές που είναι προ-φλεγμονώδεις και δημιουργούν
συνθήκες προκαρκινογένεσnς. Άλλες γυναίκες σε περιόδους στρες παγιδεύονται σε
ανθυγιεινά πρότυπα διατροφής, συμπεριφορά που είναι αποτέλεσμα των εκκρινόμενων
ορμονών, και ασκούνται λιγότερο. Συνέπεια της πρόσληψης υψηλών επιπέδων ζάχαρης
και λιπαρών σε συνδυασμό με την καθιστική ζωή είναι και η παχυσαρκία, η οποία
είναι υπεύθυνη για το 8 % περίπου όλων των μορφών καρκίνου, σύμφωνα με την
Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου.
Το ψυχολογικό στρες, όμως, δεν αποτελεί μόνο
παράγοντα κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου του μαστού. Έχει αναγνωριστεί σε
μελέτες παρατήρησης ως παράγοντας που μπορεί να μειώσει την ποιότητα ζωής των
καρκινοπαθών ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι σχετίζεται και με φτωχότερα κλινικά
αποτελέσματα και δη επιβίωση. Αναζητώντας σε κυτταρικό επίπεδο την αιτιολογική
σχέση, στοιχεία από πειραματικές μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να επηρεάσει την
ικανότητα του όγκου να αναπτυχθεί και να εξαπλωθεί. Μελέτες σε ποντίκια αλλά
και σε ανθρώπινα καρκινικά κύτταρα που αναπτύχθηκαν στο εργαστήριο έχουν
διαπιστώσει ότι η νορεπινεφρίνη, ορμόνη του στρες και μέρος του συστήματος
αντίδρασης του οργανισμού σε οξέα στρεσογόνα ερεθίσματα, μπορεί να προάγει την
αγγειογένεση και τη μετάσταση.
«Στον σύγχρονο τρόπο ζωής το άγχος έχει συνδεθεί με
τη γένεση πολλών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου. Το χρόνιο στρες
έχει ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση συγκεκριμένων μονοπατιών σηματοδότησης στα
καρκινικά κύτταρα και στο μικροπεριβάλλον του όγκου, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη
και την εξέλιξή του. Η αποσαφήνιση αυτών είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη νέων
προσεγγίσεων για την παρεμπόδιση των επιβλαβών επιδράσεων του στρες στην
ανάπτυξη του καρκίνου και στη μετάσταση. Μέχρι να έχουμε πλήρεις απαντήσεις και
ολοκληρωμένες θεραπείες, πρέπει οι γυναίκες ενεργά να διαμορφώνουμε οι ίδιες
συνθήκες ηρεμίας στη ζωή μας και να οριοθετούμε ώστε να ελέγχουμε το άγχος με
όποιο τρόπο ταιριάζει στην κάθε μία (π.χ. κάποια πνευματική ή καλλιτεχνική
δραστηριότητα, χειροτεχνία). Να μην ξεχνάμε την άσκηση τουλάχιστον 3 φορές την
εβδομάδα και την προσεκτική διατροφή ενώ είναι τεράστιας σημασίας η σωματική
ξεκούραση, που δίνει το περιθώριο στους μηχανισμούς επιδιόρθωσης του οργανισμού
να αναλάβουν δράση. Βεβαίως, όταν προκύπτουν σοβαρά προβλήματα που δεν μπορεί
να διαχειριστεί μια γυναίκα, να απευθύνεται σε κάποιον επαγγελματία ειδικό»,
καταλήγει η Δρ. Παρασκευή Λιάκου.