Η ορμονική αντισύλληψη είναι ένας από τους
καλύτερους τρόπους αποφυγής μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Ωστόσο οι
περισσότερες γυναίκες που σταματούν τα αντισυλληπτικά, δεν γνωρίζουν αν και τι
είδους αλλαγές μπορεί να παρατηρήσουν στο σώμα τους.
Η αλήθεια είναι ότι κάθε τύπος ορμονικής
αντισύλληψης μπορεί να επηρεάσει τον οργανισμό της γυναίκας, είτε είναι χάπι ή
αυτοκόλλητο επίθεμα, είτε κολπικός δακτύλιος ή ενέσεις. Κάθε οργανισμός, όμως,
είναι διαφορετικός και έτσι οι επιδράσεις της διακοπής μπορεί να διαφέρουν από
γυναίκα σε γυναίκα τόσο ως προς τα συμπτώματα όσο και ως προς την έντασή τους.
Ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Π.
Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή και ιδρυτικό
μέλος του Institute of Life, εξηγεί ποιες είναι οι πιο συνηθισμένες:
Μπορεί να υπάρξει διαταραχή του έμμηνου κύκλου.
Μερικές γυναίκες ανακτούν αμέσως έναν φυσιολογικό έμμηνο κύκλο, ενώ άλλες
μπορεί να μην έχουν περίοδο για χρονικό διάστημα έως και τρεις μήνες.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Τα αντισυλληπτικά χάπια δρουν
εμποδίζοντας την παραγωγή των ορμονών που παίζουν ρόλο στην ωορρηξία και την
εμμηνόρροια. Όταν μια γυναίκα τα διακόψει, μπορεί να χρειαστεί λίγος χρόνος για
να επιστρέψει το σώμα της στην φυσιολογική παραγωγή αυτών των ορμονών.
Ο χρόνος αυτός συνήθως δεν υπερβαίνει τους τρεις
μήνες. Εάν διαπιστώσετε ότι πέρασαν τρεις μήνες και δεν έχετε έμμηνο ρύση, να
κάνετε ένα τεστ εγκυμοσύνης για να βεβαιωθείτε ότι δεν είστε έγκυος και να
επικοινωνήσετε με τον γυναικολόγο σας.
Η περίοδος μπορεί να είναι πιο παρατεταμένη και πιο
«βαριά». Εάν παίρνατε αντισυλληπτικά χάπια για αρκετά χρόνια, θα έχετε
συνηθίσει να έχετε λίγων ημερών και με σταθερή αιμορραγία έμμηνο ρύση. Μετά τη
διακοπή των ορμονών, όμως, η αιμορραγία μπορεί να αυξηθεί, κυρίως στις γυναίκες
ηλικίας κάτω των 35 ετών. Αύξηση μπορεί να παρατηρηθεί και στη διάρκεια της
εμμήνου ρύσεως, ενώ το μεσοδιάστημα ανάμεσα σε δύο περιόδους μπορεί να αλλάξει.
Όλες αυτές οι αλλαγές είναι φυσιολογικές, καθώς η
περίοδός σας λογικά θα επιστρέψει στα επίπεδα που ήταν πριν αρχίσετε τη λήψη
των αντισυλληπτικών, λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος.
Μπορεί να επανεμφανιστούν τα συμπτώματά σας.
«Πολλές γυναίκες παίρνουν αντισυλληπτικά για να ελέγξουν τα συμπτώματα του
προεμμηνορροϊκού συνδρόμου, όπως οι δυνατοί πόνοι (κράμπες), η ναυτία και ο
τυμπανισμός», εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Τα συμπτώματα αυτά πιθανώς θα
επιστρέψουν όταν διακοπεί η λήψη των αντισυλληπτικών».
Οι γυναίκες μπορεί επίσης να ξαναρχίσουν να έχουν
πονοκέφαλο (ιδίως ημικρανία) τις μέρες πριν από την έμμηνο ρύση, διακυμάνσεις
της ψυχικής διάθεσης, οξυθυμία κ.λπ. Και
όσες πήραν αντισυλληπτικά για σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών μπορεί να δουν να
«επιστρέφουν» συμπτώματα όπως ο ακανόνιστος έμμηνος κύκλος και η έντονη τριχοφυΐα
σε ανεπιθύμητα σημεία (π.χ. στο πρόσωπο ή στο στήθος).
Μπορεί να μείνετε αμέσως έγκυος. Όταν διακόψετε τα
αντισυλληπτικά, οι ορμόνες αποβάλλονται από τον οργανισμό σας μέσα σε λίγες
ημέρες και πλέον δεν σας προστατεύουν από μία εγκυμοσύνη. Στην πραγματικότητα,
υπάρχουν γυναίκες οι οποίες κόβουν τα αντισυλληπτικά και δεν ξαναρχίζει η
περίοδός τους, διότι έμειναν αμέσως έγκυοι, λέει ο Δρ. Βασιλόπουλος.
