Το χρώμα των ματιών είναι ένα χαρακτηριστικό που
συναρπάζει και προβληματίζει, συχνά πριν καν γεννηθούμε. Θα έχει άραγε το μωρό
μαύρα, καφέ, γαλάζια ή πράσινα μάτια; Και όταν μεγαλώσει; Θα είναι σταθερό το
χρώμα των ματιών του σε όλη του τη ζωή ή μπορεί να αλλάξει στην πορεία;
Όπως εξηγεί ο χειρουργός-οφθαλμίατρος Δρ.
Αναστάσιος-Ι. Κανελλόπουλος, MD, ιδρυτής και επιστημονικός διευθυντής του
Ινστιτούτου Οφθαλμολογίας LaserVision, καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου
Νέας Υόρκης, NYU Medical School, το χρώμα που θα έχουν τα μάτια καθορίζεται από
γονίδια που κληρονομούμε από τους γονείς μας.
Τα γονίδια αυτά μπορεί να
αλληλεπιδράσουν με διάφορους τρόπους, με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν αδύνατο να
προβλέψει κανείς το χρώμα των ματιών ενός μωρού.
Τα γονίδια αυτά καθορίζουν την παραγωγή της
μελανίνης - της χρωστικής ουσίας που δίνει στα μάτια, στο δέρμα και στα μαλλιά
το χαρακτηριστικό χρώμα τους. Στα μάτια, η μελανίνη παράγεται από ειδικά
κύτταρα (τα μελανοκύτταρα) που βρίσκονται στην ίριδα.
Η ίριδα βρίσκεται ανάμεσα στον κερατοειδή και τον
φακό του ματιού. Είναι ο έγχρωμος δακτύλιος από μυϊκό ιστό που περιβάλλει την
κόρη του ματιού και συσπάται για να ρυθμίζει το μέγεθος της κόρης και να
ελέγχει την ποσότητα του φωτός που εισέρχεται στο μάτι.
«Πολλά μωρά της καυκάσιας φυλής γεννιούνται με μπλε
ή γκρι μάτια, επειδή κατά τη γέννησή τους οι ίριδές τους δεν διαθέτουν ακόμα
μελανίνη», λέει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Μέσα στα πρώτα τρία χρόνια της ζωής,
όμως, και ιδίως κατά το πρώτο έτος, αρχίζει να παράγεται μελανίνη και το χρώμα
των ματιών συχνά σκουραίνει».
Μετά τη βρεφική ηλικία, φυσιολογικές αλλαγές στο
χρώμα των ματιών μπορεί να παρατηρηθούν σε άτομα με ανοικτόχρωμα μάτια που
μερικές φορές τα βλέπουν να σκουραίνουν σταδιακά με το πέρασμα των χρόνων.
Πολύ συχνότερα, όμως, τα μάτια αλλάζουν φαινομενικά χρώμα όταν
διαστέλλονται οι κόρες τους επειδή, π.χ., δεν υπάρχει αρκετό φως. Η διαστολή
της κόρης έχει ως συνέπεια να περιορίζεται το μέγεθος της ίριδας και έτσι τα
μάτια φαίνεται να αλλάζουν χρώμα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί με μερικά
συναισθήματα, όπως ο θυμός ή ο τρόμος, που επίσης μπορεί να μεταβάλλουν το
μέγεθος της κόρης. Άλλες φορές, πάλι, τα μάτια επηρεάζονται από τον γύρω χώρο
(π.χ. τον φωτισμό, τα ρούχα) και δημιουργείται η αίσθηση ότι άλλαξε το χρώμα
τους. Όλ' αυτά όμως δεν συνιστούν αληθινή αλλαγή, αλλά φαινομενική.
Υπάρχει, όμως, περίπτωση να αλλάξει ξαφνικά το
χρώμα στο ένα ή και στα δύο μάτια. «Στους παράγοντες που μπορεί να προκαλέσουν
αλλαγή στο χρώμα των ματιών συμπεριλαμβάνονται διάφορες διαταραχές και
νοσήματα, τραυματισμοί, αλλά και ορισμένα φάρμακα», λέει ο Δρ. Κανελλόπουλος.
«Με τεχνητό τρόπο, εξάλλου, μπορεί να αλλάξει το χρώμα με φακούς επαφής και στο
μέλλον με λέιζερ».
Οι αλλαγές μπορεί να εντοπίζονται στην ίριδα καθαυτή
ή να αφορούν άλλα τμήματα του ματιού που επηρεάζουν το πώς φαίνεται η ίριδα.
Το χρώμα της ίριδας, λ.χ., μπορεί να αλλάξει αν
αναπτυχθούν πάνω της φακίδες. Οι φακίδες εκδηλώνονται ως μικρές, σκούρες
κηλίδες και συνήθως σχετίζονται με την υπερβολική έκθεση στον ήλιο. Οι φακίδες
στην ίριδα συνήθως παρατηρούνται σε μεσήλικες και ηλικιωμένους που έχουν
ιστορικό πολυετούς, υπερβολικής έκθεσης στον ήλιο.
Η ίριδα μπορεί να αλλάξει χρώμα και αν αναπτυχθεί
πάνω της κάποιος σπίλος. Οι σπίλοι της ίριδας (iris nevi) είναι μεγάλοι,
σκουρόχρωμοι σχηματισμοί που προκαλούνται από την υπερπαραγωγή μελανίνης. Οι
σπίλοι αυτοί αναπτύσσονται αργά αλλά χρειάζονται τακτική παρακολούθηση από τον
οφθαλμίατρο, διότι είναι παράγοντας κινδύνου για καρκίνο στο μάτι.