Μελέτες έχουν δείξει πως, αν δεν υπάρξει διαταραχή
του έμμηνου κύκλου, η γυναίκα θα έχει ωορρηξία περίπου δύο εβδομάδες μετά τη
διακοπή των αντισυλληπτικών. Επιπλέον, περισσότερες από τις μισές γυναίκες που
διακόπτουν τα αντισυλληπτικά χάπια μένουν έγκυοι μέσα σε 6 μήνες, εάν δεν
χρησιμοποιήσουν άλλες μεθόδους αντισύλληψης (π.χ. προφυλακτικά).
Αν, όμως, κάνατε αντισυλληπτικές ενέσεις, μπορεί να
χρειασθεί περισσότερος καιρός για μία εγκυμοσύνη (ίσως ένας χρόνος ή
περισσότερο).
Το σωματικό βάρος σας πιθανώς θα μειωθεί ελάχιστα.
Αν και πολλές γυναίκες αποδίδουν στα αντισυλληπτικά τα κιλά που παίρνουν όσο τα
λαμβάνουν, η επιστημονική έρευνα δεν έχει δείξει να υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα
στα δύο. Μάλιστα σε μεγάλη, συνδυασμένη ανάλυση (μετανάλυση) που δημοσιεύθηκε
το 2014, διαπιστώθηκε ότι οι ορμόνες των αντισυλληπτικών δεν επηρεάζουν το
σωματικό βάρος. Μόνη εξαίρεση σε αυτό είναι οι αντισυλληπτικές ενέσεις που
περιέχουν μόνο προγεστίνη και οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν μικρή αύξηση
του σωματικού βάρους σε μερικές γυναίκες.
Ακόμα, πάντως, κι αν τα αντισυλληπτικά σάς
προκαλούσαν κατακράτηση υγρών, το βάρος σας δεν αναμένεται να αλλάξει σημαντικά
μετά τη διακοπή τους.
Μπορεί να αλλάξουν οι μαστοί σας. Πολλές γυναίκες
έχουν αυξημένη ευαισθησία ή/και πόνο στο στήθος πριν από την περίοδο, εξαιτίας
της αύξησης της προγεστερόνης, η οποία διεγείρει την ανάπτυξη των γαλακτοφόρων
αδένων. Εφόσον τα αντισυλληπτικά ρυθμίζουν την ορμονική παραγωγή, το σύμπτωμα
αυτό μπορεί να υποχωρήσει όσο καιρό τα παίρνετε. Μετά τη διακοπή των
αντισυλληπτικών, όμως, πιθανότατα θα επανεμφανιστεί.
Υπάρχουν, όμως, και γυναίκες οι οποίες εκδήλωναν
ευαισθησία στο στήθος εξαιτίας των αντισυλληπτικών. Αυτές οι γυναίκες θα δουν
την ευαισθησία τους να εξαφανίζεται μόλις διακόψουν τα αντισυλληπτικά.
Μερικές γυναίκες, τέλος, μπορεί να παρατηρήσουν
μείωση στο μέγεθος των μαστών τους, μετά το τέλος της αντισύλληψης.
Μπορεί να αυξηθεί η λίμπιντό σας. Πολλές γυναίκες
παραπονούνται πως η ερωτική επιθυμία τους μειώθηκε όταν άρχισαν τα
αντισυλληπτικά. Τα καλά νέα; Μπορεί να δείτε την λίμπιντό σας να αυξάνεται όταν
τα διακόψετε.
«Τα αντισυλληπτικά μπορεί να προκαλέσουν κολπική
ξηρότητα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε πόνο κατά το σεξ και μείωση της
λίμπιντο», εξηγεί ο Δρ. Βασιλόπουλος. «Η αύξηση της φυσικής ύγρανσης του κόλπου
μετά την διακοπή των αντισυλληπτικών μπορεί να αυξήσει την ερωτική επιθυμία της
γυναίκας».
Μπορεί να μειωθούν τα επίπεδα της βιταμίνης D στο
αίμα σας. Πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Journal of Clinical
Endocrinology & Metabolism έδειξε ότι πολλές γυναίκες παρουσιάζουν μείωση
στα επίπεδα της βιταμίνης D όταν σταματούν να παίρνουν αντισυλληπτικά.
Η μείωση αυτή μπορεί να αποδειχθεί προβληματική,
διότι η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για πολλές λειτουργίες του οργανισμού. Αν
εξάλλου η γυναίκα προσπαθεί να μείνει έγκυος, χρειάζεται επαρκή επίπεδα της
βιταμίνης και για το μωρό της (η βιταμίνη D συμβάλλει, μεταξύ άλλων, στην ομαλή
ανάπτυξη του σκελετού του εμβρύου).