Μία άλλη αιτία αλλαγής στο χρώμα της ίριδας είναι
τα μελαγχρωματικά αμαρτώματα της ίριδας (ή οζίδια του Lisch). Πρόκειται για
μικρά, καφέ οζίδια που αναπτύσσονται πάνω στην ίριδα και συνήθως σχετίζονται με
μία νευρολογική διαταραχή που λέγεται νευροϊνωμάτωση. Η πάθηση αυτή προκαλεί
την ανάπτυξη μικρών όγκων στα νευρικά κύτταρα όλου του σώματος και συνήθως
είναι κληρονομική.
Η ραγοειδίτιδα είναι μία άλλη κατάσταση που μπορεί
να αλλάξει το χρώμα της ίριδας. Είναι μία φλεγμονή στο μεσαίο τμήμα του ματιού
που συνήθως προκαλείται από λοίμωξη, τραύμα ή έκθεση σε τοξίνες. Το χρώμα της
ίριδας μπορεί να αλλάξει, αν η ίριδα «κολλήσει» στον φακό του ματιού και
αλλάξει το μέγεθος ή το σχήμα της κόρης του ματιού. Η ραγοειδίτιδα απαιτεί
άμεσο έλεγχο και αντιμετώπιση από τον οφθαλμίατρο.
Το χρώμα της ίριδας μπορεί να αλλάξει και από άλλες
σπάνιες παθήσεις, όπως το σύνδρομο Horner, το σύνδρομο διασποράς χρωστικής
(PDS) και το ιριδοκερατοειδικό ενδοθηλιακό σύνδρομο (ICE), καθώς και από
τραυματισμούς στο μάτι που προκαλούν απώλεια ιστού. Ορισμένες παθήσεις,
εξάλλου, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο ή μία εγκεφαλική κάκωση μπορεί να
προκαλέσουν διαστολή της κόρης του ματιού που, όπως προαναφέρθηκε, προκαλεί
αλλαγή στο χρώμα του ματιού.
Στα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν αλλαγές στο
χρώμα των ματιών ανήκουν ορισμένα που χορηγούνται για το γλαύκωμα. Η αλλαγή του
χρώματος λόγω φαρμάκων μπορεί να είναι μόνιμη, με τα μάτια να γίνονται συνήθως
πιο σκούρα απ' ό,τι φυσιολογικά ήταν.
Η ίριδα μπορεί να αλλάξει χρώμα και με τεχνητό
τρόπο. Εδώ και χρόνια επιτυγχάνεται προσωρινή αλλαγή με ειδικούς φακούς επαφής,
που διατίθενται σε μεγάλο φάσμα διαφορετικών χρωμάτων. Επιπλέον, «την τελευταία πενταετία έχω την
τύχη να επιβλέπω ερευνητικές προσπάθειες για μόνιμη αλλαγή στο χρώμα της ίριδας
με λέιζερ», προσθέτει ο Δρ. Κανελλόπουλος. «Με τα λέιζερ αυτά αφαιρείται από
την επιφάνεια της ίριδας η χρωστική και αποκαλύπτεται το υποκείμενο χρώμα, που
μπορεί να είναι πράσινο ή μπλε ανάλογα με το χρώμα που έχει κάποιος από τους
προγόνους του. Η τεχνική αυτή βρίσκεται ακόμα σε πρώιμο στάδιο και έχουν
πραγματοποιηθεί επιλεγμένα περιστατικά στην Αμερική και στην Ευρώπη. Ελπίζουμε
όμως σε βάθος χρόνου να είναι ευρέως διαθέσιμη».
Άλλα προβλήματα εκτός ίριδας που μπορεί να αλλάξουν
το χρώμα του ματιού είναι ο καταρράκτης, το γεροντικό τόξο (arcus senilis), ο
δακτύλιος Keyser-Fleischer και το ύφαιμα.
Ο καταρράκτης είναι το θόλωμα του φακού του ματιού,
πίσω από την κόρη, που προσδίδει γαλακτώδη ή γκριζωπή χροιά στο μάτι. Το
γεροντικό τόξο είναι ένας λευκός ή γκριζωπός δακτύλιος στον κερατοειδή, που
δημιουργείται από τη συσσώρευση λιπιδίων πάνω του.
Ο δακτύλιος Keyser-Fleischer είναι ένα
πρασινωπός/πορτοκαλί δακτύλιος στον κερατοειδή που αναπτύσσεται όταν ένας
άνθρωπος έχει αυξημένα επίπεδα χαλκού στο σώμα (η κατάσταση ονομάζεται ασθένεια
του Wilson).
Τέλος, το ύφαιμα είναι η αιμορραγία στον χώρο
ανάμεσα στον κερατοειδή και την ίριδα, που σκουραίνει το αίμα και συνήθως
οφείλεται σε τραυματισμό ή εγχείρηση στο μάτι.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι θα έχουν το ίδιο χρώμα
ματιών από την εποχή που θα μάθουν να περπατάνε έως ότου γεράσουν. Ωστόσο στην
τρίτη ηλικία υπάρχει αυξημένη πιθανότητα αλλαγής του χρώματος των ματιών,
κυρίως λόγω καταρράκτη και γεροντικού τόξου», διευκρινίζει ο Δρ. Κανελλόπουλος.
«Ανεξάρτητα από αυτά, όμως, αν παρατηρήσετε οποιαδήποτε απότομη αλλαγή στο
χρώμα του ενός ή και των δύο ματιών, πηγαίνετε αμέσως στον οφθαλμίατρο για
έλεγχο. Μπορεί να υποκρύπτει κάτι σοβαρό».